EXODUS
Up
Chapter 1
Exod | GreVamva | 1:1 | Και ταύτα είναι τα ονόματα των υιών Ισραήλ, των εισελθόντων εις Αίγυπτον μετά του Ιακώβ· έκαστος μετά της οικογένειας αυτού εισήλθον. | |
Exod | GreVamva | 1:5 | Και πάσαι αι ψυχαί αι εξελθούσαι εκ του μηρού του Ιακώβ ήσαν ψυχαί εβδομήκοντα· ο δε Ιωσήφ ήτο ήδη εν Αιγύπτω. | |
Exod | GreVamva | 1:7 | Και ηυξήνθησαν οι υιοί Ισραήλ και επληθύνθησαν, και επολλαπλασιάσθησαν, και ενεδυναμώθησαν σφόδρα, ώστε ο τόπος εγέμισεν απ' αυτών. | |
Exod | GreVamva | 1:9 | Και είπε προς τον λαόν αυτού, Ιδού, ο λαός των υιών Ισραήλ είναι πολύ πλήθος και ισχυρότερος ημών· | |
Exod | GreVamva | 1:10 | έλθετε, ας σοφισθώμεν κατ' αυτών, διά να μη πολλαπλασιασθώσι, και αν συμβή πόλεμος ενωθώσι και ούτοι μετά των εχθρών ημών και πολεμήσωσιν ημάς και αναχωρήσωσιν εκ του τόπου. | |
Exod | GreVamva | 1:11 | Κατέστησαν λοιπόν επ' αυτούς επιστάτας των εργασιών, διά να καταθλίβωσιν αυτούς με τα βάρη αυτών· και ωκοδόμησαν εις τον Φαραώ πόλεις αποθηκών, την Πιθώμ και την Ραμεσσή. | |
Exod | GreVamva | 1:12 | Όσον όμως κατέθλιβον αυτούς, τόσω μάλλον επληθύνοντο και ηυξάνοντο. Και οι Αιγύπτιοι απεστρέφοντο τους υιούς Ισραήλ. | |
Exod | GreVamva | 1:14 | και κατεπίκραινον την ζωήν αυτών διά της σκληράς δουλείας εις τον πηλόν και εις τας πλίνθους, και εις πάσας τας εργασίας των πεδιάδων· πάσαι αι εργασίαι αυτών, με τας οποίας κατεδυνάστευον αυτούς, ήσαν αυστηραί. | |
Exod | GreVamva | 1:15 | Και ελάλησεν ο βασιλεύς των Αιγυπτίων προς τας μαίας των Εβραίων, εκ των οποίων η μία ωνομάζετο Σεπφώρα, και η άλλη Φουά, | |
Exod | GreVamva | 1:16 | και είπεν, Όταν μαιεύητε τας Εβραίας και ίδητε αυτάς επί της γέννας, εάν μεν ήναι αρσενικόν, θανατόνετε αυτό· εάν δε ήναι θηλυκόν, τότε ας ζήση. | |
Exod | GreVamva | 1:17 | Εφοβήθησαν δε αι μαίαι τον Θεόν και δεν έκαμνον ως είπε προς αυτάς ο βασιλεύς της Αιγύπτου, αλλ' άφινον ζώντα τα αρσενικά. | |
Exod | GreVamva | 1:18 | Καλέσας δε ο βασιλεύς της Αιγύπτου τας μαίας, είπε προς αυτάς, Διά τι εκάμετε το πράγμα τούτο, και αφίνετε ζώντα τα αρσενικά; | |
Exod | GreVamva | 1:19 | Και απεκρίθησαν αι μαίαι προς τον Φαραώ, Ότι αι Εβραίαι δεν είναι ως αι γυναίκες της Αιγύπτου· διότι είναι εύρωστοι και γεννώσι πριν εισέλθωσιν εις αυτάς αι μαίαι. | |
Chapter 2
Exod | GreVamva | 2:1 | Υπήγε δε άνθρωπός τις εκ του οίκου Λευΐ, και έλαβεν εις γυναίκα μίαν εκ των θυγατέρων Λευΐ. | |
Exod | GreVamva | 2:2 | Και συνέλαβεν η γυνή και εγέννησεν υιόν· ιδούσα δε αυτόν ότι ήτο εύμορφος, έκρυψεν αυτόν τρεις μήνας. | |
Exod | GreVamva | 2:3 | Μη δυναμένη δε να κρύπτη αυτόν πλέον, έλαβε δι' αυτόν κιβώτιον σπάρτινον και κατέχρισεν αυτό με άσφαλτον και πίσσαν και ενέβαλε το παιδίον εις αυτό και έθεσεν εις το ελώδες μέρος παρά το χείλος του ποταμού. | |
Exod | GreVamva | 2:5 | Και κατέβη η θυγάτηρ του Φαραώ διά να λουσθή εις τον ποταμόν, αι δε θεράπαιναι αυτής περιεπάτουν επί την όχθην του ποταμού· και ότε είδε το κιβώτιον εις το ελώδες μέρος, έστειλε την παιδίσκην αυτής και έλαβεν αυτό· | |
Exod | GreVamva | 2:6 | και ανοίξασα βλέπει το παιδίον και ιδού, το νήπιον έκλαιε· και ελυπήθη αυτό, λέγουσα, Εκ των παιδίων των Εβραίων είναι τούτο. | |
Exod | GreVamva | 2:7 | Τότε είπεν η αδελφή αυτού προς την θυγατέρα του Φαραώ, Θέλεις να υπάγω να καλέσω εις σε γυναίκα θηλάζουσαν εκ των Εβραίων, διά να σοι θηλάση το παιδίον; | |
Exod | GreVamva | 2:8 | Και είπε προς αυτήν η θυγάτηρ του Φαραώ, Ύπαγε. Και υπήγε το κοράσιον και εκάλεσε την μητέρα του παιδίου. | |
Exod | GreVamva | 2:9 | Και είπε προς αυτήν η θυγάτηρ του Φαραώ, Λάβε το παιδίον τούτο και θήλασόν μοι αυτό, και εγώ θέλω σοι δώσει τον μισθόν σου. | |
Exod | GreVamva | 2:10 | Έλαβε δε η γυνή το παιδίον και εθήλαζεν αυτό. Και αφού εμεγάλωσε το παιδίον, έφερεν αυτό προς την θυγατέρα του Φαραώ, και έγεινεν υιός αυτής· και εκάλεσε το όνομα αυτού Μωϋσήν, λέγουσα, Ότι εκ του ύδατος ανέσυρα αυτό. | |
Exod | GreVamva | 2:11 | Κατά δε τας ημέρας εκείνας, αφού ο Μωϋσής εμεγάλωσεν, εξήλθε προς τους αδελφούς αυτού· και παρατηρών τα βάρη αυτών, βλέπει άνθρωπον Αιγύπτιον τύπτοντα Εβραίον τινά εκ των αδελφών αυτού. | |
Exod | GreVamva | 2:12 | Περιβλέψας δε εδώ και εκεί και ιδών ότι δεν ήτο ουδείς, επάταξε τον Αιγύπτιον και έκρυψεν αυτόν εν τη άμμω. | |
Exod | GreVamva | 2:13 | Και εξήλθε την ακόλουθον ημέραν και ιδού, δύο άνδρες Εβραίοι διεπληκτίζοντο· και λέγει προς τον αδικούντα, Διά τι τύπτεις τον πλησίον σου; | |
Exod | GreVamva | 2:14 | Ο δε είπε, Τις σε κατέστησεν άρχοντα και κριτήν εφ' ημάς; Μήπως θέλεις συ να με φονεύσης, καθώς εφόνευσας τον Αιγύπτιον; Και εφοβήθη ο Μωϋσής και είπε, Βεβαίως το πράγμα τούτο έγεινε γνωστόν. | |
Exod | GreVamva | 2:15 | Ακούσας δε ο Φαραώ το πράγμα τούτο, εζήτει να θανατώση τον Μωϋσήν· αλλ' ο Μωϋσής έφυγεν από προσώπου του Φαραώ και κατώκησεν εν τη γη Μαδιάμ· εκάθισε δε πλησίον του φρέατος. | |
Exod | GreVamva | 2:16 | Ο δε ιερεύς της Μαδιάμ είχεν επτά θυγατέρας, αίτινες ελθούσαι ήντλησαν ύδωρ και εγέμισαν τας ποτίστρας διά να ποτίσωσι τα πρόβατα του πατρός αυτών. | |
Exod | GreVamva | 2:17 | Ελθόντες δε οι ποιμένες εδίωξαν αυτάς· και σηκωθείς ο Μωϋσής εβοήθησεν αυτάς και επότισε τα πρόβατα αυτών. | |
Exod | GreVamva | 2:18 | Και ότε ήλθον προς Ραγουήλ τον πατέρα αυτών, είπε προς αυτάς, Διά τι τόσον ταχέως ήλθετε σήμερον; | |
Exod | GreVamva | 2:19 | Αι δε είπον, Άνθρωπος Αιγύπτιος ελύτρωσεν ημάς εκ των χειρών των ποιμένων και προσέτι ήντλησεν εις ημάς ύδωρ και επότισε τα πρόβατα. | |
Exod | GreVamva | 2:20 | Ο δε είπε προς τας θυγατέρας αυτού, Και που είναι; διά τι αφήκατε τον άνθρωπον; καλέσατε αυτόν διά να φάγη άρτον. | |
Exod | GreVamva | 2:21 | Και ευχαριστήθη ο Μωϋσής να κατοική μετά του ανθρώπου· όστις έδωκεν εις τον Μωϋσήν εις γυναίκα Σεπφώραν την θυγατέρα αυτού. | |
Exod | GreVamva | 2:22 | Και εγέννησεν υιόν· και εκάλεσε το όνομα αυτού Γηρσώμ, λέγων, Πάροικος είμαι εν ξένη γή· | |
Exod | GreVamva | 2:23 | Μετά δε πολύν καιρόν, ετελεύτησεν ο βασιλεύς της Αιγύπτου· και κατεστέναξαν οι υιοί Ισραήλ διά την δουλείαν και ανεβόησαν· και η βοή αυτών ανέβη προς τον Θεόν εξ αιτίας της δουλείας. | |
Exod | GreVamva | 2:24 | Και εισήκουσεν ο Θεός των στεναγμών αυτών· και ενεθυμήθη ο Θεός την διαθήκην αυτού την προς τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ· | |
Chapter 3
Exod | GreVamva | 3:1 | Ο δε Μωϋσής έβοσκε τα πρόβατα του Ιοθόρ, πενθερού αυτού, ιερέως της Μαδιάμ· και έφερε τα πρόβατα εις το όπισθεν μέρος της ερήμου και ήλθεν εις το όρος του Θεού, το Χωρήβ. | |
Exod | GreVamva | 3:2 | Εφάνη δε εις αυτόν άγγελος Κυρίου εν φλογί πυρός εκ μέσου της βάτου· και είδε και ιδού, η βάτος εκαίετο υπό του πυρός και η βάτος δεν κατεκαίετο. | |
Exod | GreVamva | 3:3 | Και είπεν ο Μωϋσής, Ας στρέψω και ας παρατηρήσω το μέγα τούτο θέαμα, διά τι η βάτος δεν κατακαίεται. | |
Exod | GreVamva | 3:4 | Και ως είδεν ο Κύριος τον Μωϋσήν ότι έστρεψε να παρατηρήση, εφώνησε προς αυτόν ο Θεός εκ μέσου της βάτου και είπε, Μωϋσή, Μωϋσή. Ο δε είπεν, Ιδού, εγώ. | |
Exod | GreVamva | 3:5 | Και είπε, Μη πλησιάσης εδώ· λύσον τα υποδήματά σου εκ των ποδών σου· διότι ο τόπος επί του οποίου ίστασαι είναι γη αγία. | |
Exod | GreVamva | 3:6 | Και είπε προς αυτόν, Εγώ είμαι ο Θεός του πατρός σου, ο Θεός του Αβραάμ, ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ. Έκρυψε δε το πρόσωπον αυτού ο Μωϋσής· διότι εφοβείτο να εμβλέψη εις τον Θεόν. | |
Exod | GreVamva | 3:7 | Και είπεν ο Κύριος, Είδον, είδον την ταλαιπωρίαν του λαού μου του εν Αιγύπτω και ήκουσα την κραυγήν αυτών εξ αιτίας των εργοδιωκτών αυτών· διότι εγνώρισα την οδύνην αυτών· | |
Exod | GreVamva | 3:8 | και κατέβην διά να ελευθερώσω αυτούς εκ της χειρός των Αιγυπτίων και να αναβιβάσω αυτούς εκ της γης εκείνης εις γην καλήν και ευρύχωρον, εις γην ρέουσαν γάλα και μέλι, εις τον τόπον των Χαναναίων και Χετταίων και Αμορραίων και Φερεζαίων και Ευαίων και Ιεβουσαίων· | |
Exod | GreVamva | 3:9 | και τώρα ιδού, η κραυγή των υιών Ισραήλ ήλθεν εις εμέ· και είδον έτι την κατάθλιψιν, με την οποίαν οι Αιγύπτιοι καταθλίβουσιν αυτούς· | |
Exod | GreVamva | 3:10 | ελθέ λοιπόν τώρα και θέλω σε αποστείλει προς τον Φαραώ, και θέλεις εξαγάγει τον λαόν μου τους υιούς Ισραήλ εξ Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 3:11 | Και απεκρίθη ο Μωϋσής προς τον Θεόν, Τις είμαι εγώ, διά να υπάγω προς τον Φαραώ και να εξαγάγω τους υιούς Ισραήλ εξ Αιγύπτου; | |
Exod | GreVamva | 3:12 | Και είπεν ο Θεός, Βεβαίως εγώ θέλω είσθαι μετά σού· και τούτο θέλει είσθαι εις σε το σημείον, ότι εγώ σε απέστειλα· Αφού εξαγάγης τον λαόν μου εξ Αιγύπτου, θέλετε λατρεύσει τον Θεόν επί του όρους τούτου. | |
Exod | GreVamva | 3:13 | Και είπεν ο Μωϋσής προς τον Θεόν, Ιδού, όταν εγώ υπάγω προς τους υιούς Ισραήλ και είπω προς αυτούς, Ο Θεός των πατέρων σας με απέστειλε προς εσάς, και εκείνοι μ' ερωτήσωσι, Τι είναι το όνομα αυτού; τι θέλω ειπεί προς αυτούς; | |
Exod | GreVamva | 3:14 | Και είπεν ο Θεός προς τον Μωϋσήν, Εγώ είμαι ο Ων· και είπεν, Ούτω θέλεις ειπεί προς τους υιούς Ισραήλ· Ο Ων με απέστειλε προς εσάς. | |
Exod | GreVamva | 3:15 | Και είπεν έτι ο Θεός προς τον Μωϋσήν, Ούτω θέλεις ειπεί προς τους υιούς Ισραήλ· Κύριος ο Θεός των πατέρων σας, ο Θεός του Αβραάμ, ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ, με απέστειλε προς εσάς· τούτο θέλει είσθαι το όνομά μου εις τον αιώνα και τούτο το μνημόσυνόν μου εις γενεάς γενεών· | |
Exod | GreVamva | 3:16 | ύπαγε και σύναξον τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ και ειπέ προς αυτούς, Κύριος ο Θεός των πατέρων σας, ο Θεός του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, εφάνη εις εμέ, λέγων, Επεσκέφθην αληθώς εσάς και τα όσα κάμνουσιν εις εσάς εν Αιγύπτω· | |
Exod | GreVamva | 3:17 | και είπα, Θέλω σας αναβιβάσει εκ της ταλαιπωρίας των Αιγυπτίων εις την γην των Χαναναίων και Χετταίων και Αμορραίων και Φερεζαίων και Ευαίων και Ιεβουσαίων, εις γην ρέουσαν γάλα και μέλι· | |
Exod | GreVamva | 3:18 | και θέλουσιν υπακούσει εις την φωνήν σου· και θέλεις υπάγει, συ και οι πρεσβύτεροι του Ισραήλ, προς τον βασιλέα της Αιγύπτου και θέλετε ειπεί προς αυτόν, Κύριος ο Θεός των Εβραίων συνήντησεν ημάς· τώρα λοιπόν άφες να υπάγωμεν οδόν τριών ημερών εις την έρημον, διά να προσφέρωμεν θυσίαν εις Κύριον τον Θεόν ημών· | |
Exod | GreVamva | 3:19 | εγώ δε εξεύρω, ότι δεν θέλει σας αφήσει ο βασιλεύς της Αιγύπτου να υπάγητε, ειμή διά χειρός κραταιάς· | |
Exod | GreVamva | 3:20 | και εκτείνας την χείρα μου, θέλω πατάξει την Αίγυπτον με πάντα τα θαυμάσιά μου τα οποία θέλω κάμει εν μέσω αυτής· και μετά ταύτα θέλει σας εξαποστείλει· | |
Exod | GreVamva | 3:21 | και θέλω δώσει χάριν εις τον λαόν τούτον έμπροσθεν των Αιγυπτίων· και όταν αναχωρήτε, δεν θέλετε αναχωρήσει κενοί· | |
Chapter 4
Exod | GreVamva | 4:1 | Απεκρίθη δε ο Μωϋσής και είπε, Αλλ' ιδού, δεν θέλουσι πιστεύσει εις εμέ ουδέ θέλουσιν εισακούσει εις την φωνήν μου· διότι θέλουσιν ειπεί, δεν εφάνη εις σε ο Κύριος. | |
Exod | GreVamva | 4:2 | Και είπε προς αυτόν ο Κύριος, Τι είναι τούτο, το εν τη χειρί σου; Ο δε είπε, Ράβδος. | |
Exod | GreVamva | 4:3 | Και είπε, Ρίψον αυτήν κατά γης. Και έρριψεν αυτήν κατά γης και έγεινεν όφις· και έφυγεν ο Μωϋσής απ' έμπροσθεν αυτού. | |
Exod | GreVamva | 4:4 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Έκτεινον την χείρα σου και πίασον αυτόν από της ουράς· και εκτείνας την χείρα αυτού επίασεν αυτόν και έγεινε ράβδος εν τη χειρί αυτού· | |
Exod | GreVamva | 4:5 | διά να πιστεύσωσιν ότι εφάνη εις σε Κύριος ο Θεός των πατέρων αυτών, ο Θεός του Αβραάμ, ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ. | |
Exod | GreVamva | 4:6 | Και είπεν έτι προς αυτόν ο Κύριος, Βάλε τώρα την χείρα σου εις τον κόλπον σου. Και έβαλε την χείρα αυτού εις τον κόλπον αυτού· και ότε εξήγαγεν αυτήν, ιδού, η χειρ αυτού λεπρά ως χιών. | |
Exod | GreVamva | 4:7 | Και είπε, Βάλε πάλιν την χείρα σου εις τον κόλπον σου. Και έβαλε την χείρα αυτού εις τον κόλπον αυτού· και ότε εξήγαγεν αυτήν εκ του κόλπου αυτού, ιδού, αποκατεστάθη καθώς η σαρξ αυτού. | |
Exod | GreVamva | 4:8 | Εάν δε, είπεν ο Κύριος, δεν πιστεύσωσιν εις σε μηδέ εισακούσωσιν εις την φωνήν του σημείου του πρώτου, θέλουσι πιστεύσει εις την φωνήν του σημείου του δευτέρου· | |
Exod | GreVamva | 4:9 | εάν δε δεν πιστεύσωσι και εις τα δύο ταύτα σημεία μηδέ εισακούσωσιν εις την φωνήν σου, θέλεις λάβει εκ του ύδατος του ποταμού και θέλεις χύσει αυτό επί της ξηράς· και το ύδωρ, το οποίον ήθελες λάβει εκ του ποταμού, θέλει γείνει αίμα επί της ξηράς. | |
Exod | GreVamva | 4:10 | Και είπεν ο Μωϋσής προς τον Κύριον, Δέομαι, Κύριε· εγώ δεν είμαι εύλαλος ούτε από χθές ούτε από προχθές ούτε αφ' ης ώρας ελάλησας προς τον δούλον σου· αλλ' είμαι βραδύστομος και βραδύγλωσσος. | |
Exod | GreVamva | 4:11 | Και είπε προς αυτόν ο Κύριος, Τις έδωκε στόμα εις τον άνθρωπον; ή τις έκαμε τον εύλαλον, ή τον κωφόν ή τον βλέποντα ή τον τυφλόν; ουχί εγώ ο Κύριος; | |
Exod | GreVamva | 4:12 | ύπαγε λοιπόν τώρα και εγώ θέλω είσθαι μετά του στόματός σου και θέλω σε διδάξει ό,τι μέλλεις να λαλήσης. | |
Exod | GreVamva | 4:14 | Και εξήφθη ο θυμός του Κυρίου κατά του Μωϋσέως· και είπε, Δεν είναι Ααρών ο αδελφός σου ο Λευΐτης; εξεύρω ότι αυτός δύναται να λαλή καλώς· και μάλιστα, ιδού, εξέρχεται εις συνάντησίν σου και όταν σε ίδη, θέλει χαρή εν τη καρδία αυτού· | |
Exod | GreVamva | 4:15 | συ λοιπόν θέλεις λαλεί προς αυτόν και θέλεις βάλλει τους λόγους εις το στόμα αυτού· εγώ δε θέλω είσθαι μετά του στόματός σου και μετά του στόματος εκείνου και θέλω σας διδάξει ό,τι πρέπει να πράξητε· | |
Exod | GreVamva | 4:16 | και αυτός θέλει λαλεί αντί σου προς τον λαόν· και αυτός θέλει είσθαι εις σε αντί στόματος, συ δε θέλεις είσθαι εις αυτόν αντί Θεού· | |
Exod | GreVamva | 4:17 | λάβε δε εις την χείρα σου την ράβδον ταύτην, με την οποίαν θέλεις κάμνει τα σημεία. | |
Exod | GreVamva | 4:18 | Και ανεχώρησεν ο Μωϋσής και επέστρεψε προς τον Ιοθόρ τον πενθερόν αυτού και είπε προς αυτόν, Ας υπάγω, παρακαλώ, και ας επιστρέψω προς τους αδελφούς μου, τους εν Αιγύπτω, και ας ίδω αν ζώσιν έτι. Και είπεν ο Ιοθόρ προς τον Μωϋσήν, Ύπαγε εν ειρήνη. | |
Exod | GreVamva | 4:19 | Ο δε Κύριος είπε προς τον Μωϋσήν εν Μαδιάμ, Ύπαγε, επίστρεψον εις Αίγυπτον· διότι απέθανον πάντες οι άνθρωποι οι ζητούντες την ψυχήν σου. | |
Exod | GreVamva | 4:20 | Τότε παραλαβών ο Μωϋσής την γυναίκα αυτού και τα τέκνα αυτού και καθίσας αυτά επί όνους επέστρεψεν εις την γην της Αιγύπτου· έλαβε δε ο Μωϋσής την ράβδον του Θεού εν τη χειρί αυτού. | |
Exod | GreVamva | 4:21 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Όταν υπάγης και επιστρέψης εις Αίγυπτον, ιδέ να κάμης έμπροσθεν του Φαραώ πάντα τα θαυμάσια, τα οποία έδωκα εις την χείρα σου· πλην εγώ θέλω σκληρύνει την καρδίαν αυτού, και δεν θέλει εξαποστείλει τον λαόν· | |
Exod | GreVamva | 4:22 | και θέλεις ειπεί προς τον Φαραώ, Ούτω λέγει Κύριος· Υιός μου είναι, πρωτότοκός μου, ο Ισραήλ· | |
