Site uses cookies to provide basic functionality.

OK
MARK
1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16
Prev Up Next Toggle notes
Chapter 6
Mark ABPGRK 6:1  και εξήλθεν εκείθεν και ήλθεν εις την πατρίδα αυτού και ακολουθούσιν αυτώ οι μαθηταί αυτού
Mark ABPGRK 6:2  και γενομένου σαββάτου ήρξατο εν τη συναγωγή διδάσκειν και πολλοί ακούοντες εξεπλήσσοντο λέγοντες πόθεν τούτω ταύτα και τις η σοφία η δοθείσα αυτώ ότι και δυνάμεις τοιαύται διά των χειρών αυτού γίνονται
Mark ABPGRK 6:3  ουχ ούτός εστιν ο τέκτων ο υιός Μαρίας αδελφός δε Ιακώβου και Ιωσή και Ιούδα και Σίμωνος και ουκ εισίν αι αδελφαί αυτού ώδε προς ημάς και εσκανδαλίζοντο εν αυτώ
Mark ABPGRK 6:4  έλεγε δε αυτοίς ο Ιησούς ότι ουκ έστι προφήτης άτιμος ει μη εν τη πατρίδι αυτού και εν τοις συγγενέσι και εν τη οικία αυτού
Mark ABPGRK 6:5  και ουκ ηδύνατο εκεί ουδεμίαν δύναμιν ποιήσαι ει μη ολίγοις αρρώστοις επιθείς τας χείρας εθεράπευσε
Mark ABPGRK 6:6  και εθαύμαζε διά την απιστίαν αυτών και περιήγε τας κώμας κύκλω διδάσκων
Mark ABPGRK 6:7  και προσκαλείται τους δώδεκα και ήρξατο αυτούς αποστέλλειν δύο δύο και εδίδου αυτοίς εξουσίαν των πνευμάτων των ακαθάρτων
Mark ABPGRK 6:8  και παρήγγειλεν αυτοίς ίνα μηδέν αίρωσιν εις οδόν ει μη ράβδον μόνον μη πήραν μη άρτον μη εις την ζώνην χαλκόν
Mark ABPGRK 6:9  αλλ΄ υποδεδεμένους σανδάλια και μη ενδύσησθε δύο χιτώνας
Mark ABPGRK 6:10  και έλεγεν αυτοίς όπου εάν εισέλθητε εις οικίαν εκεί μένετε έως αν εξέλθητε εκείθεν
Mark ABPGRK 6:11  και όσοι αν μη δέξωνται υμάς μηδέ ακούσωσιν υμών εκπορευόμενοι εκείθεν εκτινάξατε τον χούν τον υποκάτω των ποδών υμών εις μαρτύριον αυτοίς αμήν λέγω υμίν ανεκτότερον έσται Σοδόμοις η Γομόρροις εν ημέρα κρίσεως η τη πόλει εκείνη
Mark ABPGRK 6:12  και εξελθόντες εκήρυσσον ίνα μετανοήσωσι
Mark ABPGRK 6:13  και δαιμόνια πολλά εξέβαλλον και ήλειφον ελαίω πολλούς αρρώστους και εθεράπευον
Mark ABPGRK 6:14  και ήκουσεν ο βασιλεύς Ηρώδης φανερόν γαρ εγένετο το όνομα αύτου και έλεγεν ότι Ιωάννης ο βαπτίζων εκ νεκρών ηγέρθη και διά τούτο ενεργούσιν αι δυνάμεις εν αυτώ
Mark ABPGRK 6:15  άλλοι έλεγον ότι Ηλίας εστίν άλλοι δε έλεγον ότι προφήτης εστίν η ως εις των προφητών
Mark ABPGRK 6:16  ακούσας δε ο Ηρώδης είπεν ότι ον εγώ απεκεφάλισα Ιωάννην ούτός εστιν αυτός ηγέρθη εκ νεκρών
Mark ABPGRK 6:17  αυτός γαρ ο Ηρώδης αποστείλας εκράτησε τον Ιωάννην και έδησεν αυτόν εν τη φυλακή διά Ηρωδιάδα την γυναίκα Φιλίππου του αδελφού αυτού ότι αυτήν εγάμησεν