Exod | GreVamva | 4:23 | και προς σε λέγω, Εξαπόστειλον τον υιόν μου, διά να με λατρεύση· και εάν δεν θέλης να εξαποστείλης αυτόν, ιδού, εγώ θέλω θανατώσει τον υιόν σου, τον πρωτότοκόν σου. | |
Exod | GreVamva | 4:24 | Ενώ δε ο Μωϋσής ήτο εν τη οδώ, εν τω καταλύματι, συνήντησεν αυτόν ο Κύριος και εζήτει να θανατώση αυτόν. | |
Exod | GreVamva | 4:25 | Και λαβούσα η Σεπφώρα λιθάριον κοπτερόν, περιέτεμε την ακροβυστίαν του υιού αυτής, και έρριψεν εις τους πόδας αυτού, λέγουσα, Βεβαίως νυμφίος αιμάτων είσαι εις εμέ. | |
Exod | GreVamva | 4:27 | Είπε δε Κύριος προς τον Ααρών, Ύπαγε προς συνάντησιν του Μωϋσέως εις την έρημον. Και υπήγε και συνήντησεν αυτόν εν τω όρει του Θεού και ησπάσθη αυτόν. | |
Exod | GreVamva | 4:28 | Και απήγγειλεν ο Μωϋσής προς τον Ααρών πάντας τους λόγους του Κυρίου, τους οποίους παρήγγειλεν εις αυτόν, και πάντα τα σημεία, τα οποία προσέταξεν εις αυτόν. | |
Exod | GreVamva | 4:29 | Υπήγαν λοιπόν ο Μωϋσής και ο Ααρών και συνήγαγον πάντας τους πρεσβυτέρους των υιών Ισραήλ· | |
Exod | GreVamva | 4:30 | και ελάλησεν ο Ααρών πάντας τους λόγους, τους οποίους ο Κύριος ελάλησε προς τον Μωϋσήν, και έκαμε τα σημεία ενώπιον του λαού. | |
Chapter 5
Exod | GreVamva | 5:1 | Μετά δε ταύτα, εισελθόντες ο Μωϋσής και ο Ααρών, είπαν προς τον Φαραώ, Ούτω λέγει Κύριος ο Θεός του Ισραήλ· Εξαπόστειλον τον λαόν μου, διά να εορτάσωσιν εις εμέ εν τη ερήμω. | |
Exod | GreVamva | 5:2 | Ο δε Φαραώ είπε, Τις είναι ο Κύριος, εις του οποίου την φωνήν θέλω υπακούσει, ώστε να εξαποστείλω τον Ισραήλ; δεν γνωρίζω τον Κύριον και ουδέ τον Ισραήλ θέλω εξαποστείλει. | |
Exod | GreVamva | 5:3 | Οι δε είπον, Ο Θεός των Εβραίων συνήντησεν ημάς· άφες λοιπόν να υπάγωμεν οδόν τριών ημερών εις την έρημον, διά να προσφέρωμεν θυσίαν εις Κύριον τον Θεόν ημών, μήποτε έλθη καθ' ημών με θανατικόν ή με μάχαιραν. | |
Exod | GreVamva | 5:4 | Και είπε προς αυτούς ο βασιλεύς της Αιγύπτου, Διά τι, Μωϋσή και Ααρών, αποκόπτετε τον λαόν από των εργασιών αυτού; υπάγετε εις τα έργα σας. | |
Exod | GreVamva | 5:5 | Και είπεν ο Φαραώ, Ιδού, ο λαός του τόπου είναι τώρα πολυπληθής και σεις κάμνετε αυτούς να παύωσιν από των έργων αυτών. | |
Exod | GreVamva | 5:6 | Και την αυτήν ημέραν προσέταξεν ο Φαραώ τους εργοδιώκτας τον λαού και τους επιτρόπους αυτών, λέγων, | |
Exod | GreVamva | 5:7 | Δεν θέλετε δώσει πλέον εις τον λαόν τούτον άχυρον καθώς χθές και προχθές, διά να κάμνωσι τας πλίνθους· ας υπάγωσιν αυτοί και ας συνάγωσιν εις εαυτούς άχυρον· | |
Exod | GreVamva | 5:8 | θέλετε όμως επιβάλει εις αυτούς το ποσόν των πλίνθων, το οποίον έκαμνον πρότερον· παντελώς δεν θέλετε ελαττώσει αυτό· διότι μένουσιν αργοί και διά τούτο φωνάζουσι, λέγοντες, Άφες να υπάγωμεν, διά να προσφέρωμεν θυσίαν εις τον Θεόν ημών· | |
Exod | GreVamva | 5:9 | ας επιβαρυνθώσιν αι εργασίαι των ανθρώπων τούτων, διά να ήναι ενησχολημένοι εις αυτάς και να μη προσέχωσιν εις λόγια μάταια. | |
Exod | GreVamva | 5:10 | Εξήλθον λοιπόν οι εργοδιώκται του λαού και οι επίτροποι αυτού και ελάλησαν προς τον λαόν, λέγοντες, Ούτως είπεν ο Φαραώ· Δεν σας δίδω άχυρον· | |
Exod | GreVamva | 5:11 | σεις αυτοί υπάγετε, συνάγετε άχυρον, όπου δύνασθε να εύρητε· πλην δεν θέλει ελαττωθή εκ των εργασιών σας ουδέν. | |
Exod | GreVamva | 5:12 | Και διεσπάρη ο λαός καθ' όλην την γην της Αιγύπτου, διά να συνάγη καλάμην αντί αχύρου. | |
Exod | GreVamva | 5:13 | Οι δε εργοδιώκται εβίαζον αυτούς, λέγοντες, Τελειόνετε τας εργασίας σας, το διωρισμένον καθ' ημέραν, καθώς ότε εδίδετο το άχυρον. | |
Exod | GreVamva | 5:14 | Και εμαστιγώθησαν οι επίτροποι των υιών Ισραήλ, οι διωρισμένοι επ' αυτούς υπό των εργοδιωκτών του Φαραώ, λεγόντων, Διά τι δεν ετελειώσατε χθές και σήμερον το διωρισμένον εις εσάς ποσόν των πλίνθων, καθώς πρότερον; | |
Exod | GreVamva | 5:15 | Εισελθόντες δε οι επίτροποι των υιών Ισραήλ, κατεβόησαν προς τον Φαραώ, λέγοντες, Διά τι κάμνεις ούτως εις τους δούλους σου; | |
Exod | GreVamva | 5:16 | άχυρον δεν δίδεται εις τους δούλους σου και λέγουσιν εις ημάς, Κάμνετε πλίνθους· και ιδού, εμαστιγώθησαν οι δούλοί σου· το δε σφάλμα είναι του λαού σου. | |
Exod | GreVamva | 5:17 | Ο δε απεκρίθη, Οκνηροί είσθε, οκνηροί· διά τούτο λέγετε, Άφες να υπάγωμεν να προσφέρωμεν θυσίαν προς τον Κύριον· | |
Exod | GreVamva | 5:18 | υπάγετε λοιπόν τώρα, δουλεύετε· διότι άχυρον δεν θέλει σας δοθή· θέλετε όμως αποδίδει το ποσόν των πλίνθων. | |
Exod | GreVamva | 5:19 | Και έβλεπον εαυτούς οι επίτροποι των υιών Ισραήλ εν κακή περιστάσει, αφού ερρέθη προς αυτούς, Δεν θέλει ελαττωθή ουδέν από του καθημερινού ποσού των πλίνθων. | |
Exod | GreVamva | 5:20 | Εξερχόμενοι δε από του Φαραώ, συνήντησαν τον Μωϋσήν και τον Ααρών, ερχομένους εις συνάντησιν αυτών· | |
Exod | GreVamva | 5:21 | και είπον προς αυτούς, Ο Κύριος να σας ίδη και να κρίνη· διότι σεις εκάμετε βδελυκτήν την οσμήν ημών έμπροσθεν του Φαραώ και έμπροσθεν των δούλων αυτού, ώστε να δώσητε εις τας χείρας αυτών μάχαιραν διά να θανατώσωσιν ημάς. | |
Exod | GreVamva | 5:22 | Και επέστρεψεν ο Μωϋσής προς τον Κύριον και είπε, Κύριε, διά τι κατέθλιψας τον λαόν τούτον; και διά τι με απέστειλας; | |
Chapter 6
Exod | GreVamva | 6:1 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Τώρα θέλεις ιδεί τι θέλω κάμει εις τον Φαραώ· διότι διά χειρός κραταιάς θέλει εξαποστείλει αυτούς· και διά χειρός κραταιάς θέλει εκδιώξει αυτούς εκ της γης αυτού. | |
Exod | GreVamva | 6:3 | και εφάνην εις τον Αβραάμ, εις τον Ισαάκ και εις τον Ιακώβ, με το όνομα, Θεός Παντοκράτωρ· δεν εγνωρίσθην όμως εις αυτούς με το όνομά μου Ιεοβά· | |
Exod | GreVamva | 6:4 | και έτι έστησα προς αυτούς την διαθήκην μου, να δώσω εις αυτούς την γην Χαναάν την γην της παροικίας αυτών, εν ή παρώκησαν· | |
Exod | GreVamva | 6:5 | εγώ προσέτι ήκουσα τους στεναγμούς των υιών Ισραήλ διά την υπό των Αιγυπτίων καταδούλωσιν αυτών· και ενεθυμήθην την διαθήκην μου· | |
Exod | GreVamva | 6:6 | διά τούτο ειπέ προς τους υιούς Ισραήλ, Εγώ είμαι ο Κύριος· και θέλω σας εκβάλει υποκάτωθεν των φορτίων των Αιγυπτίων και θέλω σας ελευθερώσει από της δουλείας αυτών και θέλω σας λυτρώσει με βραχίονα εξηπλωμένον και με κρίσεις μεγάλας· | |
Exod | GreVamva | 6:7 | και θέλω σας λάβει εις εμαυτόν διά λαόν μου και θέλω είσθαι Θεός υμών· και θέλετε γνωρίσει ότι εγώ είμαι Κύριος ο Θεός υμών, όστις σας εκβάλλω υποκάτωθεν των φορτίων των Αιγυπτίων· | |
Exod | GreVamva | 6:8 | και θέλω σας φέρει εις την γην, περί της οποίας ύψωσα την χείρα μου, ότι θέλω δώσει αυτήν εις τον Αβραάμ, εις τον Ισαάκ και εις τον Ιακώβ· και θέλω σας δώσει αυτήν εις κληρονομίαν. Εγώ ο Κύριος. | |
Exod | GreVamva | 6:9 | Και ελάλησεν ο Μωϋσής ούτω προς τους υιούς Ισραήλ· αλλά δεν εισήκουσαν εις τον Μωϋσήν, διά την στενοχωρίαν της ψυχής αυτών και διά την σκληράν δουλείαν. | |
Exod | GreVamva | 6:11 | Είσελθε, λάλησον προς Φαραώ, τον βασιλέα της Αιγύπτου, διά να εξαποστείλη τους υιούς Ισραήλ εκ της γης αυτού. | |
Exod | GreVamva | 6:12 | Και ελάλησεν ο Μωϋσής ενώπιον του Κυρίου, λέγων, Ιδού, οι υιοί Ισραήλ δεν μου εισήκουσαν· και πως θέλει μου εισακούσει ο Φαραώ, και εγώ είμαι απερίτμητος τα χείλη; | |
Exod | GreVamva | 6:13 | και ελάλησε Κύριος προς τον Μωϋσήν και προς τον Ααρών και απέστειλεν αυτούς προς τους υιούς Ισραήλ και προς Φαραώ τον βασιλέα της Αιγύπτου, διά να εξαγάγωσι τους υιούς Ισραήλ εκ γης Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 6:14 | Ούτοι είναι οι αρχηγοί των οίκων των πατριών αυτών· Οι υιοί του Ρουβήν, του πρωτοτόκου του Ισραήλ, Ανώχ και Φαλλού, Εσρών και Χαρμί· αύται είναι αι συγγένειαι του Ρουβήν. | |
Exod | GreVamva | 6:15 | Και οι υιοί του Συμεών, Ιεμουήλ και Ιαμείν και Αώδ και Ιαχείν και Σωάρ και Σαούλ υιός Χανανίτιδος· αύται είναι αι συγγένειαι του Συμεών. | |
Exod | GreVamva | 6:16 | Τα δε ονόματα των υιών του Λευΐ κατά τας γενεάς αυτών είναι ταύτα· Γηρσών και Καάθ και Μεραρί· και τα έτη της ζωής του Λευΐ έγειναν εκατόν τριάκοντα επτά έτη. | |
Exod | GreVamva | 6:18 | Και οι υιοί του Καάθ, Αμράμ και Ισαάρ και Χεβρών και Οζιήλ· και τα έτη της ζωής του Καάθ έγειναν εκατόν τριάκοντα τρία έτη. | |
Exod | GreVamva | 6:19 | Και οι υιοί του Μεραρί, Μααλί και Μουσί· αύται είναι αι συγγένειαι του Λευΐ, κατά τας γενεάς αυτών. | |
Exod | GreVamva | 6:20 | Έλαβε δε ο Αμράμ εις γυναίκα εαυτού την Ιωχαβέδ, θυγατέρα του αδελφού του πατρός αυτού· και εγέννησεν εις αυτόν τον Ααρών και τον Μωϋσήν· τα δε έτη της ζωής του Αμράμ έγειναν εκατόν τριάκοντα επτά έτη. | |
Exod | GreVamva | 6:23 | Έλαβε δε ο Ααρών εις γυναίκα εαυτού την Ελισάβετ, θυγατέρα του Αμμιναδάβ, αδελφήν του Ναασσών· και εγέννησεν εις αυτόν τον Ναδάβ και τον Αβιούδ, τον Ελεάζαρ και τον Ιθάμαρ. | |
Exod | GreVamva | 6:24 | Και οι υιοί του Κορέ, Ασείρ και Ελκανά και Αβιάσαφ· αύται είναι αι συγγένειαι των Κοριτών. | |
Exod | GreVamva | 6:25 | Ο δε Ελεάζαρ, ο υιός του Ααρών, έλαβεν εις γυναίκα εαυτού μίαν εκ των θυγατέρων του Φουτιήλ· και εγέννησεν εις αυτόν τον Φινεές· ούτοι είναι οι αρχηγοί των πατριών των Λευϊτών, κατά τας συγγενείας αυτών. | |
Exod | GreVamva | 6:26 | Ούτοι είναι ο Ααρών και ο Μωϋσής, προς τους οποίους είπεν ο Κύριος, Εξαγάγετε τους υιούς Ισραήλ, εκ γης Αιγύπτου κατά τα τάγματα αυτών. | |
Exod | GreVamva | 6:27 | Ούτοι είναι οι λαλήσαντες προς Φαραώ τον βασιλέα της Αιγύπτου, διά να εξαγάγωσι τους υιούς Ισραήλ εξ Αιγύπτου· αυτοί, ο Μωϋσής και ο Ααρών. | |
Exod | GreVamva | 6:29 | είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, λέγων, Εγώ είμαι ο Κύριος· λάλησον προς Φαραώ, τον βασιλέα της Αιγύπτου, πάντα όσα λέγω προς σε. | |
Chapter 7
Exod | GreVamva | 7:1 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Ιδέ, εγώ σε κατέστησα Θεόν εις τον Φαραώ· και Ααρών ο αδελφός σου θέλει είσθαι προφήτης σου· | |
Exod | GreVamva | 7:2 | συ θέλεις λαλήσει πάντα όσα σε προστάζω· ο δε Ααρών ο αδελφός σου θέλει λαλήσει προς τον Φαραώ, διά να εξαποστείλη τους υιούς Ισραήλ εκ της γης αυτού· | |
Exod | GreVamva | 7:3 | εγώ δε θέλω σκληρύνει την καρδίαν του Φαραώ και θέλω πληθύνει τα σημείά μου και τα θαυμάσιά μου εν τη γη της Αιγύπτου· | |
Exod | GreVamva | 7:4 | πλην ο Φαραώ δεν θέλει σας υπακούσει και θέλω επιβάλει την χείρα μου επί την Αίγυπτον και θέλω εξαγάγει τα στρατεύματά μου, τον λαόν μου, τους υιούς Ισραήλ, εκ γης Αιγύπτου με κρίσεις μεγάλας· | |
Exod | GreVamva | 7:5 | και θέλουσι γνωρίσει οι Αιγύπτιοι ότι εγώ είμαι ο Κύριος, όταν εκτείνω την χείρα μου επί την Αίγυπτον και εξαγάγω τους υιούς Ισραήλ εκ μέσου αυτών. | |
Exod | GreVamva | 7:6 | Έκαμον δε ο Μωϋσής και ο Ααρών καθώς προσέταξεν εις αυτούς ο Κύριος· ούτως έκαμον. | |
Exod | GreVamva | 7:7 | Ήτο δε ο Μωϋσής ηλικίας ογδοήκοντα ετών, ο δε Ααρών ογδοήκοντα τριών ετών, ότε ελάλησαν προς τον Φαραώ. | |
Exod | GreVamva | 7:9 | Όταν σας είπη ο Φαραώ, λέγων, Δείξατε σεις θαύμα· τότε θέλεις ειπεί προς τον Ααρών, Λάβε την ράβδον σου και ρίψον έμπροσθεν του Φαραώ· και θέλει γείνει όφις. | |
Exod | GreVamva | 7:10 | Εισήλθον λοιπόν ο Μωϋσής και ο Ααρών προς τον Φαραώ, και έκαμον ούτως ως προσέταξεν ο Κύριος· και έρριψεν ο Ααρών την ράβδον αυτού έμπροσθεν του Φαραώ και έμπροσθεν των δούλων αυτού, και έγεινεν όφις. | |
Exod | GreVamva | 7:11 | Εκάλεσε δε και ο Φαραώ τους σοφούς και τους μάγους· και οι μάγοι της Αιγύπτου έκαμον και αυτοί ωσαύτως με τας επωδάς αυτών. | |
Exod | GreVamva | 7:12 | Διότι έρριψαν έκαστος την ράβδον αυτού, και έγειναν όφεις· η ράβδος όμως του Ααρών κατέπιε τας ράβδους εκείνων. | |
Exod | GreVamva | 7:13 | Και εσκληρύνθη η καρδία του Φαραώ και δεν εισήκουσεν εις αυτούς, καθώς ελάλησεν ο Κύριος. | |
Exod | GreVamva | 7:14 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Εσκληρύνθη η καρδία του Φαραώ, ώστε να μη εξαποστείλη τον λαόν· | |
Exod | GreVamva | 7:15 | ύπαγε προς τον Φαραώ το πρωΐ· ιδού, εξέρχεται εις το ύδωρ· και θέλεις σταθή παρά το χείλος του ποταμού, διά να συναντήσης αυτόν· και την ράβδον, την μεταβληθείσαν εις όφιν, θέλεις κρατεί εις την χείρα σου· | |
Exod | GreVamva | 7:16 | και θέλεις ειπεί προς αυτόν· Κύριος ο Θεός των Εβραίων με απέστειλε προς σε, λέγων, Εξαπόστειλον τον λαόν μου, διά να με λατρεύση εν τη ερήμω· αλλ ιδού, δεν εισήκουσας έως του νύν· | |
Exod | GreVamva | 7:17 | ούτω λέγει Κύριος· Με τούτο θέλεις γνωρίσει ότι εγώ είμαι ο Κύριος· ιδού, με την ράβδον την εν τη χειρί μου θέλω κτυπήσει επί τα ύδατα του ποταμού και θέλουσι μεταβληθή εις αίμα· | |
Exod | GreVamva | 7:18 | και τα οψάρια τα εν τω ποταμώ θέλουσι τελευτήσει, και ο ποταμός θέλει βρωμήσει, και οι Αιγύπτιοι θέλουσιν αηδιάσει να πίωσιν ύδωρ εκ του ποταμού· | |
Exod | GreVamva | 7:19 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Ειπέ προς τον Ααρών, Λάβε την ράβδον σου και έκτεινον την χείρα σου επί τα ύδατα της Αιγύπτου, επί τους ρύακας αυτών, επί τους ποταμούς αυτών, επί τας λίμνας αυτών, και επί πάσαν συναγωγήν ύδατος αυτών, και θέλουσι γείνει αίμα· και θέλει είσθαι αίμα καθ' όλην την γην της Αιγύπτου και εις τα ξύλινα και πέτρινα αγγεία. | |
Exod | GreVamva | 7:20 | Και έκαμον ούτως ο Μωϋσής και ο Ααρών καθώς προσέταξεν ο Κύριος· και υψώσας ο Ααρών την ράβδον, εκτύπησε τα ύδατα του ποταμού ενώπιον του Φαραώ και ενώπιον των θεραπόντων αυτού· και μετεβλήθησαν εις αίμα πάντα τα ύδατα του ποταμού. | |
Exod | GreVamva | 7:21 | Και τα οψάρια τα εν τω ποταμώ ετελεύτησαν, και ο ποταμός εβρώμησεν, ώστε οι Αιγύπτιοι δεν ηδύναντο να πίωσιν ύδωρ εκ του ποταμού· και ήτο αίμα καθ' όλην την γην της Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 7:22 | Έκαμον δε το όμοιον και οι μάγοι της Αιγύπτου με τας επωδάς αυτών· και εσκληρύνθη η καρδία του Φαραώ και δεν εισήκουσεν εις αυτούς, καθώς είπεν ο Κύριος. | |
Exod | GreVamva | 7:23 | Και επιστρέψας ο Φαραώ, ήλθεν εις τον οίκον αυτού, και δεν επέστησε την καρδίαν αυτού ουδέ εις τούτο. | |
Exod | GreVamva | 7:24 | Πάντες δε οι Αιγύπτιοι έσκαπτον πέριξ του ποταμού διά να πίωσιν ύδωρ, διότι δεν ηδύναντο να πίωσιν εκ του ύδατος του ποταμού. | |
Chapter 8
Exod | GreVamva | 8:1 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Ύπαγε προς τον Φαραώ, και ειπέ προς αυτόν, ούτω λέγει Κύριος, Εξαπόστειλον τον λαόν μου διά να με λατρεύση· | |
Exod | GreVamva | 8:2 | και αν δεν θέλης να εξαποστείλης αυτόν, ιδού, εγώ θέλω κτυπήσει πάντα τα όριά σου με βατράχους· | |
Exod | GreVamva | 8:3 | και ο ποταμός θέλει εξεμέσει βατράχους, οίτινες αναβαίνοντες θέλουσιν εισέλθει εις τον οίκόν σου και εις τον κοιτώνά σου και επί της κλίνης σου και εις τας οικίας των θεραπόντων σου και επί τον λαόν σου και εις τους κλιβάνους σου και εις τας σκάφας σου· | |
Exod | GreVamva | 8:4 | και επί σε και επί τον λαόν σου και επί πάντας τους θεράποντάς σου θέλουσιν αναβή οι βάτραχοι. | |
Exod | GreVamva | 8:5 | Είπε δε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Ειπέ προς τον Ααρών, Έκτεινον την χείρα σου με την ράβδον σου επί τους ρύακας, επί τους ποταμούς και επί τας λίμνας και ανάγαγε τους βατράχους επί την γην της Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 8:6 | Και εξέτεινεν ο Ααρών την χείρα αυτού επί τα ύδατα της Αιγύπτου· και ανέβησαν οι βάτραχοι και εκάλυψαν την γην της Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 8:7 | Και έκαμον ομοίως οι μάγοι με τας επωδάς αυτών και ανήγαγον τους βατράχους επί την γην της Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 8:8 | Τότε εκάλεσεν ο Φαραώ τον Μωϋσήν και τον Ααρών και είπε, Δεήθητε του Κυρίου να σηκώση τους βατράχους απ' εμού και από του λαού μου· και θέλω εξαποστείλει τον λαόν διά να θυσιάσωσιν εις τον Κύριον. | |
Exod | GreVamva | 8:9 | Και είπεν ο Μωϋσής προς τον Φαραώ, Διόρισον εις εμέ, πότε να δεηθώ υπέρ σου και υπέρ των θεραπόντων σου και υπέρ του λαού σου· διά να εξαλείψη τους βατράχους από σου, και από των οικιών σου, και μόνον εν τω ποταμώ να μείνωσιν. | |
Exod | GreVamva | 8:10 | Ο δε είπεν, Αύριον. Και είπε, Θέλει γείνει κατά τον λόγον σου· διά να γνωρίσης ότι δεν είναι ουδείς ως ο Κύριος ο Θεός ημών· | |
Exod | GreVamva | 8:11 | και θέλουσι σηκωθή οι βάτραχοι από σου και από των οικιών σου και από των θεραπόντων σου και από του λαού σου· μόνον εν τω ποταμώ θέλουσι μείνει. | |
Exod | GreVamva | 8:12 | Τότε εξήλθον ο Μωϋσής και ο Ααρών από του Φαραώ· και εβόησεν ο Μωϋσής προς τον Κύριον περί των βατράχων, τους οποίους έφερεν επί τον Φαραώ. | |
Exod | GreVamva | 8:13 | Και έκαμεν ο Κύριος κατά τον λόγον του Μωϋσέως· και ετελεύτησαν οι βάτραχοι εκ των οικιών, εκ των επαύλεων και εκ των αγρών. | |
Exod | GreVamva | 8:15 | Ιδών δε ο Φαραώ ότι έγεινεν αναψυχή, εσκλήρυνε την καρδίαν αυτού, και δεν εισήκουσεν εις αυτούς, καθώς ελάλησεν ο Κύριος. | |
Exod | GreVamva | 8:16 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Ειπέ προς τον Ααρών, Έκτεινον την ράβδον σου και κτύπησον το χώμα της γης, διά να γείνη σκνίπες καθ' όλην την γην της Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 8:17 | Και έκαμον ούτω· διότι εξέτεινεν ο Ααρών την χείρα αυτού με την ράβδον αυτού, και εκτύπησε το χώμα της γης, και έγεινε σκνίπες εις τους ανθρώπους και εις τα κτήνη· όλον το χώμα της γης έγεινε σκνίπες καθ' όλην την γην της Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 8:18 | Και έκαμον ομοίως οι μάγοι με τας επωδάς αυτών διά να εκβάλωσι σκνίπας· πλην δεν ηδυνήθησαν· οι σκνίπες λοιπόν ήσαν επί τους ανθρώπους και επί τα κτήνη. | |
Exod | GreVamva | 8:19 | Τότε είπον οι μάγοι προς τον Φαραώ, Δάκτυλος Θεού είναι τούτο. Η καρδία όμως του Φαραώ εσκληρύνθη και δεν εισήκουσεν εις αυτούς, καθώς ελάλησεν ο Κύριος. | |
Exod | GreVamva | 8:20 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Σηκώθητι ενωρίς το πρωΐ και στάθητι ενώπιον του Φαραώ· ιδού, εξέρχεται εις το ύδωρ· και ειπέ προς αυτόν, Ούτω λέγει Κύριος· Εξαπόστειλον τον λαόν μου διά να με λατρεύση· | |
Exod | GreVamva | 8:21 | διότι εάν δεν εξαποστείλης τον λαόν μου, ιδού, θέλω στείλει επί σε και επί τους θεράποντάς σου και επί τον λαόν σου και επί τας οικίας σου κυνόμυιαν, και αι οικίαι των Αιγυπτίων και η γη έτι επί της οποίας κατοικούσι θέλουσι γεμίσει από κυνόμυιαν· | |
Exod | GreVamva | 8:22 | θέλω όμως εξαιρέσει εν εκείνη τη ημέρα την γην Γεσέν, εν ή κατοικεί ο λαός μου, ώστε να μη ήναι εκεί παντελώς κυνόμυια· διά να γνωρίσης ότι εγώ είμαι ο Κύριος εν τω μέσω της γής· | |
Exod | GreVamva | 8:23 | και θέλω βάλει διαφοράν μεταξύ του λαού μου και του λαού σου· αύριον θέλει γείνει το σημείον τούτο. | |
Exod | GreVamva | 8:24 | Και έκαμε Κύριος ούτω· και ήλθε κυνόμυια πλήθος εις την οικίαν του Φαραώ και εις τας οικίας των θεραπόντων αυτού και εις όλην την γην της Αιγύπτου· η γη διεφθάρη εκ του πλήθους της κυνομυίας. | |
Exod | GreVamva | 8:25 | Και εκάλεσεν ο Φαραώ τον Μωϋσήν και τον Ααρών και είπεν, Υπάγετε, κάμετε θυσίαν εις τον Θεόν σας εν ταύτη τη γη. | |
Exod | GreVamva | 8:26 | Είπε δε ο Μωϋσής, Δεν αρμόζει να γείνη ούτω· διότι ημείς θυσιάζομεν εις Κύριον τον Θεόν ημών θυσίας, τας οποίας οι Αιγύπτιοι βδελύττονται· ιδού, εάν ημείς θυσιάσωμεν θυσίας, τας οποίας οι Αιγύπτιοι βδελύττονται, έμπροσθεν των οφθαλμών αυτών, δεν θέλουσι μας λιθοβολήσει; | |
Exod | GreVamva | 8:27 | θέλομεν υπάγει οδόν τριών ημερών εις την έρημον και θέλομεν θυσιάσει εις Κύριον τον Θεόν ημών, καθώς είπε προς ημάς. | |
Exod | GreVamva | 8:28 | Τότε είπεν ο Φαραώ, Εγώ θέλω σας εξαποστείλει, διά να θυσιάσητε εις Κύριον τον Θεόν σας εν τη ερήμω· μόνον να μη υπάγητε πολύ μακράν· δεήθητε υπέρ εμού. | |
Exod | GreVamva | 8:29 | Και είπεν ο Μωϋσής, Ιδού, εγώ εξέρχομαι από σου και θέλω δεηθή του Κυρίου, ώστε η κυνόμυια να σηκωθή αύριον από του Φαραώ, από των θεραπόντων αυτού και από του λαού αυτού· πλην ας μη εξακολουθή ο Φαραώ να απατά ημάς, μη εξαποστέλλων τον λαόν, διά να θυσιάση εις τον Κύριον. | |
Exod | GreVamva | 8:31 | Και έκαμε Κύριος κατά τον λόγον του Μωϋσέως· και εσήκωσε την κυνόμυιαν από του Φαραώ, από των θεραπόντων αυτού και από του λαού αυτού· δεν έμεινεν ουδέ μία. | |
Chapter 9
Exod | GreVamva | 9:1 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Ύπαγε προς τον Φαραώ και ειπέ προς αυτόν, Ούτω λέγει Κύριος ο Θεός των Εβραίων. Εξαπόστειλον τον λαόν μου, διά να με λατρεύση· | |
Exod | GreVamva | 9:3 | ιδού, η χειρ του Κυρίου θέλει είσθαι επί τα κτήνη σου τα εν τω αγρώ, επί τους ίππους, επί τους όνους, επί τας καμήλους, επί τους βόας, και επί τα πρόβατα· θανατικόν βαρύ σφόδρα· | |
Exod | GreVamva | 9:4 | και θέλει κάμει ο Κύριος διάκρισιν μεταξύ των κτηνών του Ισραήλ και των κτηνών των Αιγυπτίων· και εκ πάντων των ανηκόντων εις τους υιούς Ισραήλ δεν θέλει αποθάνει ουδέ εν. | |
Exod | GreVamva | 9:5 | Και διώρισεν ο Κύριος καιρόν, λέγων, Αύριον θέλει κάμει ο Κύριος το πράγμα τούτο εν τη γη. | |
Exod | GreVamva | 9:6 | Και έκαμεν ο Κύριος το πράγμα τούτο την επαύριον, και απέθανον πάντα τα κτήνη των Αιγυπτίων· εκ δε των κτηνών των υιών Ισραήλ δεν απέθανεν ουδέ εν. | |
Exod | GreVamva | 9:7 | Και απέστειλεν ο Φαραώ να ίδωσι, και ιδού, εκ των κτηνών του Ισραήλ δεν απέθανεν ουδέ έν· και εσκληρύνθη η καρδία του Φαραώ και δεν εξαπέστειλε τον λαόν. | |
Exod | GreVamva | 9:8 | Τότε είπεν ο Κύριος προς τον Μωϋσήν και προς τον Ααρών, Γεμίσατε τας χείρας σας από στάκτην καμίνου και ας σκορπίση αυτήν ο Μωϋσής προς τον ουρανόν έμπροσθεν του Φαραώ· | |
Exod | GreVamva | 9:9 | και θέλει γείνει λεπτός κονιορτός εφ' όλην την γην της Αιγύπτου· και θέλει γείνει επί τους ανθρώπους και επί τα κτήνη καύσις αναδιδούσα ελκώδη εξανθήματα καθ' όλην την γην της Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 9:10 | Έλαβον λοιπόν την στάκτην της καμίνου και εστάθησαν ενώπιον του Φαραώ· και εσκόρπισεν αυτήν ο Μωϋσής προς τον ουρανόν, και έγεινε καύσις αναδιδούσα ελκώδη εξανθήματα επί τους ανθρώπους και επί τα κτήνη· | |
Exod | GreVamva | 9:11 | και δεν ηδύναντο οι μάγοι να σταθώσιν έμπροσθεν του Μωϋσέως εξ αιτίας της καύσεως· διότι η καύσις ήτο επί τους μάγους και επί πάντας τους Αιγυπτίους. | |
Exod | GreVamva | 9:12 | Εσκλήρυνε δε Κύριος την καρδίαν του Φαραώ, και δεν εισήκουσεν εις αυτούς, καθώς ελάλησε Κύριος προς τον Μωϋσήν. | |
Exod | GreVamva | 9:13 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Σηκώθητι ενωρίς το πρωΐ και παραστάθητι έμπροσθεν του Φαραώ και ειπέ προς αυτόν, ούτω λέγει Κύριος ο Θεός των Εβραίων· Εξαπόστειλον τον λαόν μου, διά να με λατρεύση· | |
Exod | GreVamva | 9:14 | διότι ταύτην την φοράν εγώ εξαποστέλλω πάσας μου τας πληγάς επί την καρδίαν σου και επί τους θεράποντάς σου και επί τον λαόν σου· διά να γνωρίσης ότι δεν είναι ουδείς όμοιός μου εν πάση τη γή· | |
Exod | GreVamva | 9:15 | επειδή τώρα θέλω εκτείνει την χείρα μου και θέλω πατάξει σε και τον λαόν σου με θανατικόν, και θέλεις απολεσθή από της γής· | |
Exod | GreVamva | 9:16 | και διά τούτο βεβαίως σε διετήρησα, διά να δείξω εν σοι την δύναμίν μου και να κηρυχθή το όνομά μου εν πάση τη γή· | |
Exod | GreVamva | 9:18 | ιδού, αύριον περί την ώραν ταύτην θέλω βρέξει χάλαζαν βαρείαν σφόδρα, οποία δεν έγεινε ποτέ εν τη Αιγύπτω αφ' ης ημέρας εθεμελιώθη μέχρι του νύν· | |
Exod | GreVamva | 9:19 | τώρα λοιπόν απόστειλον να συνάξης τα κτήνη σου και πάντα όσα έχεις εν τοις αγροίς· διότι πας άνθρωπος και ζώον, το οποίον ευρεθή εν τοις αγροίς και δεν φερθή εις οικίαν, και η χάλαζα καταβή επ' αυτά, θέλουσιν αποθάνει. | |
Exod | GreVamva | 9:20 | Όστις εκ των θεραπόντων του Φαραώ εφοβήθη τον λόγον του Κυρίου, συνήγαγε ταχέως εις τας οικίας τους δούλους αυτού και τα κτήνη αυτού· | |
Exod | GreVamva | 9:21 | όστις όμως δεν επρόσεξεν εις τον λόγον του Κυρίου, αφήκε τους δούλους αυτού και τα κτήνη αυτού εν τοις αγροίς. | |
Exod | GreVamva | 9:22 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Έκτεινον την χείρα σου προς τον ουρανόν, και θέλει γείνει χάλαζα εφ' όλην την γην της Αιγύπτου, επί ανθρώπους και επί κτήνη και επί πάντα χόρτον του αγρού εν τη γη της Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 9:23 | Και εξέτεινεν ο Μωϋσής την ράβδον αυτού προς τον ουρανόν, και ο Κύριος έπεμψε βροντάς και χάλαζαν και διέτρεχε το πυρ επί την γήν· και ο Κύριος έβρεξε χάλαζαν επί την γην της Αιγύπτου· | |
Exod | GreVamva | 9:24 | ώστε ήτο χάλαζα και πυρ φλογίζον εν τη χαλάζη, χάλαζα βαρεία, οποία δεν έγεινε ποτέ εφ' όλην την γην της Αιγύπτου, αφού κατεστάθη έθνος. | |
Exod | GreVamva | 9:25 | Και επάταξεν η χάλαζα εν πάση τη γη της ιγύπτου παν το εν τοις αγροίς, από ανθρώπου έως κτήνους· και πάντα τον χόρτον του αγρού επάταξεν η χάλαζα και πάντα τα δένδρα του αγρού συνέτριψε. | |
Exod | GreVamva | 9:27 | Τότε ο Φαραώ αποστείλας εκάλεσε τον Μωϋσήν και τον Ααρών και είπε προς αυτούς, Ταύτην την φοράν ημάρτησα· ο Κύριος είναι δίκαιος· εγώ δε και ο λαός μου είμεθα ασεβείς· | |
Exod | GreVamva | 9:28 | δεήθητε του Κυρίου, ώστε να παύσωσι του να γίνωνται βρονταί Θεού και χάλαζα· και εγώ θέλω σας εξαποστείλει, και δεν θέλετε μείνει πλέον. | |
Exod | GreVamva | 9:29 | Και είπεν ο Μωϋσής προς αυτόν, καθώς εξέλθω εκ της πόλεως, θέλω εκτείνει τας χείρας μου προς τον Κύριον· αι βρονταί θέλουσι παύσει και χάλαζα δεν θέλει είσθαι πλέον· διά να γνωρίσης ότι του Κυρίου είναι η γή· | |
Exod | GreVamva | 9:30 | πλην συ και οι θεράποντές σου, εξεύρω ότι ακόμη δεν θέλετε φοβηθή από προσώπου Κυρίου του Θεού. | |
Exod | GreVamva | 9:31 | Εκτυπήθησαν δε το λινάριον και η κριθή· διότι η κριθή ήτο σταχυωμένη και το λινάριον καλαμωμένον· | |
Exod | GreVamva | 9:33 | Και εξήλθεν ο Μωϋσής έξω της πόλεως από του Φαραώ και εξέτεινε τας χείρας αυτού προς τον Κύριον· και αι βρονταί και η χάλαζα έπαυσαν και βροχή δεν έσταξε πλέον επί της γης. | |
Exod | GreVamva | 9:34 | Και ότε είδεν ο Φαραώ ότι έπαυσεν η βροχή και η χάλαζα και αι βρονταί, εξηκολούθησε να αμαρτάνη και εσκλήρυνε την καρδίαν αυτού, αυτός και οι θεράποντες αυτού. | |
Chapter 10
Exod | GreVamva | 10:1 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Είσελθε προς τον Φαραώ· διότι εγώ εσκλήρυνα την καρδίαν αυτού και την καρδίαν των θεραπόντων αυτού, διά να δείξω τα σημείά μου ταύτα εν μέσω αυτών· | |
Exod | GreVamva | 10:2 | και διά να διηγήσαι εις τα ώτα του υιού σου και εις τον υιόν του υιού σου, τα όσα έπραξα εις τους Αιγυπτίους και τα σημείά μου όσα έκαμα εν μέσω αυτών, και να γνωρίσητε ότι εγώ είμαι ο Κύριος. | |
Exod | GreVamva | 10:3 | Εισήλθον δε ο Μωϋσής και ο Ααρών προς τον Φαραώ και είπον προς αυτόν, Ούτω λέγει Κύριος ο Θεός των Εβραίων· Έως πότε αρνείσαι να ταπεινωθής έμπροσθέν μου; εξαπόστειλον τον λαόν μου διά να με λατρεύση· | |
Exod | GreVamva | 10:4 | διότι εάν δεν θέλης να εξαποστείλης τον λαόν μου, ιδού, αύριον θέλω φέρει ακρίδα επί τα όριά σου· | |
Exod | GreVamva | 10:5 | και θέλει σκεπάσει το πρόσωπον της γης, ώστε να μη δύναταί τις να ίδη την γήν· και θέλει καταφάγει το επίλοιπον το διασωθέν, όσον αφήκεν εις εσάς η χάλαζα, και θέλει καταφάγει πάντα τα δένδρα τα φυόμενα εις εσάς εκ των αγρών· | |
Exod | GreVamva | 10:6 | και θέλουσι γεμισθή αι οικίαι σου και αι οικίαι πάντων των θεραπόντων σου και αι οικίαι πάντων των Αιγυπτίων· το οποίον δεν είδον οι πατέρες σου ούτε οι πατέρες των πατέρων σου, αφ' ης ημέρας υπήρξαν επί της γης μέχρι της σήμερον. Έπειτα στραφείς εξήλθεν από του Φαραώ. | |
Exod | GreVamva | 10:7 | Και είπον οι θεράποντες του Φαραώ προς αυτόν, Έως πότε ούτος θέλει είσθαι πρόσκομμα εις ημάς; εξαπόστειλον τους ανθρώπους, διά να λατρεύσωσι Κύριον τον Θεόν αυτών· ακόμη δεν εξεύρεις ότι ηφανίσθη η Αίγυπτος; | |
Exod | GreVamva | 10:8 | Τότε έφεραν πάλιν τον Μωϋσήν και τον Ααρών προς τον Φαραώ· και είπε προς αυτούς, Υπάγετε, λατρεύσατε τον Κύριον τον Θεόν σας· αλλά ποίοι και ποίοι θέλουσιν υπάγει; | |
Exod | GreVamva | 10:9 | Και είπεν ο Μωϋσής· μετά των νέων ημών και μετά των γερόντων ημών θέλομεν υπάγει, μετά των υιών ημών και μετά των θυγατέρων ημών, μετά των προβάτων ημών και μετά των βοών ημών θέλομεν υπάγει διότι έχομεν εορτήν εις τον Κύριον. | |
Exod | GreVamva | 10:10 | Ο δε είπε προς αυτούς, Ούτως ας ήναι ο Κύριος μεθ' υμών, καθώς εγώ θέλω σας εξαποστείλει μετά των τέκνων σας· ίδετε· διότι κακόν πρόκειται έμπροσθέν σας· | |
Exod | GreVamva | 10:11 | ουχί ούτως, οι άνδρες υπάγετε τώρα, και λατρεύσατε τον Κύριον, διότι τούτο ζητείτε. Και εξέβαλεν αυτούς ο Φαραώ απ' έμπροσθεν αυτού. | |
Exod | GreVamva | 10:12 | Είπε δε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Έκτεινον την χείρα σου επί την γην της Αιγύπτου διά την ακρίδα, διά να αναβή επί την γην της Αιγύπτου και να καταφάγη πάντα τον χόρτον της γης, παν ό,τι η χάλαζα αφήκε. | |
Exod | GreVamva | 10:13 | Και εξέτεινεν ο Μωϋσής την ράβδον αυτού επί την γην της Αίγυπτον, και ο Κύριος επέφερεν επί την γην όλην την ημέραν εκείνην και όλην την νύκτα ανατολικόν άνεμον· και το πρωΐ ο άνεμος ο ανατολικός έφερε την ακρίδα. | |
Exod | GreVamva | 10:14 | Και ανέβη η ακρίς εφ' όλην την γην της Αιγύπτου και εκάθισεν επί πάντα τα όρια της Αιγύπτου, πολλή σφόδρα· πρότερον αυτής δεν υπήρξε τοιαύτη ακρίς, ουδέ θέλει υπάρξει τοιαύτη μετ' αυτήν· | |
Exod | GreVamva | 10:15 | και εκάλυψε το πρόσωπον όλης της γης και εσκοτίσθη η γή· και κατέφαγε πάντα τον χόρτον της γης και πάντας τους καρπούς των δένδρων, όσους η χάλαζα αφήκε, και δεν έμεινεν ουδέν χλωρόν ούτε εις τα δένδρα ούτε εις τα χόρτα του αγρού καθ' όλην την γην της Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 10:16 | Τότε έσπευσεν ο Φαραώ να καλέση τον Μωϋσήν και τον Ααρών και είπεν, Ημάρτησα εις Κύριον τον Θεόν σας και εις εσάς· | |
Exod | GreVamva | 10:17 | πλην τώρα συγχωρήσατέ μοι, παρακαλώ, το αμάρτημά μου, μόνον ταύτην την φοράν, και δεήθητε Κυρίου του Θεού υμών διά να σηκώση απ' εμού τον θάνατον τούτον μόνον. | |
Exod | GreVamva | 10:19 | Και μετέφερεν ο Κύριος σφοδρότατον δυτικόν άνεμον, όστις εσήκωσε την ακρίδα και έρριψεν αυτήν εις την Ερυθράν θάλασσαν· δεν έμεινεν ουδεμία ακρίς επί πάντα τα όρια της Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 10:20 | Πλην ο Κύριος εσκλήρυνε την καρδίαν του Φαραώ, και δεν εξαπέστειλε τους υιούς Ισραήλ. | |
Exod | GreVamva | 10:21 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Έκτεινον την χείρα σου προς τον ουρανόν και θέλει γείνει σκότος επί την γην της Αιγύπτου και σκότος ψηλαφητόν. | |