Mark ABPGRK 6:18  έλεγε γαρ Ιωάννης τω Ηρώδη ότι ουκ έξεστί σοι έχειν την γυναίκα του αδελφού σου
Mark ABPGRK 6:19  η δε Ηρωδιάς ενείχεν αυτώ και ήθελεν αυτόν αποκτείναι και ουκ ηδύνατο
Mark ABPGRK 6:20  ο γαρ Ηρώδης εφοβείτο τον Ιωάννην ειδώς αυτόν άνδρα δίκαιον και άγιον και συνετήρει αυτόν και ακούσας αυτού πολλά εποίει και ηδέως αυτού ήκουε
Mark ABPGRK 6:21  και γενομένης ημέρας ευκαίρου ότε Ηρώδης τοις γενεσίοις αυτού δείπνον εποίει τοις μεγιστάσιν αυτού και τοις χιλιάρχοις και τοις πρώτοις της Γαλιλαίας
Mark ABPGRK 6:22  και εισελθούσης της θυγατρός αυτής της Ηρωδιάδος και ορχησαμένης και αρεσάσης τω Ηρώδη και τοις συνανακειμένοις είπεν ο βασιλεύς τω κορασίω αίτησόν με ο εάν θέλης και δώσω σοι
Mark ABPGRK 6:23  και ώμοσεν αυτή ότι ο εάν με αιτήσης δώσω σοι έως ημίσους της βασιλείας μου
Mark ABPGRK 6:24  η δε εξελθούσα είπε τη μητρί αυτής τι αιτήσομαι η δε είπε την κεφαλήν Ιωάννου του βαπτιστού
Mark ABPGRK 6:25  και εισελθούσα ευθέως μετά σπουδής προς τον βασιλέα ητήσατο λέγουσα θέλω ίνα μοι δως εξαυτής επί πίνακι την κεφαλήν Ιωάννου του βαπτιστού
Mark ABPGRK 6:26  και περίλυπος γενόμενος ο βασιλεύς διά τους όρκους και τους συνανακειμένους ουκ ηθέλησεν αυτήν αθετήσαι
Mark ABPGRK 6:27  και ευθέως αποστείλας ο βασιλεύς σπεκουλάτωρα επέταξεν ενεχθήναι την κεφαλήν αυτού ο δε απελθών απεκεφάλισεν αυτόν εν τη φυλακή
Mark ABPGRK 6:28  και ήνεγκε την κεφαλήν αυτού επί πίνακι και έδωκεν αυτήν τω κορασίω και το κοράσιον έδωκεν αυτήν τη μητρί αυτής
Mark ABPGRK 6:29  και ακούσαντες οι μαθηταί αυτού ήλθον και ήραν το πτώμα αυτού και έθηκαν αυτό εν τω μνημείω
Mark ABPGRK 6:30  και συνάγονται οι απόστολοι προς τον Ιησούν και απήγγειλαν αυτώ πάντα και όσα εποίησαν και όσα εδίδαξαν
Mark ABPGRK 6:31  και είπεν αυτοίς δεύτε υμείς αυτοί κατ΄ ιδίαν εις έρημον τόπον και αναπαύεσθε ολίγον ήσαν γαρ οι ερχόμενοι και οι υπάγοντες πολλοί και ουδέ φαγείν ηυκαίρουν
Mark ABPGRK 6:32  και απήλθεν εις έρημον τόπον τω πλοίω κατ΄ ιδίαν
Mark ABPGRK 6:33  και είδον αυτούς υπάγοντας και επέγνωσαν αυτόν πολλοί και πεζή από πασών των πόλεων συνέδραμον εκεί και προήλθον αυτούς και συνήλθον προς αυτόν
Mark ABPGRK 6:34  και εξελθών είδεν ο Ιησούς πολύν όχλον και εσπλαγχνίσθη επ΄ αυτοίς ότι ήσαν ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα και ήρξατο διδάσκειν αυτούς πολλά
Mark ABPGRK 6:35  και ήδη ώρας πολλής γενομένης προσελθόντες αυτώ οι μαθηταί αυτού λέγουσιν ότι έρημός εστιν ο τόπος και ήδη ώρα πολλή
Mark ABPGRK 6:36  απόλυσον αυτούς ίνα απελθόντες εις τους κύκλω αγρούς και κώμας αγοράσωσιν εαυτοίς άρτους τι γαρ φάγωσιν ουκ έχουσαν