Exod | GreVamva | 10:22 | Και εξέτεινεν ο Μωϋσής την χείρα αυτού προς τον ουρανόν, και έγεινε σκότος πυκνόν εφ' όλην την γην της Αιγύπτου τρεις ημέρας. | |
Exod | GreVamva | 10:23 | Δεν έβλεπεν ο εις τον άλλον· ουδέ εσηκώθη τις από του τόπου αυτού τρεις ημέρας· εις πάντας δε τους υιούς Ισραήλ ήτο φως εν ταις κατοικίαις αυτών. | |
Exod | GreVamva | 10:24 | Τότε εκάλεσεν ο Φαραώ τον Μωϋσήν και είπεν, Υπάγετε, λατρεύσατε τον Κύριον· μόνον τα πρόβατά σας και οι βόες σας ας μείνωσι και τα τέκνα σας ας έλθωσι μεθ' υμών. | |
Exod | GreVamva | 10:25 | Και είπεν ο Μωϋσής, Αλλά και θυσίας και ολοκαυτώματα πρέπει συ να μας δώσης, διά να θυσιάσωμεν εις Κύριον τον Θεόν ημών· | |
Exod | GreVamva | 10:26 | τα κτήνη ημών ομοίως θέλουσιν υπάγει μεθ' ημών· δεν θέλει μείνει οπίσω ουδέ ονύχιον· διότι εκ τούτων πρέπει να λάβωμεν, διά να λατρεύσωμεν Κύριον τον Θεόν ημών· και ημείς δεν εξεύρομεν με τι έχομεν να λατρεύσωμεν τον Κύριον, εωσού να φθάσωμεν εκεί. | |
Exod | GreVamva | 10:27 | Αλλ' ο Κύριος εσκλήρυνε την καρδίαν του Φαραώ, και δεν ηθέλησε να εξαποστείλη αυτούς. | |
Exod | GreVamva | 10:28 | Και είπεν ο Φαραώ προς αυτόν, Φύγε απ' εμού· πρόσεχε εις σεαυτόν, να μη ίδης πλέον το πρόσωπόν μου· διότι εις οποίαν ημέραν ίδης το πρόσωπόν μου, θέλεις αποθάνει. | |
Chapter 11
Exod | GreVamva | 11:1 | Είπε δε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Έτι μίαν πληγήν θέλω φέρει επί τον Φαραώ και επί την Αίγυπτον· μετά ταύτα θέλει σας εξαποστείλει εντεύθεν· εξαποστέλλων υμάς θέλει βεβαίως και διώξει υμάς ολοκλήρως εντεύθεν· | |
Exod | GreVamva | 11:2 | λάλησον τώρα εις τα ώτα του λαού, και ας ζητήση πας ανήρ παρά του γείτονος αυτού, και πάσα γυνή παρά της γείτονος αυτής, σκεύη αργυρά, και σκεύη χρυσά. | |
Exod | GreVamva | 11:3 | Και έδωκεν ο Κύριος χάριν εις τον λαόν ενώπιον των Αιγυπτίων· έτι δε ο άνθρωπος ο Μωϋσής ήτο μέγας σφόδρα εν τη γη της Αιγύπτου έμπροσθεν των θεραπόντων του Φαραώ και έμπροσθεν του λαού. | |
Exod | GreVamva | 11:4 | Και είπεν ο Μωϋσής, Ούτω λέγει ο Κύριος· Περί το μεσονύκτιον εγώ θέλω εξέλθει εις το μέσον της Αιγύπτου· | |
Exod | GreVamva | 11:5 | και παν πρωτότοκον εν τη γη της Αιγύπτου θέλει αποθάνει, από του πρωτοτόκου του Φαραώ, όστις κάθηται επί του θρόνου αυτού, έως του πρωτοτόκου της δούλης, ήτις δουλεύει εν τω μύλω, και παν πρωτότοκον των κτηνών· | |
Exod | GreVamva | 11:6 | και θέλει είσθαι καθ' όλην την γην της Αιγύπτου κραυγή μεγάλη, οποία ποτέ δεν έγεινεν, ουδέ μετά ταύτα θέλει γείνει τοιαύτη· | |
Exod | GreVamva | 11:7 | επί πάντας όμως τους υιούς Ισραήλ δεν θέλει κινήσει σκύλος την γλώσσαν αυτού, από ανθρώπου έως κτήνους· διά να γνωρίσητε ότι ο Κύριος έκαμε διάκρισιν μεταξύ των Αιγυπτίων και του Ισραήλ· | |
Exod | GreVamva | 11:8 | και πάντες ούτοι οι δούλοί σου θέλουσι καταβή προς εμέ και θέλουσι προσπέσει έμπροσθέν μου λέγοντες, Έξελθε συ και πας ο λαός ο ακολουθών σε· και μετά ταύτα θέλω εξέλθει. Και εξήλθεν ο Μωϋσής από του Φαραώ μετά θυμού μεγάλου. | |
Exod | GreVamva | 11:9 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Δεν θέλει σας εισακούσει ο Φαραώ, διά να πληθυνθώσι τα θαυμάσιά μου εν τη γη της Αιγύπτου. | |
Chapter 12
Exod | GreVamva | 12:2 | Ο μην ούτος θέλει είσθαι εις εσάς αρχή μηνών· θέλει είσθαι εις εσάς πρώτος των μηνών του ενιαυτού. | |
Exod | GreVamva | 12:3 | Λαλήσατε προς πάσαν την συναγωγήν του Ισραήλ, λέγοντες, Την δεκάτην τούτου του μηνός ας λάβωσιν εις εαυτούς έκαστος εν αρνίον κατά τους οίκους των πατριών αυτών, εν αρνίον δι' έκαστον οίκον. | |
Exod | GreVamva | 12:4 | Εάν όμως ήναι οι εν τω οίκω ολιγοστοί διά το αρνίον, αυτός και ο γείτων αυτού ο πλησιέστερος της οικίας αυτού ας λάβωσιν αυτό κατά τον αριθμόν των ψυχών· έκαστος θέλει συναριθμείσθαι διά το αρνίον αναλόγως με το αρκετόν εις αυτόν να φάγη. | |
Exod | GreVamva | 12:5 | Το δε αρνίον σας θέλει είσθαι τέλειον, αρσενικόν ενιαύσιον· εκ των προβάτων ή εκ των αιγών θέλετε λάβει αυτό. | |
Exod | GreVamva | 12:6 | Και θέλετε φυλάττει αυτό μέχρι της δεκάτης τετάρτης του αυτού μηνός· και τότε άπαν το πλήθος της συναγωγής του Ισραήλ θέλει σφάξει αυτό προς το εσπέρας. | |
Exod | GreVamva | 12:7 | Και θέλουσι λάβει εκ του αίματος και βάλει επί τους δύο παραστάτας και επί το ανώφλιον της θύρας των οικιών, όπου θέλουσι φάγει αυτό. | |
Exod | GreVamva | 12:8 | Και θέλουσι φάγει το κρέας την νύκτα εκείνην, οπτόν εν πυρί· με άζυμα, και με χόρτα πικρά θέλουσι φάγει αυτό· | |
Exod | GreVamva | 12:9 | μη φάγητε απ' αυτού ωμόν, μηδέ βραστόν εν ύδατι, αλλά οπτόν εν πυρί· την κεφαλήν αυτού μετά των ποδών αυτού και μετά των εντοσθίων αυτού· | |
Exod | GreVamva | 12:10 | και μη αφήσητε υπόλοιπον απ' αυτού έως το πρωΐ· ό,τι δε περισσεύση απ' αυτού έως το πρωΐ, καύσατε εν πυρί. | |
Exod | GreVamva | 12:11 | Και ούτω θέλετε φάγει αυτό· Εζωσμένοι τας οσφύας σας, έχοντες τα υποδήματά σας εις τους πόδας σας και την ράβδον σας εις την χείρα σας· και θέλετε φάγει αυτό μετά σπουδής· είναι πάσχα του Κυρίου. | |
Exod | GreVamva | 12:12 | Διότι την νύκτα ταύτην θέλω περάσει διά μέσου της γης της Αιγύπτου και θέλω πατάξει παν πρωτότοκον εν τη γη της Αιγύπτου, από ανθρώπου έως κτήνους· και θέλω κάμει κρίσεις εναντίον πάντων των θεών της Αιγύπτου. Εγώ ο Κύριος. | |
Exod | GreVamva | 12:13 | Και το αίμα θέλει είσθαι εις εσάς διά σημείον επί των οικιών, εις τας οποίας κατοικείτε· και όταν ίδω το αίμα, θέλω σας παρατρέξει, και η πληγή δεν θέλει είσθαι εις εσάς διά να σας εξολοθρεύση, όταν πατάξω την γην της Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 12:14 | Και η ημέρα αύτη θέλει είσθαι εις εσάς εις μνημόσυνον· και θέλετε εορτάζει αυτήν εορτήν εις τον Κύριον εις τας γενεάς σας· κατά νόμον παντοτεινόν θέλετε εορτάζει αυτήν. | |
Exod | GreVamva | 12:15 | Επτά ημέρας θέλετε τρώγει άζυμα· από της πρώτης ημέρας θέλετε σηκώσει το προζύμιον εκ των οικιών σας· διότι όστις φάγη ένζυμα από της πρώτης έως της εβδόμης ημέρας, η ψυχή εκείνη θέλει εξολοθρευθή εκ του Ισραήλ. | |
Exod | GreVamva | 12:16 | Και εν τη πρώτη ημέρα θέλει είσθαι σύναξις αγία· και εν τη εβδόμη ημέρα σύναξις αγία θέλει είσθαι εις εσάς· ουδεμία εργασία θέλει γίνεσθαι εν αυταίς, εκτός ό,τι χρειάζεται εις έκαστον άνθρωπον διά να φάγη· τούτο μόνον θέλετε κάμει. | |
Exod | GreVamva | 12:17 | Θέλετε φυλάξει λοιπόν την εορτήν των αζύμων· διότι την αυτήν ταύτην ημέραν θέλω εξαγάγει τα τάγματά σας εκ της γης της Αιγύπτου· όθεν κατά νόμον παντοτεινόν θέλετε φυλάττει την ημέραν ταύτην εις τας γενεάς σας· | |
Exod | GreVamva | 12:18 | αρχόμενοι από της δεκάτης τετάρτης ημέρας του μηνός αφ' εσπέρας, θέλετε τρώγει άζυμα έως της εικοστής πρώτης ημέρας του μηνός την εσπέραν· | |
Exod | GreVamva | 12:19 | επτά ημέρας δεν θέλει ευρίσκεσθαι προζύμιον εν ταις οικίαις υμών· διότι όστις φάγη ένζυμα, η ψυχή εκείνη θέλει εξολοθρευθή εκ της συναγωγής του Ισραήλ, είτε ξένος είναι είτε αυτόχθων· | |
Exod | GreVamva | 12:21 | Τότε εκάλεσεν ο Μωϋσής πάντας τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ και είπε προς αυτούς, Εκλέξατε και λάβετε εις εαυτούς εν αρνίον, κατά τας οικογενείας σας, και θύσατε το πάσχα· | |
Exod | GreVamva | 12:22 | έπειτα θέλετε λάβει δέσμην υσσώπου και θέλετε εμβάψει αυτήν εις το αίμα, το οποίον θέλει είσθαι εις λεκάνην· και από του αίματος του εν τη λεκάνη θέλετε κτυπήσει το ανώφλιον και τους δύο παραστάτας των θυρών· και ουδείς από σας θέλει εξέλθει εκ της θύρας της οικίας αυτού έως το πρωΐ· | |
Exod | GreVamva | 12:23 | διότι ο Κύριος θέλει περάσει διά να πατάξη τους Αιγυπτίους· και όταν ίδη το αίμα επί το ανώφλιον και επί τους δύο παραστάτας, ο Κύριος θέλει παρατρέξει την θύραν, και δεν θέλει αφήσει τον εξολοθρευτήν να εισέλθη εις τας οικίας σας, διά να πατάξη. | |
Exod | GreVamva | 12:24 | Και θέλετε φυλάξει το πράγμα τούτο ως νόμον, εις σεαυτόν και εις τους υιούς σου, έως αιώνος. | |
Exod | GreVamva | 12:25 | Και όταν εισέλθητε εις την γην, την οποίαν ο Κύριος θέλει σας δώσει καθώς ελάλησε, θέλετε φυλάξει την λατρείαν ταύτην. | |
Exod | GreVamva | 12:27 | θέλετε αποκρίνεσθαι, Τούτο είναι θυσία του πάσχα εις τον Κύριον, διότι παρέτρεξε τας οικίας των υιών Ισραήλ εν Αιγύπτω, ότε επάταξε τους Αιγυπτίους και έσωσε τας οικίας ημών. Τότε ο λαός κύψας προσεκύνησε. | |
Exod | GreVamva | 12:28 | Και αναχωρήσαντες οι υιοί Ισραήλ, έκαμον καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν και τον Ααρών· ούτως έκαμον. | |
Exod | GreVamva | 12:29 | Κατά δε το μεσονύκτιον ο Κύριος επάταξε παν πρωτότοκον εν τη γη της Αιγύπτου· από του πρωτοτόκου του Φαραώ όστις κάθηται επί του θρόνου αυτού, έως του πρωτοτόκου του αιχμαλώτου του εν τω δεσμωτηρίω· και πάντα τα πρωτότοκα των κτηνών. | |
Exod | GreVamva | 12:30 | Και εσηκώθη ο Φαραώ την νύκτα, αυτός και πάντες οι θεράποντες αυτού και πάντες οι Αιγύπτιοι· και έγεινε βοή μεγάλη εν τη Αιγύπτω· διότι δεν ήτο οικία εις την οποίαν δεν υπήρχε νεκρός. | |
Exod | GreVamva | 12:31 | Και εκάλεσε τον Μωϋσήν και τον Ααρών διά νυκτός και είπε, Σηκώθητε, εξέλθετε εκ μέσου του λαού μου και σεις και οι υιοί του Ισραήλ· και υπάγετε, λατρεύσατε τον Κύριον, καθώς είπετε· | |
Exod | GreVamva | 12:32 | και τα ποίμνιά σας και τας αγέλας σας λάβετε, καθώς είπετε, και απέλθετε· ευλογήσατε δε και εμέ. | |
Exod | GreVamva | 12:33 | Και εβίαζον οι Αιγύπτιοι τον λαόν διά να εκβάλωσιν αυτόν ταχέως εκ του τόπου· διότι είπον, Ημείς πάντες αποθνήσκομεν. | |
Exod | GreVamva | 12:34 | Και εσήκωσεν ο λαός την ζύμην αυτού πριν αναβή, έχων έκαστος την σκάφην αυτού επί τους ώμους αυτού, εντετυλιγμένην εις τα φορέματα αυτού. | |
Exod | GreVamva | 12:35 | Και έκαμον οι υιοί του Ισραήλ κατά τον λόγον του Μωϋσέως και εζήτησαν παρά των Αιγυπτίων σκεύη αργυρά και σκεύη χρυσά, και ενδύματα· | |
Exod | GreVamva | 12:36 | και ο Κύριος έδωκεν εις τον λαόν χάριν ενώπιον των Αιγυπτίων, και εδάνεισαν εις αυτούς όσα εζήτησαν· και εγύμνωσαν τους Αιγυπτίους. | |
Exod | GreVamva | 12:37 | Ανεχώρησαν δε οι υιοί Ισραήλ από Ραμεσσή εις Σοκχώθ, περίπου εξακόσιαι χιλιάδες άνδρες πεζοί χωρίς των παιδίων. | |
Exod | GreVamva | 12:38 | Μετ' αυτών συνανέβη και μέγα πλήθος σύμμικτον ανθρώπων και ποίμνια και αγέλαι, κτήνη πολλά σφόδρα. | |
Exod | GreVamva | 12:39 | Και εκ της ζύμης, την οποίαν έφεραν εξ Αιγύπτου, έψησαν εγκρυφίας αζύμους· διότι δεν ήτο προζύμιον, επειδή εδιώχθησαν εξ Αιγύπτου και δεν εδυνήθησαν να βραδύνωσιν, ουδέ εφόδιον προητοίμασαν εις εαυτούς. | |
Exod | GreVamva | 12:40 | Ο καιρός δε της παροικίας των υιών Ισραήλ, την οποίαν παρώκησαν εν Αιγύπτω, ήτο τετρακόσια και τριάκοντα έτη. | |
Exod | GreVamva | 12:41 | Και μετά τα τετρακόσια και τριάκοντα έτη, την αυτήν εκείνην ημέραν εξήλθον πάντα τα τάγματα του Κυρίου εκ γης Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 12:42 | Αύτη είναι νυξ, ήτις πρέπει να φυλάττηται εις τον Κύριον, διότι εξήγαγεν αυτούς εκ γης Αιγύπτου· αύτη είναι η νυξ εκείνη του Κυρίου, ήτις πρέπει να φυλάττηται παρά πάντων των υιών Ισραήλ εις τας γενεάς αυτών. | |
Exod | GreVamva | 12:43 | Είπε δε Κύριος προς τον Μωϋσήν και Ααρών, Ούτος είναι ο νόμος του πάσχα· ουδείς αλλογενής θέλει φάγει απ' αυτού· | |
Exod | GreVamva | 12:46 | Εν τη αυτή οικία θέλει φαγωθή· από του κρέατος δεν θέλετε φέρει έξω της οικίας, και οστούν δεν θέλετε συντρίψει απ' αυτού. | |
Exod | GreVamva | 12:48 | Και εάν τις ξένος, παροικών μετά σου, θέλη να κάμη το πάσχα εις τον Κύριον, ας περιτμηθώσι πάντα τα αρσενικά αυτού, και τότε ας πλησιάση διά να κάμη αυτό· και θέλει είσθαι ως ο αυτόχθων της γής· διότι ουδείς απερίτμητος θέλει φάγει απ' αυτού. | |
Exod | GreVamva | 12:49 | Ο αυτός νόμος θέλει είσθαι διά τον αυτόχθονα και διά τον ξένον τον παροικούντα μεταξύ σας. | |
Exod | GreVamva | 12:50 | Και έκαμον πάντες οι υιοί του Ισραήλ καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν και τον Ααρών· ούτως έκαμον. | |
Chapter 13
Exod | GreVamva | 13:2 | Καθιέρωσον εις εμέ παν πρωτότοκον διανοίγον πάσαν μήτραν μεταξύ των υιών Ισραήλ, από ανθρώπου έως κτήνους· ιδικόν μου είναι τούτο. | |
Exod | GreVamva | 13:3 | Και είπεν ο Μωϋσής προς τον λαόν, Έχετε εις την μνήμην σας την ημέραν ταύτην, καθ' ην εξήλθετε εξ Αιγύπτου εξ οίκου δουλείας· διότι ο Κύριος διά χειρός κραταιάς εξήγαγεν υμάς εκείθεν· ουδείς θέλει φάγει ένζυμα. | |
Exod | GreVamva | 13:5 | Όταν λοιπόν ο Κύριος σε φέρη εις την γην των Χαναναίων και των Χετταίων και των Αμορραίων και των Ευαίων και των Ιεβουσαίων, την οποίαν ώμοσε προς τους πατέρας σου ότι θέλει σοι δώσει, γην ρέουσαν γάλα και μέλι, τότε θέλεις κάμει την λατρείαν ταύτην κατά τούτον τον μήνα. | |
Exod | GreVamva | 13:6 | Επτά ημέρας θέλεις τρώγει άζυμα· εις δε την εβδόμην ημέραν θέλει είσθαι εορτή εις τον Κύριον. | |
Exod | GreVamva | 13:7 | Άζυμα θέλουσι τρώγεσθαι τας επτά ημέρας· και δεν θέλει φανή παρά σοι ένζυμον ουδέ θέλει φανή παρά σοι προζύμιον καθ' όλα τα όριά σου. | |
Exod | GreVamva | 13:8 | Και κατ' εκείνην την ημέραν θέλεις αναγγείλει προς τον υιόν σου, λέγων, Τούτο γίνεται δι' εκείνο, το οποίον ο Κύριος έκαμεν εις εμέ, ότε εξήλθον εξ Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 13:9 | Και τούτο θέλει είσθαι εις σε διά σημείον επί της χειρός σου και διά ενθύμησιν μεταξύ των οφθαλμών σου, διά να ήναι ο νόμος του Κυρίου εν τω στόματί σου· διότι διά χειρός κραταιάς σε εξήγαγεν ο Κύριος εξ Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 13:11 | Και όταν ο Κύριος σε φέρη εις την γην των Χαναναίων, καθώς ώμοσε προς σε και προς τους πατέρας σου, και δώση αυτήν εις σε, | |
Exod | GreVamva | 13:12 | τότε θέλεις αποχωρίσει διά τον Κύριον παν το ανοίγον μήτραν και παν πρωτότοκον των ζώων σου όσα έχεις· τα αρσενικά θέλουσιν είσθαι του Κυρίου. | |
Exod | GreVamva | 13:13 | Και παν πρωτότοκον όνου θέλεις εξαγοράζει με αρνίον· και αν δεν εξαγοράσης αυτό, τότε θέλεις λαιμοτομήσει αυτό· και παν πρωτότοκον ανθρώπου μεταξύ των υιών σου θέλεις εξαγοράζει. | |
Exod | GreVamva | 13:14 | Και όταν εις το μέλλον σε ερωτήση ο υιός σου, λέγων, Τι είναι τούτο; θέλεις ειπεί προς αυτόν, Διά κραταιάς χειρός εξήγαγεν ημάς ο Κύριος εξ Αιγύπτου, εξ οίκου δουλείας· | |
Exod | GreVamva | 13:15 | και ότε ο Φαραώ επέμεινεν εις το να μη μας εξαποστείλη, ο Κύριος εθανάτωσε παν πρωτότοκον εν τη γη της Αιγύπτου, από πρωτοτόκου ανθρώπου έως πρωτοτόκου κτήνους· διά τούτο θυσιάζω εις τον Κύριον παν αρσενικόν το οποίον ανοίγει την μήτραν, και παν πρωτότοκον των υιών μου εξαγοράζω. | |
Exod | GreVamva | 13:16 | Και τούτο θέλει είσθαι διά σημείον επί της χειρός σου και διά προμετωπίδιον μεταξύ των οφθαλμών σου· επειδή διά κραταιάς χειρός εξήγαγεν ημάς ο Κύριος εξ Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 13:17 | Ότε δε ο Φαραώ εξαπέστειλε τον λαόν, ο Θεός δεν ώδήγησεν αυτούς διά της οδού της γης των Φιλισταίων, αν και ήτο η συντομωτέρα· διότι ο Θεός είπε, Μήποτε ο λαός ιδών πόλεμον μεταμεληθή, και επιστρέψη εις Αίγυπτον. | |
Exod | GreVamva | 13:18 | Αλλ' ο Θεός περιέφερε τον λαόν διά της οδού της ερήμου προς την Ερυθράν θάλασσαν· και ανέβησαν οι υιοί Ισραήλ εκ της γης Αιγύπτου παρατεταγμένοι. | |
Exod | GreVamva | 13:19 | Και έλαβε μεθ' εαυτού ο Μωϋσής τα οστά του Ιωσήφ· διότι είχεν ορκίσει μεθ' όρκου τους υιούς Ισραήλ, λέγων· Ο Θεός βεβαίως θέλει σας επισκεφθή· και θέλετε αναβιβάσει τα οστά μου εντεύθεν μεθ' υμών. | |
Exod | GreVamva | 13:21 | Ο δε Κύριος προεπορεύετο αυτών, την ημέραν εν στύλω νεφέλης, διά να οδηγή αυτούς εν τη οδώ, την δε νύκτα εν στύλω πυρός, διά να φέγγη εις αυτούς· ώστε να οδοιπορώσιν ημέραν και νύκτα· | |
Chapter 14
Exod | GreVamva | 14:2 | Ειπέ προς τους υιούς Ισραήλ να στρέψωσι και να στρατοπεδεύσωσιν απέναντι Πι-αϊρώθ μεταξύ Μιγδώλ και της θαλάσσης, κατάντικρυ Βέελ-σεφών· κατάντικρυ τούτου θέλετε στρατοπεδεύσει πλησίον της θαλάσσης· | |
Exod | GreVamva | 14:3 | διότι ο Φαραώ θέλει ειπεί περί των υιών Ισραήλ, Αυτοί πλανώνται εν τη γή· συνέκλεισεν αυτούς η έρημος· | |
Exod | GreVamva | 14:4 | και εγώ θέλω σκληρύνει την καρδίαν του Φαραώ, ώστε να καταδιώξη οπίσω αυτών· και θέλω δοξασθή επί τον Φαραώ και επί παν το στράτευμα αυτού· και οι Αιγύπτιοι θέλουσι γνωρίσει ότι εγώ είμαι ο Κύριος. Και έκαμον ούτω. | |
Exod | GreVamva | 14:5 | Ανηγγέλθη δε προς τον βασιλέα της Αιγύπτου ότι έφυγεν ο λαός· και η καρδία του Φαραώ και των θεραπόντων αυτού μετεβλήθη κατά του λαού και είπον, Διά τι εκάμομεν τούτο, ώστε να εξαποστείλωμεν τον Ισραήλ και να μη μας δουλεύη πλέον; | |
Exod | GreVamva | 14:7 | έλαβε δε εξακοσίας αμάξας εκλεκτάς, και πάσας τας αμάξας της Αιγύπτου, και αρχηγούς επί πάντων. | |
Exod | GreVamva | 14:8 | Και εσκλήρυνε Κύριος την καρδίαν Φαραώ του βασιλέως της Αιγύπτου, και κατεδίωξεν οπίσω των υιών Ισραήλ· οι δε υιοί Ισραήλ εξήρχοντο διά χειρός υψηλής. | |
Exod | GreVamva | 14:9 | Και κατεδίωξαν οι Αιγύπτιοι οπίσω αυτών, πάντες οι ίπποι, αι άμαξαι του Φαραώ, και οι ιππείς αυτού, και το στράτευμα αυτού· και έφθασαν αυτούς εστρατοπεδευμένους πλησίον της θαλάσσης απέναντι Πι-αϊρώθ, κατάντικρυ Βέελ-σεφών. | |
Exod | GreVamva | 14:10 | Και ότε επλησίασεν ο Φαραώ, οι υιοί Ισραήλ ύψωσαν τους οφθαλμούς αυτών, και ιδού, οι Αιγύπτιοι ήρχοντο οπίσω αυτών· και εφοβήθησαν σφόδρα· και ανεβόησαν οι υιοί Ισραήλ προς τον Κύριον. | |
Exod | GreVamva | 14:11 | Και είπον προς τον Μωϋσήν, Διότι δεν ήσαν μνήματα εν Αιγύπτω, εξήγαγες ημάς διά να αποθάνωμεν εν τη ερήμω; Διά τι έκαμες εις ημάς τούτο και εξήγαγες ημάς εξ Αιγύπτου; | |
Exod | GreVamva | 14:12 | δεν είναι ούτος ο λόγος τον οποίον σοι είπομεν εν Αιγύπτω, λέγοντες, Άφες ημάς και ας δουλεύωμεν τους Αιγυπτίους; διότι καλήτερον ήτο εις ημάς να δουλεύωμεν τους Αιγυπτίους, παρά να αποθάνωμεν εν τη ερήμω. | |
Exod | GreVamva | 14:13 | Και είπεν ο Μωϋσής προς τον λαόν, Μη φοβείσθε· σταθήτε και βλέπετε την σωτήριαν του Κυρίου, την οποίαν θέλει κάμει εις εσάς σήμερον· διότι τους Αιγυπτίους, τους οποίους είδετε σήμερον, δεν θέλετε ιδεί αυτούς πλέον εις τον αιώνα· | |
Exod | GreVamva | 14:15 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Τι βοάς προς εμέ; ειπέ προς τους υιούς Ισραήλ να κινήσωσι· | |
Exod | GreVamva | 14:16 | συ δε ύψωσον την ράβδον σου και έκτεινον την χείρα σου επί την θάλασσαν και σχίσον αυτήν, και ας διέλθωσιν οι υιοί Ισραήλ διά ξηράς εν μέσω της θαλάσσης· | |
Exod | GreVamva | 14:17 | και εγώ, ιδού, θέλω σκληρύνει την καρδίαν των Αιγυπτίων, και θέλουσιν εμβή κατόπιν αυτών· και θέλω δοξασθή επί τον Φαραώ και επί παν το στράτευμα αυτού, επί τας αμάξας αυτού και επί τους ιππείς αυτού· | |
Exod | GreVamva | 14:18 | και θέλουσι γνωρίσει οι Αιγύπτιοι ότι εγώ είμαι ο Κύριος, όταν δοξασθώ επί τον Φαραώ, επί τας αμάξας αυτού και επί τους ιππείς αυτού. | |
Exod | GreVamva | 14:19 | Τότε ο άγγελος του Θεού, ο προπορευόμενος του στρατεύματος του Ισραήλ, εσηκώθη και ήλθεν οπίσω αυτών· και ο στύλος της νεφέλης εσηκώθη απ' έμπροσθεν αυτών, και εστάθη όπισθεν αυτών· | |
Exod | GreVamva | 14:20 | και ήλθε μεταξύ του στρατεύματος των Αιγυπτίων και του στρατεύματος του Ισραήλ· και εις εκείνους μεν ήτο νέφος σκοτίζον, εις τούτους δε φωτίζον την νύκτα· ώστε το εν δεν επλησίασε το άλλο καθ' όλην την νύκτα. | |
Exod | GreVamva | 14:21 | Ο δε Μωϋσής εξέτεινε την χείρα αυτού επί την θάλασσαν· και έκαμεν ο Κύριος την θάλασσαν να συρθή όλην εκείνην την νύκτα υπό σφοδρού ανατολικού ανέμου και κατέστησε την θάλασσαν ξηράν, και τα ύδατα διεχωρίσθησαν. | |
Exod | GreVamva | 14:22 | Και εισήλθον οι υιοί του Ισραήλ εις το μέσον της θαλάσσης κατά το ξηρόν, και τα ύδατα ήσαν εις αυτούς τοίχος εκ δεξιών και εξ αριστερών αυτών. | |
Exod | GreVamva | 14:23 | Κατεδίωξαν δε οι Αιγύπτιοι και εισήλθον κατόπιν αυτών, πάντες οι ίπποι του Φαραώ, αι άμαξαι αυτού και οι ιππείς αυτού, εν τω μέσω της θαλάσσης. | |
Exod | GreVamva | 14:24 | Και εν τη φυλακή τη πρωϊνή επέβλεψεν ο Κύριος εκ του στύλου του πυρός και της νεφέλης επί το στράτευμα των Αιγυπτίων και συνετάραξε το στράτευμα των Αιγυπτίων· | |
Exod | GreVamva | 14:25 | και εξέβαλε τους τροχούς των αμαξών αυτών, ώστε εσύροντο δυσκόλως· και είπον οι Αιγύπτιοι, Ας φύγωμεν απ' έμπροσθεν του Ισραήλ, διότι ο Κύριος πολεμεί τους Αιγυπτίους υπέρ αυτών. | |
Exod | GreVamva | 14:26 | Ο δε Κύριος είπε προς τον Μωϋσήν, Έκτεινον την χείρα σου επί την θάλασσαν, και ας επαναστρέψωσι τα ύδατα επί τους Αιγυπτίους, επί τας αμάξας αυτών και επί τους ιππείς αυτών. | |
Exod | GreVamva | 14:27 | Και εξέτεινεν ο Μωϋσής την χείρα αυτού επί την θάλασσαν· και η θάλασσα επανέλαβε την ορμήν αυτής περί την αυγήν· οι δε Αιγύπτιοι φεύγοντες απήντησαν αυτήν· και κατέστρεψε Κύριος τους Αιγυπτίους εν τω μέσω της θαλάσσης· | |
Exod | GreVamva | 14:28 | διότι τα ύδατα επαναστρέψαντα εσκέπασαν τας αμάξας και τους ιππείς, παν το στράτευμα του Φαραώ, το οποίον είχεν εμβή κατόπιν αυτών εις την θάλασσαν· δεν έμεινεν εξ αυτών ουδέ εις. | |
Exod | GreVamva | 14:29 | Οι δε υιοί Ισραήλ επέρασαν διά ξηράς εν μέσω της θαλάσσης· και τα ύδατα ήσαν εις αυτούς τοίχος εκ δεξιών αυτών και εξ αριστερών αυτών. | |
Exod | GreVamva | 14:30 | Και έσωσε Κύριος εν τη ημέρα εκείνη τον Ισραήλ εκ χειρός των Αιγυπτίων· και είδεν ο Ισραήλ τους Αιγυπτίους νεκρούς επί το χείλος της θαλάσσης. | |
Chapter 15
Exod | GreVamva | 15:1 | Τότε έψαλεν ο Μωϋσής και οι υιοί Ισραήλ την ωδήν ταύτην προς τον Κύριον, και είπον λέγοντες, Ας ψάλλω προς τον Κύριον· διότι εδοξάσθη ενδόξως· τον ίππον και τον αναβάτην αυτού έρριψεν εις την θάλασσαν. | |
Exod | GreVamva | 15:2 | Ο Κύριος είναι η δύναμίς μου και το άσμά μου, και εστάθη η σωτηρία μου· αυτός είναι Θεός μου και θέλω δοξάσει αυτόν· Θεός του πατρός μου, και θέλω υψώσει αυτόν. | |
Exod | GreVamva | 15:4 | Του Φαραώ τας αμάξας και το στράτευμα αυτού έρριψεν εις την θάλασσαν· και εκλεκτοί πολέμαρχοι αυτού κατεποντίσθησαν εν τη Ερυθρά θαλάσση. | |
Exod | GreVamva | 15:6 | Η δεξιά σου, Κύριε, εδοξάσθη εις δύναμιν· η δεξιά σου, Κύριε, συνέτριψε τον εχθρόν. | |
Exod | GreVamva | 15:7 | Και με το μέγεθος της υπεροχής σου εξωλόθρευσας τους υπεναντίους σου· εξαπέστειλας την οργήν σου και κατέφαγεν αυτούς ως καλάμην. | |
Exod | GreVamva | 15:8 | Και με την πνοήν του θυμού σου τα ύδατα επεσωρεύθησαν ομού· τα κύματα εστάθησαν ως σωρός, αι άβυσσοι έπηξαν εν τω μέσω της θαλάσσης. | |
Exod | GreVamva | 15:9 | Ο εχθρός είπε, Θέλω καταδιώξει, θέλω καταφθάσει, θέλω διαμοιρασθή τα λάφυρα· η ψυχή μου θέλει χορτασθή επ' αυτούς· θέλω σύρει την μάχαιράν μου, η χειρ μου θέλει αφανίσει αυτούς. | |
Exod | GreVamva | 15:10 | Εφύσησας με τον άνεμόν σου και η θάλασσα εσκέπασεν αυτούς· κατεβυθίσθησαν ως μόλυβδος εις τα φοβερά ύδατα. | |
Exod | GreVamva | 15:11 | Τις όμοιός σου Κύριε, μεταξύ των θεών; Τις όμοιός σου, ένδοξος εις αγιότητα, θαυμαστός εις ύμνους, ενεργών τεράστια; | |
Exod | GreVamva | 15:13 | Με το έλεός σου ώδήγησας τον λαόν τούτον, τον οποίον ελύτρωσας· ώδήγησας αυτόν με την δύναμίν σου προς την κατοικίαν της αγιότητός σου. | |
Exod | GreVamva | 15:14 | Οι λαοί θέλουσιν ακούσει και φρίξει· πόνοι θέλουσι κατακυριεύσει τους κατοίκους της Παλαιστίνης. | |
Exod | GreVamva | 15:15 | Τότε θέλουσιν εκπλαγή οι ηγεμόνες Εδώμ· τρόμος θέλει καταλάβει τους άρχοντας του Μωάβ· πάντες οι κάτοικοι της Χαναάν θέλουσιν αναλυθή. | |
Exod | GreVamva | 15:16 | Φόβος και τρόμος θέλει επιπέσει επ' αυτούς· από του μεγέθους του βραχίονός σου θέλουσιν απολιθωθή, εωσού περάση ο λαός σου, Κύριε, εωσού περάση ο λαός ούτος, τον οποίον απέκτησας. | |
Exod | GreVamva | 15:17 | Θέλεις εισαγάγει αυτούς και φυτεύσει αυτούς εις το όρος της κληρονομίας σου, τον τόπον, Κύριε, τον οποίον ητοίμασας διά κατοικίαν σου, το αγιαστήριον, Κύριε, το οποίον αι χείρες σου έστησαν. | |
Exod | GreVamva | 15:19 | Διότι εισήλθον οι ίπποι του Φαραώ εις την θάλασσαν μετά των αμαξών αυτού και μετά των ιππέων αυτού, και ο Κύριος έστρεψεν επ' αυτούς τα ύδατα της θαλάσσης· οι δε υιοί Ισραήλ επέρασαν διά ξηράς εν τω μέσω της θαλάσσης. | |
Exod | GreVamva | 15:20 | Μαριάμ δε η προφήτις, η αδελφή του Ααρών έλαβε το τύμπανον εν τη χειρί αυτής και πάσαι αι γυναίκες εξήλθον κατόπιν αυτής μετά τυμπάνων και χορών. | |
Exod | GreVamva | 15:21 | Και η Μαριάμ ανταπεκρίνετο προς αυτούς, λέγουσα, Ψάλλετε εις τον Κύριον· διότι εδοξάσθη ενδόξως· τον ίππον και τον αναβάτην αυτού έρριψεν εις θάλασσαν. | |
Exod | GreVamva | 15:22 | Τότε εσήκωσεν ο Μωϋσής τους Ισραηλίτας από της Ερυθράς θαλάσσης, και εξήλθον εις την έρημον Σούρ· και περιεπάτουν τρεις ημέρας εν τη ερήμω και δεν εύρισκον ύδωρ. | |
Exod | GreVamva | 15:23 | Και εκείθεν ήλθον εις Μερράν· δεν ηδύναντο όμως να πίωσιν εκ των υδάτων της Μερράς, διότι ήσαν πικρά· διά τούτο και επωνομάσθη Μερρά. | |
Exod | GreVamva | 15:25 | Ο δε Μωϋσής εβόησε προς τον Κύριον· και έδειξεν εις αυτόν ο Κύριος ξύλον, το οποίον ότε έρριψεν εις τα ύδατα, τα ύδατα εγλυκάνθησαν. Εκεί έδωκεν εις αυτούς παραγγελίαν και διάταγμα, και εκεί εδοκίμασεν αυτούς· | |
Exod | GreVamva | 15:26 | και είπεν, Εάν ακούσης επιμελώς την φωνήν Κυρίου του Θεού σου και πράττης το αρεστόν εις τους οφθαλμούς αυτού και δώσης ακρόασιν εις τας εντολάς αυτού και φυλάξης πάντα τα προστάγματα αυτού, δεν θέλω φέρει επί σε ουδεμίαν εκ των νόσων, τας οποίας έφερα κατά των Αιγυπτίων· διότι εγώ είμαι ο Κύριος ο θεραπεύων σε. | |
Chapter 16
Exod | GreVamva | 16:1 | Εσηκώθησαν δε από Αιλείμ· και ήλθον πάσα η συναγωγή των υιών Ισραήλ εις την έρημον Σιν, την μεταξύ Αιλείμ και Σινά, την δεκάτην πέμπτην ημέραν του δευτέρου μηνός αφού εξήλθον εκ γης Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 16:2 | Και εγόγγυζε πάσα η συναγωγή των υιών Ισραήλ κατά του Μωϋσέως και κατά του Ααρών εν τη ερήμω. | |
Exod | GreVamva | 16:3 | Και είπον προς αυτούς οι υιοί Ισραήλ, Είθε να απεθνήσκομεν υπό της χειρός του Κυρίου εν τη γη της Αιγύπτου, ότε εκαθήμεθα πλησίον των λεβήτων του κρέατος και ότε ετρώγομεν άρτον εις χορτασμόν· διότι εξηγάγετε ημάς εις την έρημον ταύτην, διά να θανατώσητε με την πείναν πάσαν την συναγωγήν ταύτην. | |
Exod | GreVamva | 16:4 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Ιδού, θέλω βρέξει εις εσάς άρτον εξ ουρανού· και θέλει εξέρχεσθαι ο λαός και συνάγει καθ' ημέραν το αρκούν της ημέρας, διά να δοκιμάσω αυτούς, αν θέλωσι περιπατεί εις τον νόμον μου ή ουχί· | |
Exod | GreVamva | 16:5 | την δε έκτην ημέραν ας ετοιμάζωσιν εκείνο το οποίον ήθελον εισαγάγει, και ας ήναι διπλάσιον του όσον συνάγουσι καθ' ημέραν. | |
Exod | GreVamva | 16:6 | Και είπον ο Μωϋσής και ο Ααρών προς πάντας τους υιούς Ισραήλ, Το εσπέρας θέλετε γνωρίσει ότι ο Κύριος εξήγαγεν υμάς εκ γης Αιγύπτου· | |
Exod | GreVamva | 16:7 | και το πρωΐ θέλετε ιδεί την δόξαν του Κυρίου, διότι ήκουσε τους γογγυσμούς σας εναντίον του Κυρίου· επειδή ημείς τι είμεθα, ώστε να γογγύζητε καθ' ημών; | |
Exod | GreVamva | 16:8 | Και είπεν ο Μωϋσής, Τούτο θέλει γείνει, όταν ο Κύριος δώση εις εσάς το εσπέρας κρέας να φάγητε και το πρωΐ άρτον εις χορτασμόν· διότι ήκουσε Κύριος τους γογγυσμούς σας τους οποίους γογγύζετε κατ' αυτού· και τι είμεθα ημείς; οι γογγυσμοί σας δεν είναι καθ' ημών, αλλά κατά του Κυρίου. | |
Exod | GreVamva | 16:9 | Και είπεν ο Μωϋσής προς τον Ααρών, Ειπέ προς πάσαν την συναγωγήν των υιών Ισραήλ, Πλησιάσατε έμπροσθεν του Κυρίου· διότι ήκουσε τους γογγυσμούς σας. | |
Exod | GreVamva | 16:10 | Και ενώ ελάλει ο Ααρών προς πάσαν την συναγωγήν των υιών Ισραήλ, έστρεψαν το πρόσωπον προς την έρημον, και ιδού, η δόξα του Κυρίου εφάνη εν τη νεφέλη. | |
Exod | GreVamva | 16:12 | Ήκουσα τους γογγυσμούς των υιών Ισραήλ· λάλησον προς αυτούς, λέγων, Το εσπέρας θέλετε φάγει κρέας, και το πρωΐ θέλετε χορτασθή από άρτου, και θέλετε γνωρίσει ότι εγώ είμαι Κύριος ο Θεός σας. | |
Exod | GreVamva | 16:13 | Και το εσπέρας ανέβησαν ορτύκια και εσκέπασαν το στρατόπεδον· και το πρωΐ καθ' όλα τα πέριξ του στρατοπέδου ήτο στρώμα δρόσου. | |
Exod | GreVamva | 16:14 | Και αφού το στρώμα της δρόσου ανέβη, ιδού, επί το πρόσωπον της ερήμου ήτο λεπτόν τι στρογγύλον, λεπτόν ως πάχνη επί της γης. | |
Exod | GreVamva | 16:15 | Και ότε είδον οι υιοί Ισραήλ, είπον προς αλλήλους, Τι είναι τούτο; διότι δεν ήξευρον τι ήτο. Και ο Μωϋσής είπε προς αυτούς, Ούτος είναι ο άρτος, τον οποίον ο Κύριος σας δίδει διά να φάγητε· | |
Exod | GreVamva | 16:16 | ούτος είναι ο λόγος τον οποίον προσέταξεν ο Κύριος, Συνάξατε εξ αυτού έκαστος όσον χρειάζεται διά να φάγη, εν γομόρ κατά κεφαλήν, κατά τον αριθμόν των ψυχών σας· λάβετε έκαστος διά τους ομοσκήνους αυτού. | |
Exod | GreVamva | 16:18 | Και ότε εμέτρησαν με το γομόρ, όστις είχε συνάξει πολύ, δεν ελάμβανε πλειότερον· και όστις είχε συνάξει ολίγον, δεν ελάμβανεν ολιγώτερον· έκαστος ελάμβανεν όσον εχρειάζετο εις αυτόν διά τροφήν. | |
Exod | GreVamva | 16:20 | Πλην δεν υπήκουσαν εις τον Μωϋσήν· αλλά αφήκαν τινές υπόλοιπον εξ αυτού έως πρωΐ, και εγέννησε σκώληκας και εβρώμησε· και εθυμώθη εναντίον αυτών ο Μωϋσής. | |
Exod | GreVamva | 16:21 | Και συνήγον αυτό καθ' εκάστην πρωΐαν, έκαστος όσον εχρειάζετο διά τροφήν αυτού· και ότε ο ήλιος εθέρμαινε, διελύετο. | |
Exod | GreVamva | 16:22 | Την δε έκτην ημέραν συνήγαγον τροφήν διπλασίαν, δύο γομόρ δι' ένα· και ήλθον πάντες οι άρχοντες της συναγωγής και ανήγγειλαν τούτο προς τον Μωϋσήν. | |
Exod | GreVamva | 16:23 | Ο δε είπε προς αυτούς, Τούτο είναι το οποίον είπε Κύριος· Αύριον είναι σάββατον, ανάπαυσις αγία εις τον Κύριον· ψήσατε ό,τι έχετε να ψήσητε και βράσατε ό,τι έχετε να βράσητε· και παν το περισσεύον εναποταμιεύσατε εις εαυτούς διά να φυλάττηται έως πρωΐ. | |
Exod | GreVamva | 16:24 | Και εναπεταμίευσαν αυτό έως πρωΐ, καθώς προσέταξεν ο Μωϋσής· και δεν εβρώμησεν ουδέ έγεινε σκώληξ εν αυτώ. | |
Exod | GreVamva | 16:25 | Και είπεν ο Μωϋσής, Φάγετε αυτό σήμερον· διότι σήμερον είναι σάββατον εις τον Κύριον· σήμερον δεν θέλετε ευρεί αυτό εν τη πεδιάδι· | |
Exod | GreVamva | 16:26 | εξ ημέρας θέλετε συνάγει αυτό· εν τη εβδόμη όμως ημέρα, τω σαββάτω, εν ταύτη δεν θέλει ευρίσκεσθαι. | |
Exod | GreVamva | 16:27 | Τινές δε εκ του λαού εξήλθον την εβδόμην ημέραν διά να συνάξωσι, πλην δεν εύρον. | |
Exod | GreVamva | 16:28 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Έως πότε δεν θέλετε να φυλάττητε τας εντολάς μου και τους νόμους μου; | |