Mark ABPGRK 6:37  ο δε αποκριθείς είπεν αυτοίς δότε αυτοίς υμείς φαγείν και λέγουσιν αυτώ απελθόντες αγοράσωμεν διακοσίων δηναρίων άρτους και δώμεν αυτοίς φαγείν
Mark ABPGRK 6:38  ο δε λέγει αυτοίς πόσους άρτους έχετε υπάγετε και ίδετε και γνόντες λέγουσι πέντε και δύο ιχθύας
Mark ABPGRK 6:39  και επέταξεν αυτοίς ανακλίναι πάντας συμπόσια συμπόσια επί τω χλωρώ χόρτω
Mark ABPGRK 6:40  και ανέπεσον πρασιαί πρασιαί ανά εκατόν και ανά πεντήκοντα
Mark ABPGRK 6:41  και λαβών τους πέντε άρτους και τους δύο ιχθύας αναβλέψας εις τον ουρανόν ευλόγησε και κατέκλασεν τους άρτους και εδίδου τοις μαθηταίς αυτού ίνα παραθώσιν αυτοίς και τους δύο ιχθύας εμέρισε πάσι
Mark ABPGRK 6:42  και έφαγον πάντες και εχορτάσθησαν
Mark ABPGRK 6:43  και ήραν κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις και από των ιχθύων
Mark ABPGRK 6:44  και ήσαν οι φαγόντες τους άρτους ωσεί πεντακισχίλιοι άνδρες
Mark ABPGRK 6:45  και ευθέως ηνάγκασε τους μαθητάς αυτού εμβήναι εις το πλοίον και προάγειν εις το πέραν προς Βηθσαϊδά έως αυτός απολύση τον όχλον
Mark ABPGRK 6:46  και αποταξάμενος αυτοίς απήλθεν εις το όρος προσεύξασθαι
Mark ABPGRK 6:47  και οψίας γενομένης ην το πλοίον εν μέσω της θαλάσσης και αυτός μόνος επί της γης
Mark ABPGRK 6:48  και είδεν αυτούς βασανιζομένους εν τω ελαύνειν ην γαρ ο άνεμος εναντίος αυτοίς και περί τετάρτην φυλακήν της νυκτός έρχεται προς αυτούς περιπατών επί της θαλάσσης και ήθελε παρελθείν αυτούς
Mark ABPGRK 6:49  οι δε ιδόντες αυτόν περιπατούντα επί της θαλάσσης έδοξαν φάντασμα είναι και ανέκραξαν
Mark ABPGRK 6:50  πάντες γαρ αυτόν είδον και εταράχθησαν και ευθέως ελάλησε μετ΄ αυτών και λέγει αυτοίς θαρσείτε εγώ ειμι μη φοβείσθε
Mark ABPGRK 6:51  και ανέβη προς αυτούς εις το πλοίον και εκόπασεν ο άνεμος και λίαν εκ περισσού εν εαυτοίς εξίσταντο και εθαύμαζον
Mark ABPGRK 6:52  ου γαρ συνήκαν επί τοις άρτοις ην γαρ η καρδία αυτών πεπωρωμένη
Mark ABPGRK 6:53  και διαπεράσαντες ήλθον επί την γην Γενησαρέτ και προσωριμίσθησαν
Mark ABPGRK 6:54  και εξελθόντων αυτών εκ του πλοίου ευθέως επιγνόντες αυτόν
Mark ABPGRK 6:55  περιδραμόντες όλην την περίχωρον εκείνην ήρξαντο επί τοις κραββάτοις τους κακώς έχοντας περιφέρειν όπου ήκουον ότι εκεί εστι
Mark ABPGRK 6:56  και όπου αν εισεπορεύετο εις κώμας η πόλεις η αγρούς εν ταις αγοραίς ετίθουν τους ασθενούντας και παρεκάλουν αυτόν ίνα καν του κρασπέδου του ιματίου αυτού άψωνται και όσοι αν ήπτοντο αυτού εσώζοντο