Exod | GreVamva | 16:29 | ίδετε ότι ο Κύριος έδωκεν εις εσάς το σάββατον, διά τούτο την έκτην ημέραν σας δίδει άρτον δύο ημερών· καθίσατε έκαστος εις τον τόπον αυτού· ας μη εξέρχεται μηδείς εκ του τόπου αυτού την εβδόμην ημέραν. | |
Exod | GreVamva | 16:31 | Και εκάλεσεν ο οίκος του Ισραήλ το όνομα αυτού Μάν· ήτο δε όμοιον με σπόρον κοριάνδρου λευκόν· και η γεύσις αυτού ως πλακούντιον με μέλι. | |
Exod | GreVamva | 16:32 | Και είπεν ο Μωϋσής, Ούτος είναι ο λόγος τον οποίον προσέταξεν ο Κύριος· Γεμίσατε εξ αυτού εν γομόρ, διά να φυλάττηται εις τας γενεάς σας, διά να βλέπωσι τον άρτον με τον οποίον έθρεψα υμάς εν τη ερήμω, αφού εξήγαγον υμάς εκ γης Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 16:33 | Και είπεν ο Μωϋσής προς τον Ααρών, Λάβε μίαν στάμνον, και βάλε εν αυτή εν γομόρ πλήρες από μάννα, και θες αυτήν έμπροσθεν του Κυρίου, διά να φυλάττηται εις τας γενεάς σας. | |
Exod | GreVamva | 16:34 | Και έθεσεν αυτήν ο Ααρών έμπροσθεν του Μαρτυρίου, διά να φυλάττηται, καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν. | |
Exod | GreVamva | 16:35 | Και έτρωγον οι υιοί Ισραήλ το μάννα τεσσαράκοντα έτη, εωσού ήλθον εις γην κατοικουμένην· έτρωγον το μάννα, εωσού ήλθον εις τα όρια της γης Χαναάν. | |
Chapter 17
Exod | GreVamva | 17:1 | Και εσηκώθη πάσα η συναγωγή των υιών Ισραήλ εκ της ερήμου Σιν, ακολουθούντες τας οδοιπορείας αυτών κατά την προσταγήν του Κυρίου, και εστρατοπέδευσαν εν Ραφιδείν· όπου δεν ήτο ύδωρ διά να πίη ο λαός. | |
Exod | GreVamva | 17:2 | Και ελοιδόρει ο λαός κατά του Μωϋσέως, λέγοντες, Δος εις ημάς ύδωρ διά να πίωμεν. Και είπε προς αυτούς ο Μωϋσής, Διά τι λοιδορείτε κατ' εμού; διά τι πειράζετε τον Κύριον; | |
Exod | GreVamva | 17:3 | Και εδίψησεν ο λαός εκεί διά ύδωρ· και εγόγγυζεν ο λαός κατά του Μωϋσέως, λέγοντες, Διά τι τούτο; ανεβίβασας ημάς εξ Αιγύπτου, διά να θανατώσης ημάς και τα τέκνα ημών και τα κτήνη ημών με την δίψαν; | |
Exod | GreVamva | 17:4 | Και εβόησεν ο Μωϋσής προς τον Κύριον, λέγων, Τι να κάμω εις τούτον τον λαόν; ολίγον λείπει να με λιθοβολήσωσι. | |
Exod | GreVamva | 17:5 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Διάβα έμπροσθεν του λαού, και λάβε μετά σεαυτού εκ των πρεσβυτέρων του Ισραήλ· και την ράβδον, σου, με την οποίαν εκτύπησας τον ποταμόν, λάβε εν τη χειρί σου και ύπαγε· | |
Exod | GreVamva | 17:6 | ιδού, εγώ θέλω σταθή εκεί έμπροσθέν σου επί της πέτρας εν Χωρήβ, και θέλεις κτυπήσει την πέτραν και θέλει εξέλθει ύδωρ εξ αυτής διά να πίη ο λαός. Και έκαμεν ούτως ο Μωϋσής ενώπιον των πρεσβυτέρων του Ισραήλ. | |
Exod | GreVamva | 17:7 | Και εκάλεσε το όνομα του τόπου Μασσά, και Μεριβά, διά την λοιδορίαν των υιών Ιαραήλ, και διότι επείρασαν τον Κύριον, λέγοντες, Είναι ο Κύριος μεταξύ ημών ή ουχί; | |
Exod | GreVamva | 17:9 | Και είπεν ο Μωϋσής προς τον Ιησούν, Έκλεξον εις ημάς άνδρας και εξελθών πολέμησον με τον Αμαλήκ· αύριον εγώ θέλω σταθή επί της κορυφής του βουνού, κρατών εν τη χειρί μου την ράβδον του Θεού. | |
Exod | GreVamva | 17:10 | Και έκαμεν ο Ιησούς καθώς είπε προς αυτόν ο Μωϋσής και επολέμησε με τον Αμαλήκ· ο δε Μωϋσής, ο Ααρών και ο Ωρ ανέβησαν επί την κορυφήν του βουνού. | |
Exod | GreVamva | 17:11 | Και οπότε ο Μωϋσής ύψονε την χείρα αυτού, ενίκα ο Ισραήλ· οπότε δε κατεβίβαζε την χείρα αυτού, ενίκα ο Αμαλήκ. | |
Exod | GreVamva | 17:12 | Αι χείρες δε του Μωϋσέως ήσαν βεβαρημέναι· όθεν λαβόντες λίθον, έθεσαν υποκάτω αυτού και εκάθισεν επ' αυτού· ο δε Ααρών και ο Ωρ, εις εκ του ενός μέρους και εις εκ του άλλου, υπεστήριζον τας χείρας αυτού· και αι χείρες αυτού έμενον εστηριγμέναι μέχρι δύσεως ηλίου. | |
Exod | GreVamva | 17:14 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Γράψον τούτο εν βιβλίω προς μνημόσυνον, και παράδος εις τα ώτα του Ιησού· ότι θέλω εξαλείψει εξάπαντος την μνήμην του Αμαλήκ εκ της υπό τον ουρανόν. | |
Exod | GreVamva | 17:15 | Και ωκοδόμησεν εκεί ο Μωϋσής θυσιαστήριον και εκάλεσε το όνομα αυτού Ιεοβά-Νισσί· | |
Chapter 18
Exod | GreVamva | 18:1 | Ήκουσε δε ο Ιοθόρ, ο ιερεύς της Μαδιάμ, ο πενθερός του Μωϋσέως, πάντα όσα έκαμεν ο Θεός εις τον Μωϋσήν και εις τον Ισραήλ τον λαόν αυτού, ότι εξήγαγεν ο Κύριος τον Ισραήλ εξ Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 18:2 | Και έλαβεν ο Ιοθόρ, ο πενθερός του Μωϋσέως, Σεπφώραν την γυναίκα του Μωϋσέως, την οποίαν είχε πέμψει οπίσω, | |
Exod | GreVamva | 18:3 | και τους δύο αυτής υιούς, εκ των οποίων του ενός το όνομα ήτο Γηρσώμ, Διότι πάροικος, είπεν, εστάθην εν ξένη γή· | |
Exod | GreVamva | 18:4 | του δε άλλου το όνομα Ελιέζερ, Διότι ο Θεός, είπε, του πατρός μου εστάθη βοηθός μου και με έσωσεν εκ της μαχαίρας του Φαραώ· | |
Exod | GreVamva | 18:5 | και ήλθεν ο Ιοθόρ ο πενθερός του Μωϋσέως προς τον Μωϋσήν μετά των υιών αυτού και μετά της γυναικός αυτού εις την έρημον, όπου ήτο εστρατοπεδευμένος εις το όρος του Θεού· | |
Exod | GreVamva | 18:6 | και ανήγγειλε προς τον Μωϋσήν, Εγώ Ιοθόρ ο πενθερός σου έρχομαι προς σε και η γυνή σου και οι δύο υιοί αυτής μετ' αυτής. | |
Exod | GreVamva | 18:7 | Και εξήλθεν ο Μωϋσής εις συνάντησιν του πενθερού αυτού και προσεκύνησεν αυτόν και εφίλησεν αυτόν· και ηρώτησαν ο εις τον άλλον περί της υγείας αυτών, και εισήλθον εις την σκηνήν. | |
Exod | GreVamva | 18:8 | Και διηγήθη ο Μωϋσής προς τον πενθερόν αυτού πάντα όσα ο Κύριος έκαμεν εις τον Φαραώ και εις τους Αιγυπτίους υπέρ του Ισραήλ, πάντας τους μόχθους οίτινες συνέβησαν εις αυτούς καθ' οδόν, και ηλευθέρωσεν αυτούς ο Κύριος. | |
Exod | GreVamva | 18:9 | Υπερεχάρη δε ο Ιοθόρ διά πάντα τα αγαθά όσα ο Κύριος έκαμεν εις τον Ισραήλ, τον οποίον ηλευθέρωσεν εκ χειρός των Αιγυπτίων. | |
Exod | GreVamva | 18:10 | Και είπεν ο Ιοθόρ, Ευλογητός Κύριος, όστις σας ηλευθέρωσεν εκ χειρός των Αιγυπτίων και εκ χειρός του Φαραώ· όστις ηλευθέρωσε τον λαόν υποκάτωθεν της χειρός των Αιγυπτίων· | |
Exod | GreVamva | 18:11 | τώρα γνωρίζω ότι ο Κύριος είναι μέγας υπέρ πάντας τους θεούς· διότι εις το πράγμα, εις το οποίον υπερηφανεύθησαν, εστάθη ανώτερος αυτών. | |
Exod | GreVamva | 18:12 | Έλαβεν έπειτα ο Ιοθόρ, ο πενθερός του Μωϋσέως, ολοκαυτώματα και θυσίας διά να προσφέρη εις τον Θεόν· και ήλθεν ο Ααρών, και πάντες οι πρεσβύτεροι του Ισραήλ, να φάγωσιν άρτον μετά του πενθερού του Μωϋσέως, έμπροσθεν του Θεού. | |
Exod | GreVamva | 18:13 | Και την επαύριον εκάθισεν ο Μωϋσής διά να κρίνη τον λαόν. και παρίστατο ο λαός έμπροσθεν του Μωϋσέως από πρωΐας έως εσπέρας. | |
Exod | GreVamva | 18:14 | Και ιδών ο πενθερός του Μωϋσέως πάντα όσα έκαμνεν εις τον λαόν, είπε, Τι είναι τούτο το πράγμα, το οποίον κάμνεις εις τον λαόν; διά τι συ κάθησαι μόνος, άπας δε ο λαός παρίσταται έμπροσθέν σου από πρωΐας έως εσπέρας; | |
Exod | GreVamva | 18:15 | Και είπεν ο Μωϋσής προς τον πενθερόν αυτού, διότι ο λαός έρχεται προς εμέ διά να ερωτήση τον Θεόν· | |
Exod | GreVamva | 18:16 | όταν έχωσιν υπόθεσίν τινά, έρχονται προς εμέ και εγώ κρίνω μεταξύ του ενός και του άλλου· και δεικνύω εις αυτούς τα προστάγματα του Θεού και τους νόμους αυτού. | |
Exod | GreVamva | 18:17 | Και είπεν ο πενθερός του Μωϋσέως προς αυτόν, Δεν είναι καλόν το πράγμα, το οποίον κάμνεις· | |
Exod | GreVamva | 18:18 | βεβαίως και συ θέλεις αποκάμει και ο λαός ούτος ο μετά σού· διότι το πράγμα είναι πολύ βαρύ διά σέ· δεν δύνασαι μόνος να κάμνης τούτο. | |
Exod | GreVamva | 18:19 | Άκουσον λοιπόν την φωνήν μου· θέλω σε συμβουλεύσει και ο Θεός θέλει είσθαι μετά σού· συ μεν έσο ενώπιον του Θεού υπέρ του λαού, διά να αναφέρης τας υποθέσεις προς τον Θεόν· | |
Exod | GreVamva | 18:20 | και δίδασκε αυτούς τα προστάγματα και τους νόμους και δείκνυε προς αυτούς την οδόν εις την οποίαν πρέπει να περιπατώσι, και τα έργα τα οποία πρέπει να πράττωσι· | |
Exod | GreVamva | 18:21 | πλην έκλεξον εκ παντός του λαού άνδρας αξίους, φοβουμένους τον Θεόν, άνδρας φιλαλήθεις, μισούντας την φιλαργυρίαν· και κατάστησον αυτούς επ' αυτών χιλιάρχους, εκατοντάρχους, πεντηκοντάρχους και δεκάρχους· | |
Exod | GreVamva | 18:22 | και ας κρίνωσι τον λαόν πάντοτε· και πάσαν μεν μεγάλην υπόθεσιν ας αναφέρωσι προς σέ· πάσαν δε μικράν υπόθεσιν ας κρίνωσιν αυτοί· ούτω θέλεις ανακουφισθή, και θέλουσι βαστάζει το βάρος μετά σου. | |
Exod | GreVamva | 18:23 | εάν κάμης τούτο το πράγμα και ο Θεός σε προστάζη ούτω, τότε θέλεις δυνηθή να ανθέξης, και προσέτι πας ο λαός ούτος θέλει φθάσει εις τον τόπον αυτού εν ειρήνη. | |
Exod | GreVamva | 18:25 | Και έκλεξεν ο Μωϋσής εκ παντός του Ισραήλ άνδρας αξίους και κατέστησεν αυτούς αρχηγούς επί του λαού, χιλιάρχους, εκατοντάρχους, πεντηκοντάρχους και δεκάρχους· | |
Exod | GreVamva | 18:26 | και έκρινον τον λαόν εν παντί καιρώ· τας μεν υποθέσεις τας δυσκόλους ανέφερον προς τον Μωϋσήν, πάσαν δε μικράν υπόθεσιν έκρινον αυτοί. | |
Chapter 19
Exod | GreVamva | 19:1 | Εις τον τρίτον μήνα της εξόδου των υιών Ισραήλ εκ της Αιγύπτου, την ημέραν ταύτην ήλθον εις την έρημον Σινά. | |
Exod | GreVamva | 19:2 | Εσηκώθησαν δε από Ραφιδείν και ήλθον εις την έρημον Σινά και εστρατοπέδευσαν εν τη ερήμω· και εκεί κατεσκήνωσεν ο Ισραήλ απέναντι του όρους. | |
Exod | GreVamva | 19:3 | Ο δε Μωϋσής ανέβη προς τον Θεόν· και εκάλεσεν αυτόν ο Κύριος εκ του όρους, λέγων, Ούτω θέλεις ειπεί προς τον οίκον Ιακώβ, και αναγγείλει προς τους υιούς Ισραήλ. | |
Exod | GreVamva | 19:4 | Σεις είδετε όσα έκαμα εις τους Αιγυπτίους, και σας εσήκωσα ως επί πτερύγων αετού και σας έφερα προς εμαυτόν· | |
Exod | GreVamva | 19:5 | τώρα λοιπόν εάν τωόντι υπακούσητε εις την φωνήν μου, και φυλάξητε την διαθήκην μου, θέλετε είσθαι εις εμέ ο εκλεκτός από πάντων των λαών· διότι ιδική μου είναι πάσα η γή· | |
Exod | GreVamva | 19:6 | και σεις θέλετε είσθαι εις εμέ βασίλειον ιεράτευμα και έθνος άγιον. Ούτοι είναι οι λόγοι, τους οποίους θέλεις ειπεί προς τους υιούς Ισραήλ. | |
Exod | GreVamva | 19:7 | Και ήλθεν ο Μωϋσής και εκάλεσε τους πρεσβυτέρους του λαού και έθεσεν έμπροσθεν αυτών πάντας εκείνους τους λόγους, τους οποίους προσέταξεν εις αυτόν ο Κύριος. | |
Exod | GreVamva | 19:8 | Και απεκρίθη ομοφώνως πας ο λαός, λέγων, Πάντα όσα είπεν ο Κύριος θέλομεν πράξει. Και ανέφερεν ο Μωϋσής προς τον Κύριον τους λόγους του λαού. | |
Exod | GreVamva | 19:9 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Ιδού, εγώ έρχομαι προς σε εν νεφέλη πυκνή, διά να ακούση ο λαός όταν λαλήσω προς σε, και έτι να πιστεύη εις σε πάντοτε. Ανήγγειλε δε ο Μωϋσής προς τον Κύριον τους λόγους του λαού. | |
Exod | GreVamva | 19:10 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Ύπαγε προς τον λαόν και αγίασον αυτούς σήμερον και αύριον, και ας πλύνωσι τα ιμάτια αυτών· | |
Exod | GreVamva | 19:11 | και ας ήναι έτοιμοι εις την ημέραν την τρίτην· διότι εν τη ημέρα τη τρίτη θέλει καταβή ο Κύριος επί το όρος Σινά ενώπιον παντός του λαού· | |
Exod | GreVamva | 19:12 | και θέλεις βάλει εις τον λαόν όρια κυκλόθεν, λέγων, Προσέχετε εις εαυτούς μη αναβήτε εις το όρος ή εγγίσητε εις τα άκρα αυτού· όστις εγγίση το όρος, θέλει εξάπαντος θανατωθή· | |
Exod | GreVamva | 19:13 | δεν θέλει εγγίσει εις αυτόν χειρ, διότι με λίθους θέλει λιθοβοληθή ή με βέλη θέλει κατατοξευθή· είτε ζώον είναι είτε άνθρωπος, δεν θέλει ζήσει. Όταν η σάλπιγξ ηχήση, τότε θέλουσιν αναβή επί το όρος. | |
Exod | GreVamva | 19:14 | Και κατέβη ο Μωϋσής από του όρους προς τον λαόν και ηγίασε τον λαόν· και έπλυναν τα ιμάτια αυτών. | |
Exod | GreVamva | 19:15 | Και είπε προς τον λαόν, Γίνεσθε έτοιμοι διά την ημέραν την τρίτην· μη πλησιάσητε εις γυναίκα. | |
Exod | GreVamva | 19:16 | Και εν τη ημέρα τη τρίτη το πρωΐ έγειναν βρονταί και αστραπαί, και νεφέλη πυκνή ήτο επί του όρους, και φωνή σάλπιγγος δυνατή σφόδρα· και έτρεμε πας ο λαός ο εν τω στρατοπέδω. | |
Exod | GreVamva | 19:17 | Τότε εξήγαγεν ο Μωϋσής τον λαόν εκ του στρατοπέδου εις την συνάντησιν του Θεού· και εστάθησαν υπό το όρος. | |
Exod | GreVamva | 19:18 | Το δε όρος Σινά ήτο όλον καπνός, διότι κατέβη ο Κύριος εν πυρί επ' αυτό· ανέβαινε δε ο καπνός αυτού ως καπνός καμίνου και όλον το όρος εσείετο σφόδρα. | |
Exod | GreVamva | 19:19 | Και ότε η φωνή της σάλπιγγος προέβαινεν αυξανομένη σφόδρα, ο Μωϋσής ελάλει και ο Θεός απεκρίνετο προς αυτόν μετά φωνής. | |
Exod | GreVamva | 19:20 | Και κατέβη ο Κύριος επί το όρος Σινά, επί την κορυφήν του όρους· και εκάλεσε Κύριος τον Μωϋσήν επί την κορυφήν του όρους, και ανέβη ο Μωϋσής. | |
Exod | GreVamva | 19:21 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Καταβάς, διαμαρτυρήθητι προς τον λαόν, μήποτε υπερβώσι τα όρια και αναβώσι προς τον Κύριον διά να περιεργασθώσι και πέσωσι πολλοί εξ αυτών· | |
Exod | GreVamva | 19:22 | και οι ιερείς δε οι πλησιάζοντες προς τον Κύριον ας αγιασθώσι, διά να μη εξορμήση ο Κύριος επ' αυτούς. | |
Exod | GreVamva | 19:23 | Και είπεν ο Μωϋσής προς τον Κύριον, Ο λαός δεν δύναται να αναβή εις το όρος Σινά· διότι συ προσέταξας εις ημάς, λέγων, Βάλε όρια κυκλόθεν του όρους και αγίασον αυτό. | |
Exod | GreVamva | 19:24 | Και είπε Κύριος προς αυτόν, Ύπαγε, κατάβα· έπειτα θέλεις αναβή, συ και ο Ααρών μετά σού· οι ιερείς όμως και ο λαός ας μη υπερβώσι τα όρια διά να αναβώσι προς τον Κύριον, διά να μη εξορμήση επ' αυτούς. | |
Chapter 20
Exod | GreVamva | 20:4 | Μη κάμης εις σεαυτόν είδωλον, μηδέ ομοίωμά τινός, όσα είναι εν τω ουρανώ άνω, ή όσα εν τη γη κάτω, όσα εν τοις ύδασιν υποκάτω της γής· | |
Exod | GreVamva | 20:5 | μη προσκυνήσης αυτά μηδέ λατρεύσης αυτά· διότι εγώ Κύριος ο Θεός σου είμαι Θεός ζηλότυπος, ανταποδίδων τας αμαρτίας των πατέρων επί τα τέκνα, έως τρίτης και τετάρτης γενεάς των μισούντων με· | |
Exod | GreVamva | 20:6 | και κάμνων έλεος εις χιλιάδας γενεών των αγαπώντων με και φυλαττόντων τα προστάγματά μου. | |
Exod | GreVamva | 20:7 | Μη λάβης το όνομα Κυρίου του Θεού σου επί ματαίω· διότι δεν θέλει αθωώσει ο Κύριος τον λαμβάνοντα επί ματαίω το όνομα αυτού. | |
Exod | GreVamva | 20:10 | η ημέρα όμως η εβδόμη είναι σάββατον Κυρίου του Θεού σου· μη κάμης εν ταύτη ουδέν έργον, μήτε συ, μήτε ο υιός σου, μήτε η θυγάτηρ σου, μήτε ο δούλός σου, μήτε η δούλη σου, μήτε το κτήνός σου, μήτε ο ξένος σου, ο εντός των πυλών σου· | |
Exod | GreVamva | 20:11 | διότι εις εξ ημέρας εποίησεν ο Κύριος τον ουρανόν και την γην, την θάλασσαν και πάντα τα εν αυτοίς· εν δε τη ημέρα τη εβδόμη κατέπαυσε· διά τούτο ευλόγησε Κύριος την ημέραν του σαββάτου και ηγίασεν αυτήν. | |
Exod | GreVamva | 20:12 | Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου, διά να γείνης μακροχρόνιος επί της γης, την οποίαν σοι δίδει Κύριος ο Θεός σου. | |
Exod | GreVamva | 20:17 | Μη επιθυμήσης την οικίαν του πλησίον σου· μη επιθυμήσης την γυναίκα του πλησίον σου· μηδέ τον δούλον αυτού· μηδέ την δούλην αυτού, μηδέ τον βουν αυτού, μηδέ τον όνον αυτού, μηδέ παν ό,τι είναι του πλησίον σου. | |
Exod | GreVamva | 20:18 | Και πας ο λαός έβλεπε τας βροντάς και τας αστραπάς και την φωνήν της σάλπιγγος και το όρος καπνίζον· και ότε ο λαός είδε ταύτα, απεσύρθησαν και εστάθησαν μακρόθεν. | |
Exod | GreVamva | 20:19 | Και είπον προς τον Μωϋσήν, συ λάλησον προς ημάς και θέλομεν ακούσει και ας μη λαλήση προς ημάς ο Θεός, διά να μη αποθάνωμεν. | |
Exod | GreVamva | 20:20 | Και είπεν ο Μωϋσής προς τον λαόν, Μη φοβείσθε· διότι ο Θεός ήλθε διά να σας δοκιμάση, και διά να ήναι ο φόβος αυτού έμπροσθέν σας διά να μη αμαρτάνητε. | |
Exod | GreVamva | 20:21 | Και εστάθη ο λαός μακρόθεν· ο δε Μωϋσής επλησίασεν εις την ομίχλην όπου ήτο ο Θεός. | |
Exod | GreVamva | 20:22 | Είπε δε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Ούτως ειπέ προς τους υιούς Ισραήλ· Σεις είδετε ότι εκ του ουρανού ελάλησα με σάς· | |
Exod | GreVamva | 20:24 | θυσιαστήριον εκ γης κάμε εις εμέ· και θυσίαζε επ' αυτού τα ολοκαυτώματά σου και τας ειρηνικάς προσφοράς σου, τα πρόβατά σου και τους βόας σου· εν παντί τόπω όπου αναμνήσω το όνομά μου, θέλω έρχεσθαι προς σε και θέλω σε ευλογεί· | |
Exod | GreVamva | 20:25 | εάν δε εκ λίθων κάμης θυσιαστήριον εις εμέ, δεν θέλεις οικοδομήσει αυτό εκ πέτρας πελεκητής· διότι εάν περάσης επάνω αυτού το εργαλείόν σου, θέλεις μολύνει αυτό· | |
Chapter 21
Exod | GreVamva | 21:2 | Εάν αγοράσης δούλον Εβραίον, εξ έτη θέλει δουλεύσει· εν δε τω εβδόμω θέλει εξέλθει ελεύθερος, δωρεάν. | |
Exod | GreVamva | 21:3 | Εάν εισήλθε μόνος, μόνος θέλει εξέλθει· εάν είχε γυναίκα, τότε η γυνή αυτού θέλει εξέλθει μετ' αυτού. | |
Exod | GreVamva | 21:4 | Εάν ο κύριος αυτού έδωκεν εις αυτόν γυναίκα, και εγέννησεν εις αυτόν υιούς η θυγατέρας, η γυνή και τα τέκνα αυτής θέλουσιν είσθαι του κυρίου αυτής, αυτός δε θέλει εξέλθει μόνος. | |
Exod | GreVamva | 21:5 | Αλλ' εάν ο δούλος είπη φανερά, Αγαπώ τον κύριόν μου, την γυναίκα μου και τα τέκνα μου, δεν θέλω εξέλθει ελεύθερος· | |
Exod | GreVamva | 21:6 | τότε ο κύριος αυτού θέλει φέρει αυτόν προς τους κριτάς· και θέλει φέρει αυτόν εις την θύραν ή εις τον παραστάτην της θύρας, και ο κύριος αυτού θέλει τρυπήσει το ωτίον αυτού με τρυπητήριον· και θέλει δουλεύει αυτόν διαπαντός. | |
Exod | GreVamva | 21:7 | Και εάν τις πωλήση την θυγατέρα αυτού διά δούλην, δεν θέλει εξέλθει καθώς εξέρχονται οι δούλοι. | |
Exod | GreVamva | 21:8 | Εάν δεν αρέση εις τον κύριον αυτής, όστις ηρραβωνίσθη αυτήν εις εαυτόν, τότε θέλει απολυτρώσει αυτήν· εις ξένον έθνος δεν θέλει έχει εξουσίαν να πωλήση αυτήν, επειδή εφέρθη προς αυτήν απίστως. | |
Exod | GreVamva | 21:9 | Αν όμως ηρραβώνισεν αυτήν με τον υιόν αυτού, θέλει κάμει προς αυτήν κατά το δικαίωμα των θυγατέρων. | |
Exod | GreVamva | 21:10 | Εάν λάβη εις εαυτόν άλλην, δεν θέλει στερήσει την τροφήν αυτής, τα ενδύματα αυτής, και το προς αυτήν χρέος του γάμου. | |
Exod | GreVamva | 21:11 | Εάν όμως δεν κάμνη εις αυτήν τα τρία ταύτα, τότε θέλει εξέλθει δωρεάν άνευ αργυρίου. | |
Exod | GreVamva | 21:13 | εάν όμως δεν παρεμόνευσεν, αλλ' ο Θεός παρέδωκεν αυτόν εις την χείρα αυτού, τότε εγώ θέλω σοι διορίσει τόπον, όπου θέλει καταφύγει· | |
Exod | GreVamva | 21:14 | εάν δε τις εγερθή κατά του πλησίον αυτού διά να δολοφονήση αυτόν, από του θυσιαστηρίου μου θέλεις αποσπάσει αυτόν διά να θανατωθή. | |
Exod | GreVamva | 21:16 | Και όστις κλέψη άνθρωπον και πωλήση αυτόν, ή εάν ευρεθή εις τας χείρας αυτού, θέλει εξάπαντος θανατωθή. | |
Exod | GreVamva | 21:17 | Και όστις κακολογή τον πατέρα αυτού ή την μητέρα αυτού, θέλει εξάπαντος θανατωθή. | |
Exod | GreVamva | 21:18 | Και εάν άνθρωποι λογομαχώσι μετ' αλλήλων και ο εις πατάξη τον άλλον με λίθον ή με γρόνθον, και δεν αποθάνη αλλά γείνη κλινήρης, | |
Exod | GreVamva | 21:19 | εάν σηκωθή και περιπατήση έξω με την βακτηρίαν αυτού, τότε θέλει είσθαι ελεύθερος ο πατάξας· μόνον θέλει αποζημιώσει αυτόν διά την αργίαν αυτού και θέλει επιμεληθή την τελείαν θεραπείαν αυτού. | |
Exod | GreVamva | 21:20 | Και εάν τις πατάξη τον δούλον αυτού ή την δούλην αυτού με ράβδον, και αποθάνη υπό τας χείρας αυτού, θέλει εξάπαντος τιμωρηθή. | |
Exod | GreVamva | 21:22 | Εάν μάχωνται άνδρες και πατάξωσι γυναίκα έγκυον και εξέλθη το παιδίον αυτής, δεν συμβή όμως συμφορά· θέλει εξάπαντος κάμει αποζημίωσιν ο πατάξας, οποίαν ο ανήρ της γυναικός επιβάλη εις αυτόν· και θέλει πληρώσει κατά την απόφασιν των κριτών. | |
Exod | GreVamva | 21:24 | οφθαλμόν αντί οφθαλμού, οδόντα αντί οδόντος, χείρα αντί χειρός, πόδα αντί ποδός, | |
Exod | GreVamva | 21:26 | Εάν τις πατάξη τον οφθαλμόν του δούλου αυτού ή τον οφθαλμόν της δούλης αυτού και τυφλώση αυτόν, θέλει αφήσει αυτόν ελεύθερον εξ αιτίας του οφθαλμού αυτού. | |
Exod | GreVamva | 21:27 | Και εάν εκβάλη τον οδόντα του δούλον αυτού ή τον οδόντα της δούλης αυτού, θέλει αφήσει αυτόν ελεύθερον εξ αιτίας του οδόντος αυτού. | |
Exod | GreVamva | 21:28 | Εάν βους κερατίση άνδρα ή γυναίκα, και αποθάνη, τότε ο βους θέλει λιθοβοληθή με λίθους και δεν θέλει τρώγεσθαι το κρέας αυτού· ο κύριος δε του βοός θέλει είσθαι αθώος. | |
Exod | GreVamva | 21:29 | Εάν όμως ο βους ήτο κερατιστής από πρότερον, και έγεινε διαμαρτυρία εις τον κύριον αυτού και δεν εφύλαξεν αυτόν, εάν θανατώση άνδρα ή γυναίκα, ο βους θέλει λιθοβοληθή και ακόμη ο κύριος αυτού θέλει θανατωθή. | |
Exod | GreVamva | 21:30 | Εάν επιβληθή εις αυτόν τιμή εξαγοράσεως, θέλει δώσει διά την εξαγόρασιν της ζωής αυτού όσα ήθελον επιβληθή εις αυτόν. | |
Exod | GreVamva | 21:31 | Είτε υιόν κερατίση, είτε θυγατέρα κερατίση, κατά την κρίσιν ταύτην θέλει γείνει εις αυτόν. | |
Exod | GreVamva | 21:32 | Εάν ο βους κερατίση δούλον ή δούλην, θέλει δώσει εις τον κύριον αυτών τριάκοντα σίκλους αργυρίου· ο δε βους θέλει λιθοβοληθή. | |
Exod | GreVamva | 21:33 | Και εάν τις ανοίξη λάκκον ή εάν τις σκάψη λάκκον και δεν σκεπάση αυτόν, και πέση εις αυτόν βους ή όνος, | |
Exod | GreVamva | 21:34 | ο κύριος του λάκκου θέλει κάμει αποζημίωσιν, αργύριον θέλει αποδώσει εις τον κύριον αυτών· το δε θανατωθέν θέλει είσθαι αυτού. | |
Exod | GreVamva | 21:35 | Και εάν ο βους τινός κερατίση τον βουν του πλησίον αυτού και θανατωθή, τότε θέλουσι πωλήσει τον ζώντα βουν, και θέλουσι μοιρασθή το αργύριον αυτού και τον θανατωθέντα ομοίως θέλουσι μοιρασθή. | |
Chapter 22
Exod | GreVamva | 22:1 | Εάν τις κλέψη βουν ή πρόβατον και σφάξη αυτό ή πωλήση αυτό, θέλει πληρώσει πέντε βόας αντί του βοός και τέσσαρα πρόβατα αντί του προβάτου. | |
Exod | GreVamva | 22:2 | Εάν ο κλέπτης ευρεθή κάμνων ρήξιν και κτυπηθή και αποθάνη, δεν θέλει χυθή αίμα δι' αυτόν. | |
Exod | GreVamva | 22:3 | Εάν όμως ο ήλιος ανατείλη επάνω αυτού, θέλει χυθή αίμα δι' αυτόν· πρέπει να κάμη ανταπόδοσιν· και αν δεν έχη, θέλει πωληθή διά την κλοπήν αυτού. | |
Exod | GreVamva | 22:4 | Εάν το κλοπιμαίον ευρεθή εις τας χείρας αυτού ζων, είτε βους είτε όνος είτε πρόβατον, θέλει αποδώσει το διπλούν. | |
Exod | GreVamva | 22:5 | Εάν τις καταβοσκήση αγρόν ή αμπελώνα και αφήση το κτήνος αυτού να βοσκηθή εν αγρώ ξένου ανθρώπου, θέλει κάμει ανταπόδοσιν εκ του καλητέρου του αγρού αυτού και εκ του καλητέρου του αμπελώνος αυτού. | |
Exod | GreVamva | 22:6 | Εάν εξέλθη πυρ και εύρη ακάνθας, και καώσι θημωνίαι σίτου ή αστάχυα ιστάμενα ή αγρός, ο ανάψας το πυρ θέλει εξάπαντος κάμει ανταπόδοσιν. | |
Exod | GreVamva | 22:7 | Εάν τις παραδώση εις τον πλησίον αυτού αργύριον ή σκεύη διά να φυλάττη αυτά, και κλαπώσιν εκ της οικίας του ανθρώπου, αν ευρεθή ο κλέπτης, θέλει αποδώσει το διπλούν· | |
Exod | GreVamva | 22:8 | αν ο κλέπτης δεν ευρεθή, τότε ο κύριος της οικίας θέλει φερθή έμπροσθεν των κριτών, διά να εξετασθή αν δεν έβαλε την χείρα αυτού επί τα κτήματα του πλησίον αυτού. | |
Exod | GreVamva | 22:9 | Περί παντός είδους αδικήματος, περί βοός, περί όνου, περί προβάτου, περί ενδύματος, περί παντός πράγματος χαμένου, το οποίον άλλος ήθελε διαφιλονεικεί ότι είναι αυτού, η κρίσις αμφοτέρων θέλει ελθεί έμπροσθεν των κριτών· και όντινα καταδικάσωσιν οι κριταί, εκείνος θέλει αποδώσει το διπλούν εις τον πλησίον αυτού. | |
Exod | GreVamva | 22:10 | Εάν τις παραδώση εις τον πλησίον αυτού όνον ή βουν ή πρόβατον ή οποιονδήποτε κτήνος, διά να φυλάττη αυτό, και αποθάνη ή συντριφθή ή αρπαχθή χωρίς να ίδη τις, | |
Exod | GreVamva | 22:11 | όρκος Θεού θέλει γείνει ανά μέσον αμφοτέρων αυτών, ότι δεν έβαλε την χείρα αυτού επί το κτήμα του πλησίον αυτού· και ο κύριος αυτού θέλει λάβει αυτό, ο δε άλλος δεν θέλει κάμει ανταπόδοσιν. | |
Exod | GreVamva | 22:13 | Εάν έγεινε θηριάλωτον, θέλει φέρει αυτό διά μαρτυρίαν και δεν θέλει πληρώσει το θηριάλωτον. | |
Exod | GreVamva | 22:14 | Και εάν τις δανεισθή ζώον παρά του πλησίον αυτού, και συντριφθή ή αποθάνη, ο δε κύριος αυτού δεν ήναι μετ' αυτού, θέλει εξάπαντος πληρώσει αυτό. | |
Exod | GreVamva | 22:15 | Εάν όμως ο κύριος αυτού ήναι μετ' αυτού, δεν θέλει πληρώσει· αν ήτο μεμισθωμένον, ήλθε διά τον μισθόν αυτού. | |
Exod | GreVamva | 22:16 | Και εάν τις απατήση παρθένον μη ηρραβωνισμένην, και κοιμηθή μετ' αυτής, θέλει εξάπαντος προικίσει αυτήν με προίκα διά γυναίκα εις εαυτόν. | |
Exod | GreVamva | 22:17 | Εάν όμως ο πατήρ αυτής δεν στέργη να δώση αυτήν εις αυτόν, αργύριον θέλει πληρώσει κατά την προίκα των παρθένων. | |
Exod | GreVamva | 22:21 | Και ξένον δεν θέλεις κακοποιήσει ουδέ θέλεις καταδυναστεύσει αυτόν· διότι ξένοι εστάθητε εν τη γη της Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 22:23 | Εάν καταθλίψητε αυτούς οπωσδήποτε και βοήσωσι προς εμέ, θέλω εξάπαντος εισακούσει της φωνής αυτών, | |
Exod | GreVamva | 22:24 | και ο θυμός μου θέλει εξαφθή και θέλω σας θανατώσει εν μαχαίρα· και αι γυναίκές σας θέλουσιν είσθαι χήραι και τα τέκνα σας ορφανά. | |
Exod | GreVamva | 22:25 | Εάν δανείσης αργύριον εις τον πτωχόν γείτονά σου μεταξύ του λαού μου, δεν θέλεις φερθή προς αυτόν ως τοκιστής, δεν θέλεις επιβάλει επ' αυτόν τόκον. | |
Exod | GreVamva | 22:26 | Εάν λάβης ενέχυρον το ένδυμα του πλησίον σου, θέλεις επιστρέψει αυτό προς αυτόν πριν δύση ο ήλιος· | |
Exod | GreVamva | 22:27 | διότι τούτο μόνον είναι το σκέπασμα αυτού, τούτο το ένδυμα του δέρματος αυτού· με τι θέλει κοιμηθή; και όταν βοήση προς εμέ, θέλω εισακούσει· διότι εγώ είμαι ελεήμων. | |
Exod | GreVamva | 22:29 | Τας απαρχάς του αλωνίου σου και του ληνού σου δεν θέλεις καθυστερήσει· τον πρωτότοκόν σου εκ των υιών σου θέλεις δώσει εις εμέ· | |
Exod | GreVamva | 22:30 | ομοίως θέλεις κάμει διά τον βουν σου και διά το πρόβατόν σου· επτά ημέρας θέλει είσθαι μετά της μητρός αυτού, την ογδόην ημέραν θέλεις δώσει αυτό εις εμέ. | |
Chapter 23
Exod | GreVamva | 23:1 | Δεν θέλεις διαδώσει ψευδή φήμην· δεν θέλεις συμφωνήσει μετά του αδίκου διά να γείνης ψευδομάρτυς. | |
Exod | GreVamva | 23:2 | Δεν θέλεις ακολουθήσει τους πολλούς επί κακώ· ουδέ θέλεις ομιλήσει εν κρισολογία, ώστε να κλίνης κατόπιν πολλών διά να διαστρέψης κρίσιν· | |
Exod | GreVamva | 23:4 | Εάν απαντήσης τον βουν του εχθρού σου ή τον όνον αυτού πλανώμενον, θέλεις εξάπαντος επιστρέψει αυτόν προς αυτόν. | |
Exod | GreVamva | 23:5 | Εάν ίδης τον όνον του μισούντός σε πεπτωκότα υπό το φορτίον αυτού και ήθελες αποφύγει να βοηθήσης αυτόν, εξάπαντος θέλεις συμβοηθήσει αυτόν. | |
Exod | GreVamva | 23:7 | Άπεχε από αδίκου υποθέσεως· και μη γείνης αιτία να θανατωθή ο αθώος και ο δίκαιος· διότι εγώ δεν θέλω δικαιώσει τον ασεβή. | |
Exod | GreVamva | 23:8 | Και δώρα δεν θέλεις λάβει· διότι τα δώρα τυφλόνουσι και τους σοφούς, και διαστρέφουσι τους λόγους των δικαίων. | |
Exod | GreVamva | 23:9 | Και ξένον δεν θέλεις καταδυναστεύσει διότι σεις γνωρίζετε την ψυχήν του ξένου, επειδή ξένοι εστάθητε εν τη γη της Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 23:11 | το δε έβδομον θέλεις αφήσει αυτήν να αναπαυθή και να μένη αργή, διά να τρώγωσιν οι πτωχοί του λαού σου· και το εναπολειφθέν αυτών ας τρώγωσι τα ζώα του αγρού. Ούτω θέλεις κάμει διά τον αμπελώνά σου και διά τον ελαιώνά σου. | |
Exod | GreVamva | 23:12 | Εξ ημέρας θέλεις κάμνει τας εργασίας σου· την δε εβδόμην ημέραν θέλεις αναπαύεσθαι, διά να αναπαυθή ο βους σου και ο οίνος σου και να λάβη αναψυχήν ο υιός της δούλης σου και ο ξένος. | |
Exod | GreVamva | 23:13 | Και εις πάντα όσα ελάλησα προς εσάς, θέλετε προσέξει· και όνομα άλλων θεών δεν θέλετε αναφέρει, ουδέ θέλει ακουσθή εκ του στόματός σου. | |
Exod | GreVamva | 23:15 | Θέλεις φυλάττει την εορτήν των αζύμων· επτά ημέρας θέλεις τρώγει άζυμα, καθώς προσέταξα εις σε, κατά τον διωρισμένον καιρόν του μηνός Αβίβ· διότι εν τούτω εξήλθες εξ Αιγύπτου· και ουδείς θέλει φανή ενώπιόν μου κενός· | |
Exod | GreVamva | 23:16 | και την εορτήν του θερισμού, των πρωτογεννημάτων των κόπων σου, τα οποία έσπειρας εις τον αγρόν· και την εορτήν της συγκομιδής των καρπών, εις το τέλος του ενιαυτού, αφού συνάξης τους καρπούς σου εκ του αγρού. | |
Exod | GreVamva | 23:18 | Δεν θέλεις προσφέρει το αίμα της θυσίας μου με άρτον ένζυμον· ουδέ θέλει μένει το πάχος της εορτής μου έως πρωΐ. | |
Exod | GreVamva | 23:19 | Τας απαρχάς των πρωτογεννημάτων της γης σου θέλεις φέρει εις τον οίκον Κυρίου του Θεού σου. Δεν θέλεις ψήσει ερίφιον εν τω γάλακτι της μητρός αυτού. | |
Exod | GreVamva | 23:20 | Ιδού, εγώ αποστέλλω άγγελον έμπροσθέν σου διά να σε φυλάττη εν τη οδώ, και να σε φέρη εις τον τόπον τον οποίον προητοίμασα· | |
Exod | GreVamva | 23:21 | φοβού αυτόν, και υπάκουε εις την φωνήν αυτού· μη παροργίσης αυτόν· διότι δεν θέλει συγχωρήσει τας παραβάσεις σας· επειδή το όνομά μου είναι εν αυτώ. | |
Exod | GreVamva | 23:22 | Εάν όμως προσέχης να υπακούης εις την φωνήν αυτού και πράττης πάντα όσα λέγω, τότε εγώ θέλω είσθαι εχθρός των εχθρών σου και εναντίος των εναντίων σου. | |
Exod | GreVamva | 23:23 | Διότι ο άγγελός μου θέλει προπορεύσθαι έμπροσθέν σου, και θέλει σε εισαγάγει εις τους Αμορραίους και Χετταίους και Φερεζαίους και Χαναναίους, Ευαίους και Ιεβουσαίους· και θέλω εξολοθρεύσει αυτούς. | |
Exod | GreVamva | 23:24 | Δεν θέλεις προσκυνήσει τους θεούς αυτών, ουδέ θέλεις λατρεύσει αυτούς, ουδέ θέλεις πράξει κατά τα έργα εκείνων· αλλά θέλεις εξολοθρεύσει αυτούς, και θέλεις κατασυντρίψει τα είδωλα αυτών. | |
Exod | GreVamva | 23:25 | Και θέλετε λατρεύει Κύριον τον Θεόν σας, και αυτός θέλει ευλογεί τον άρτον σου, και το ύδωρ σου· και θέλω απομακρύνει πάσαν νόσον εκ μέσου σου· | |
Exod | GreVamva | 23:26 | και δεν θέλει είσθαι άγονος και στείρα επί της γης σου· τον αριθμόν των ημερών σου θέλω κάμει πλήρη. | |
Exod | GreVamva | 23:27 | τον φόβον μου θέλει στείλει έμπροσθέν σου και θέλω καταστρέψει πάντα λαόν επί τον οποίον έρχεσαι και θέλω κάμει πάντας τους εχθρούς σου να στρέψωσι τα νώτα εις σέ· | |
Exod | GreVamva | 23:28 | και θέλω στείλει έμπροσθέν σου σφήκας, και θέλουσιν εκδιώξει τους Ευαίους, τους Χαναναίους και τους Χετταίους απ' έμπροσθέν σου. | |
Exod | GreVamva | 23:29 | Δεν θέλω εκδιώξει αυτούς απ' έμπροσθέν σου εις εν έτος, διά να μη γείνη έρημος η γη και πληθυνθώσι τα θηρία του αγρού εναντίον σου· | |
Exod | GreVamva | 23:30 | ολίγον κατ' ολίγον θέλω εκδιώξει αυτούς απ' έμπροσθέν σου, εωσού αυξηθής και κυριεύσης την γην. | |
Exod | GreVamva | 23:31 | Και θέλω θέσει τα όριά σου από της Ερυθράς θαλάσσης μέχρι της θαλάσσης των Φιλισταίων, και από της ερήμου μέχρι του ποταμού· διότι εις τας χείρας υμών θέλω παραδώσει τους κατοίκους του τόπου, και θέλεις εκδιώξει αυτούς απ' έμπροσθέν σου. | |
Chapter 24
Exod | GreVamva | 24:1 | Μετά ταύτα είπε προς τον Μωϋσήν, Ανάβα προς τον Κύριον, συ και Ααρών, Ναδάβ και Αβιούδ, και εβδομήκοντα εκ των πρεσβυτέρων του Ισραήλ, και προσκυνήσατε μακρόθεν· | |
Exod | GreVamva | 24:2 | και ο Μωϋσής μόνος θέλει πλησιάσει προς τον Κύριον, αυτοί όμως δεν θέλουσι πλησιάσει ουδέ ο λαός θέλει αναβή μετ' αυτού. | |
Exod | GreVamva | 24:3 | Και ήλθεν ο Μωϋσής και διηγήθη προς τον λαόν πάντας τους λόγους του Κυρίου και πάντα τα δικαιώματα αυτού· απεκρίθη δε πας ο λαός ομοφώνως και είπε, Πάντας τους λόγους, τους οποίους ελάλησεν ο Κύριος, θέλομεν κάμει. | |
Exod | GreVamva | 24:4 | Και έγραψεν ο Μωϋσής πάντας τους λόγους του Κυρίου· και σηκωθείς ενωρίς το πρωΐ, ωκοδόμησε θυσιαστήριον υπό το όρος, και έστησε δώδεκα στήλας κατά τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ. | |
Exod | GreVamva | 24:5 | Και απέστειλε τους νεανίσκους των υιών Ισραήλ, και προσέφεραν ολοκαυτώματα και εθυσίασαν θυσίας ειρηνικάς εις τον Κύριον, μοσχάρια. | |
Exod | GreVamva | 24:6 | Λαβών δε ο Μωϋσής το ήμισυ του αίματος, έβαλεν εις λεκάνας· και το ήμισυ του αίματος ερράντισεν επί το θυσιαστήριον. | |
Exod | GreVamva | 24:7 | Έπειτα λαβών το βιβλίον της διαθήκης, ανέγνωσεν εις τα ώτα του λαού· οι δε είπον, Πάντα όσα ελάλησεν ο Κύριος, θέλομεν κάμνει και θέλομεν υπακούει. | |
Exod | GreVamva | 24:8 | Και λαβών ο Μωϋσής το αίμα, ερράντισεν επί τον λαόν, και είπεν, Ιδού, το αίμα της διαθήκης, την οποίαν ο Κύριος έκαμε προς εσάς κατά πάντας τούτους τους λόγους. | |
Exod | GreVamva | 24:9 | Τότε ανέβη Μωϋσής και Ααρών, Ναδάβ και Αβιούδ και εβδομήκοντα εκ των πρεσβυτέρων του Ισραήλ· | |
Exod | GreVamva | 24:10 | και είδον τον Θεόν του Ισραήλ· και υπό τους πόδας αυτού ως έδαφος εστρωμένον εκ λίθου σαπφείρου και ως το στερέωμα του ουρανού κατά την καθαρότητα· | |
Exod | GreVamva | 24:11 | και επί τους εκλεκτούς των υιών Ισραήλ δεν έβαλε την χείρα αυτού· και είδον τον Θεόν, και έφαγον και έπιον. | |
Exod | GreVamva | 24:12 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Ανάβα προς εμέ εις το όρος και έσο εκεί· και θέλω σοι δώσει τας πλάκας τας λιθίνας, και τον νόμον, και τας εντολάς τας οποίας έγραψα, διά να διδάσκης αυτούς. | |
Exod | GreVamva | 24:13 | Και εσηκώθη ο Μωϋσής μετά Ιησού του θεράποντος αυτού, και ανέβη ο Μωϋσής επί το όρος του Θεού. | |
Exod | GreVamva | 24:14 | Προς δε τους πρεσβυτέρους είπε, Περιμένετε ημάς εδώ, εωσού επιστρέψωμεν προς εσάς· και ιδού, Ααρών και Ωρ είναι μεθ' υμών· εάν τις έχη υπόθεσιν, ας έρχηται προς αυτούς. | |
Exod | GreVamva | 24:16 | Και εκάθησεν η δόξα του Κυρίου επί του όρους Σινά, και η νεφέλη εσκέπασεν αυτό εξ ημέρας· και την εβδόμην ημέραν εκάλεσεν ο Κύριος τον Μωϋσήν εκ μέσου της νεφέλης. | |
Exod | GreVamva | 24:17 | Και η θέα της δόξης του Κυρίου ήτο, εις τους οφθαλμούς των υιών Ισραήλ, ως πυρ κατατρώγον επί της κορυφής του όρους. | |
Chapter 25
Exod | GreVamva | 25:2 | Ειπέ προς τους υιούς Ισραήλ να φέρωσι προς εμέ προσφοράν· παρά παντός ανθρώπου προαιρουμένου εν τη καρδία αυτού θέλετε λάβει την προσφοράν μου. | |
Exod | GreVamva | 25:3 | Και αύτη είναι η προσφορά, την οποίαν θέλετε λάβει παρ' αυτών· χρυσίον και αργύριον και χαλκός, | |
Exod | GreVamva | 25:6 | έλαιον διά το φως, αρώματα διά το έλαιον του χρίσματος και διά το ευώδες θυμίαμα, | |
Exod | GreVamva | 25:9 | Κατά πάντα όσα εγώ δεικνύω προς σε, κατά το παράδειγμα της σκηνής, και κατά το παράδειγμα πάντων των σκευών αυτής, ούτω θέλετε κάμει. | |
Exod | GreVamva | 25:10 | Και θέλουσι κατασκευάσει κιβωτόν εκ ξύλου σιττίμ· δύο πηχών και ημισείας το μήκος αυτής, και μιας πήχης και ημισείας το πλάτος αυτής, και μιας πήχης και ημισείας το ύψος αυτής· | |
Exod | GreVamva | 25:11 | και θέλεις περικαλύψει αυτήν με καθαρόν χρυσίον, έσωθεν και έξωθεν θέλεις περικαλύψει αυτήν, και επ' αυτής θέλεις κάμει χρυσήν στεφάνην κύκλω. | |
Exod | GreVamva | 25:12 | Και θέλεις χύσει δι' αυτήν τέσσαρας κρίκους χρυσούς και θέλεις βάλει αυτούς εις τας τέσσαρας γωνίας αυτής· δύο μεν κρίκους εις την μίαν πλευράν αυτής, δύο δε κρίκους εις την άλλην πλευράν αυτής. | |
Exod | GreVamva | 25:13 | Και θέλεις κάμει μοχλούς εκ ξύλου σιττίμ, και θέλεις περικαλύψει αυτούς με χρυσίον· | |
Exod | GreVamva | 25:14 | και θέλεις εισάξει τους μοχλούς εις τους κρίκους των πλευρών της κιβωτού, διά να βαστάζηται η κιβωτός δι' αυτών· | |
Exod | GreVamva | 25:15 | εν τοις κρίκοις της κιβωτού θέλουσι μένει οι μοχλοί· δεν θέλουσι μετακινείσθαι απ' αυτής. | |
Exod | GreVamva | 25:17 | Και θέλεις κάμει ιλαστήριον εκ χρυσίου καθαρού· δύο πηχών και ημισείας το μήκος αυτού, και μιας πήχης και ημισείας το πλάτος αυτού. | |
Exod | GreVamva | 25:18 | Και θέλεις κάμει δύο χερουβείμ εκ χρυσίου· σφυρήλατα θέλεις κάμει αυτά, επί των δύο άκρων του ιλαστηρίου· | |
Exod | GreVamva | 25:19 | και κάμε εν χερούβ επί του ενός άκρου, και εν χερούβ επί του άλλου άκρου· εκ του ιλαστηρίου θέλεις κάμει τα χερουβείμ επί των δύο άκρων αυτού· | |
Exod | GreVamva | 25:20 | και θέλουσιν εκτείνει τα χερουβείμ επάνωθεν τας πτέρυγας, επικαλύπτοντα με τας πτέρυγας αυτών το ιλαστήριον· και τα πρόσωπα αυτών θέλουσι βλέπει το εν προς το άλλο· προς το ιλαστήριον θέλουσιν είσθαι τα πρόσωπα των χερουβείμ. | |
Exod | GreVamva | 25:21 | Και θέλεις επιθέσει το ιλαστήριον επί της κιβωτού άνωθεν· και θέλεις θέσει εν τη κιβωτώ τα μαρτύρια, τα οποία θέλω δώσει εις σέ· | |
Exod | GreVamva | 25:22 | και εκεί θέλω γνωρισθή προς σέ· και επάνωθεν του ιλαστηρίου, εκ του μέσου των δύο χερουβείμ, των επί της κιβωτού του μαρτυρίου, θέλω λαλήσει προς σε περί πάντων όσα θέλω προστάξει εις σε να είπης προς τους υιούς Ισραήλ. | |
Exod | GreVamva | 25:23 | Και θέλεις κάμει τράπεζαν εκ ξύλου σιττίμ· δύο πηχών το μήκος αυτής, και μιας πήχης το πλάτος αυτής, το δε ύψος αυτής μιας πήχης και ημισείας· | |
Exod | GreVamva | 25:24 | και θέλεις περικαλύψει αυτήν με χρυσίον καθαρόν, και θέλεις κάμει εις αυτήν χρυσήν στεφάνην κύκλω. | |
Exod | GreVamva | 25:25 | Και θέλεις κάμει εις αυτήν χείλος κύκλω μιας παλάμης το πλάτος και θέλεις κάμει επί το χείλος αυτής στεφάνην χρυσήν κύκλω. | |
Exod | GreVamva | 25:26 | Και θέλεις κάμει εις αυτήν τέσσαρας κρίκους χρυσούς και θέλεις βάλει τους κρίκους επί τας τέσσαρας γωνίας, τας επί των τεσσάρων ποδών αυτής· | |
Exod | GreVamva | 25:27 | οι κρίκοι θέλουσιν είσθαι υπό το χείλος θήκαι των μοχλών, διά να βαστάζηται η τράπεζα. | |
Exod | GreVamva | 25:28 | Και θέλεις κάμει τους μοχλούς εκ ξύλου σιττίμ, και θέλεις περικαλύψει αυτούς με χρυσίον, διά να βαστάζηται η τράπεζα δι' αυτών. | |
Exod | GreVamva | 25:29 | Και θέλεις κάμει τους δίσκους αυτής και τους θυμιαματοδόχους αυτής και τα σπονδεία αυτής και τας λεκάνας αυτής, διά να γίνωνται δι' αυτών αι σπονδαί· εκ χρυσίου καθαρού θέλεις κάμει αυτά. | |
Exod | GreVamva | 25:31 | Και θέλεις κάμει λυχνίαν εκ χρυσίου καθαρού· σφυρήλατον θέλεις κάμει την λυχνίαν· ο κορμός αυτής και οι κλάδοι αυτής, αι λεκάναι αυτής, οι κόμβοι αυτής και τα άνθη αυτής, θέλουσιν είσθαι εν σώμα μετ' αυτής. | |
Exod | GreVamva | 25:32 | Και θέλουσιν εξέρχεσθαι εξ κλάδοι εκ των πλαγίων αυτής· τρεις κλάδοι της λυχνίας εκ του ενός πλαγίου, και τρεις κλάδοι της λυχνίας εκ του άλλου πλαγίου· | |
Exod | GreVamva | 25:33 | εις τον ένα κλάδον θέλουσιν είσθαι τρεις λεκάναι αμυγδαλοειδείς, εις κόμβος και εν άνθος· και εις τον άλλον κλάδον τρεις λεκάναι αμυγδαλοειδείς, εις κόμβος και εν άνθος· ούτω θέλει γείνει εις τους εξ κλάδους, τους εξερχομένους εκ της λυχνίας. | |
Exod | GreVamva | 25:34 | Και εις την λυχνίαν θέλουσιν είσθαι τέσσαρες λεκάναι αμυγδαλοειδείς, οι κόμβοι αυτών και τα άνθη αυτών. | |
Exod | GreVamva | 25:35 | Και θέλει είσθαι εις κόμβος υπό τους δύο κλάδους εξ αυτής, και εις κόμβος υπό τους δύο κλάδους εξ αυτής, και εις κόμβος υπό τους δύο κλάδους εξ αυτής, εις τους εξ κλάδους τους εξερχομένους εκ της λυχνίας. | |
Exod | GreVamva | 25:36 | Οι κόμβοι αυτών και οι κλάδοι αυτών θέλουσιν είσθαι εν σώμα μετ' αυτής· το όλον αυτής εν σφυρήλατον εκ χρυσίου καθαρού. | |
Exod | GreVamva | 25:37 | Και θέλεις κάμει τους λύχνους αυτής επτά· και θέλουσιν ανάπτει τους λύχνους αυτής, διά να φέγγωσιν έμπροσθεν αυτής, | |
Exod | GreVamva | 25:38 | Και τα λυχνοψάλιδα αυτής και τα υποθέματα αυτής θέλουσιν είσθαι εκ χρυσίου καθαρού. | |
Exod | GreVamva | 25:39 | Εξ ενός ταλάντου χρυσίου καθαρού θέλει κατασκευασθή αυτή και πάντα ταύτα τα σκεύη. | |
Chapter 26
Exod | GreVamva | 26:1 | Και θέλεις κάμει την σκηνήν, δέκα παραπετάσματα εκ βύσσου κεκλωσμένης και κυανού και πορφυρού και κοκκίνου· με χερουβείμ εντέχνως ενειργασμένα θέλεις κάμει αυτά. | |
Exod | GreVamva | 26:2 | Το μήκος του ενός παραπετάσματος εικοσιοκτώ πηχών, και το πλάτος του ενός παραπετάσματος τεσσάρων πηχών· πάντα τα παραπετάσματα του αυτού μέτρου. | |
Exod | GreVamva | 26:3 | Τα πέντε παραπετάσματα θέλουσι συνάπτεσθαι το εν μετά του άλλου· και τα άλλα πέντε παραπετάσματα θέλουσι συνάπτεσθαι το εν μετά του άλλου. | |
Exod | GreVamva | 26:4 | Και θέλεις κάμει θηλυκωτήρια κυανά επί της άκρας του πρώτου παραπετάσματος, κατά το πλάγιον όπου γίνεται η ένωσις· ομοίως θέλεις κάμει και επί της τελευταίας άκρας του δευτέρου παραπετάσματος, όπου γίνεται η ένωσις του δευτέρου· | |
Exod | GreVamva | 26:5 | πεντήκοντα θηλυκωτήρια θέλεις κάμει εις το εν παραπέτασμα, και πεντήκοντα θηλυκωτήρια θέλεις κάμει εις την άκραν του παραπετάσματος την κατά την ένωσιν του δευτέρου, διά να αντικρύζωσι τα θηλυκωτήρια προς άλληλα. | |
Exod | GreVamva | 26:6 | Και θέλεις κάμει πεντήκοντα περόνας χρυσάς, και με τας περόνας θέλεις συνάψει τα παραπετάσματα προς άλληλα· ούτως η σκηνή θέλει είσθαι μία. | |
Exod | GreVamva | 26:7 | Και θέλεις κάμει παραπετάσματα εκ τριχών αιγών, διά να ήναι κάλυμμα επί της σκηνής· ένδεκα θέλεις κάμει τα παραπετάσματα ταύτα· | |
Exod | GreVamva | 26:8 | το μήκος του ενός παραπετάσματος τριάκοντα πηχών, και το πλάτος του ενός παραπετάσματος τεσσάρων πηχών· του αυτού μέτρου θέλουσιν είσθαι τα ένδεκα παραπετάσματα. | |
Exod | GreVamva | 26:9 | Και θέλεις συνάψει τα πέντε παραπετάσματα χωριστά, και τα εξ παραπετάσματα χωριστά· το έκτον όμως παραπέτασμα θέλεις επιδιπλώσει κατά το πρόσωπον της σκηνής. | |
Exod | GreVamva | 26:10 | Και θέλεις κάμει πεντήκοντα θηλυκωτήρια επί της άκρας του ενός παραπετάσματος του τελευταίου κατά την ένωσιν, και πεντήκοντα θηλυκωτήρια επί της άκρας του παραπετάσματος, το οποίον ενόνεται με το δεύτερον. | |
Exod | GreVamva | 26:11 | Θέλεις κάμει και πεντήκοντα περόνας χαλκίνας, και θέλεις εμβάλει τας περόνας εις τα θηλυκωτήρια, και θέλεις συνάψει την σκηνήν, ώστε να ήναι μία. | |
Exod | GreVamva | 26:12 | Το δε υπόλοιπον, το περισσεύον εκ των παραπετασμάτων της σκηνής, το ήμισυ του παραπετάσματος του εναπολειπομένου, θέλει κρέμασθαι επί τα όπισθεν της σκηνής. | |
Exod | GreVamva | 26:13 | Και μία πήχη εκ του ενός πλαγίου και μία πήχη εκ του άλλου πλαγίου εκ του εναπολειπομένου εις το μήκος των παραπετασμάτων της σκηνής θέλει κρέμασθαι επάνωθεν επί τα πλάγια της σκηνής εντεύθεν και εντεύθεν, διά να καλύπτη αυτήν. | |
Exod | GreVamva | 26:14 | Και θέλεις κάμει κατακάλυμμα διά την σκηνήν εκ δερμάτων κριών κοκκινοβαφών και επικάλυμμα υπεράνωθεν εκ δερμάτων θώων. | |
Exod | GreVamva | 26:16 | δέκα πηχών το μήκος της μιας σανίδος, και μιας πήχης και ημισείας το πλάτος της μιας σανίδος. | |
Exod | GreVamva | 26:17 | Δύο αγκωνίσκοι θέλουσιν είσθαι εις την μίαν σανίδα αντικρύζοντες προς αλλήλους· ούτω θέλεις κάμει εις πάσας τας σανίδας της σκηνής. | |
Exod | GreVamva | 26:18 | Και θέλεις κάμει τας σανίδας διά την σκηνήν, είκοσι σανίδας από το νότιον μέρος προς μεσημβρίαν. | |
Exod | GreVamva | 26:19 | και υποκάτω των είκοσι σανίδων θέλεις κάμει τεσσαράκοντα υποβάσια αργυρά· δύο υποβάσια υποκάτω της μιας σανίδος διά τους δύο αγκωνίσκους αυτής, και δύο υποβάσια υποκάτω της άλλης σανίδος διά τους δύο αγκωνίσκους αυτής. | |
Exod | GreVamva | 26:20 | Και διά το δεύτερον μέρος της σκηνής το προς βορράν, θέλεις κάμει είκοσι σανίδας. | |
Exod | GreVamva | 26:21 | και τα τεσσαράκοντα αυτών υποβάσια αργυρά, δύο υποβάσια υποκάτω της μιας σανίδος, και δύο υποβάσια υποκάτω της άλλης σανίδος. | |
Exod | GreVamva | 26:24 | και θέλουσιν ενωθή κάτωθεν και θέλουσιν ενωθή ομού άνωθεν δι' ενός κρίκου· ούτω θέλει είσθαι δι' αυτάς αμφοτέρας· διά τας δύο γωνίας θέλουσιν είσθαι. | |
Exod | GreVamva | 26:25 | και θέλουσιν είσθαι οκτώ σανίδες και τα αργυρά υποβάσια αυτών, δεκαέξ υποβάσια· δύο υποβάσια υποκάτω της μιας σανίδος και δύο υποβάσια υποκάτω της άλλης σανίδος. | |
Exod | GreVamva | 26:26 | Και θέλεις κάμει μοχλούς εκ ξύλου σιττίμ· πέντε διά τας σανίδας του ενός μέρους της σκηνής, | |
Exod | GreVamva | 26:27 | και πέντε μοχλούς διά τας σανίδας του άλλου μέρους της σκηνής, και πέντε μοχλούς διά τας σανίδας του μέρους της σκηνής διά το πλάγιον το προς δυσμάς. | |
Exod | GreVamva | 26:28 | και ο μέσος μοχλός, ο εν τω μέσω των σανίδων, θέλει διαπερά απ' άκρου έως άκρου. | |
Exod | GreVamva | 26:29 | Και τας σανίδας θέλεις περικαλύψει με χρυσίον και τους κρίκους αυτών θέλεις κάμει χρυσούς, διά να ήναι θήκαι των μοχλών. και θέλεις περικαλύψει τους μοχλούς με χρυσίον. | |
Exod | GreVamva | 26:30 | Και θέλεις ανεγείρει την σκηνήν κατά το σχέδιον αυτής το δειχθέν εις σε επί του όρους. | |
Exod | GreVamva | 26:31 | Και θέλεις κάμει καταπέτασμα εκ κυανού και πορφυρού και κοκκίνου και βύσσου κεκλωσμένης, εντέχνου εργασίας· με χερουβείμ θέλει είσθαι κατεσκευασμένον. | |
Exod | GreVamva | 26:32 | Και θέλεις κρεμάσει αυτό επί τεσσάρων στύλων εκ σιττίμ περικεκαλυμμένων με χρυσίον· τα άγκιστρα αυτών θέλουσιν είσθαι χρυσά, επί των τεσσάρων αργυρών υποβασίων. | |
Exod | GreVamva | 26:33 | Και θέλεις κρεμάσει το καταπέτασμα υπό τας περόνας, διά να φέρης εκεί, έσωθεν του καταπετάσματος, την κιβωτόν του μαρτυρίου· και το καταπέτασμα θέλει κάμνει εις εσάς χώρισμα μεταξύ του αγίου και του αγίου των αγίων. | |
Exod | GreVamva | 26:34 | Και θέλεις επιθέσει το ιλαστήριον επί της κιβωτού του μαρτυρίου εν τω αγίω των αγίων. | |
Exod | GreVamva | 26:35 | Και θέλεις θέσει την τράπεζαν έξωθεν του καταπετάσματος και την λυχνίαν αντικρύ της τραπέζης προς το νότιον μέρος της σκηνής· την δε τράπεζαν θέλεις θέσει προς το βόρειον μέρος. | |
Exod | GreVamva | 26:36 | Και θέλεις κάμει διά την θύραν της σκηνής τάπητα εκ κυανού και πορφυρού και κοκκίνου και βύσσου κεκλωσμένης, κατεσκευασμένον με εργασίαν κεντητού. | |
Chapter 27
Exod | GreVamva | 27:1 | Και θέλεις κάμει θυσιαστήριον εκ ξύλου σιττίμ, πέντε πηχών το μήκος και πέντε πηχών το πλάτος· τετράγωνον θέλει είσθαι το θυσιαστήριον· και το ύψος αυτού τριών πηχών· | |
Exod | GreVamva | 27:2 | και θέλεις κάμει τα κέρατα αυτού επί των τεσσάρων γωνιών αυτού· τα κέρατα αυτού θέλουσιν είσθαι εκ του αυτού και θέλεις περικαλύψει αυτό με χαλκόν. | |
Exod | GreVamva | 27:3 | Και θέλεις κάμει τους στακτοδόχους λέβητας αυτού και τα πτυάρια αυτού και τας λεκάνας αυτού και τας κρεάγρας αυτού και τα πυροδόχα αυτού· χάλκινα θέλεις κάμει πάντα τα σκεύη αυτού. | |
Exod | GreVamva | 27:4 | Και θέλεις κάμει δι' αυτό χαλκίνην εσχάραν δικτυωτής εργασίας· και επί του δικτύου θέλεις κάμει τέσσαρας κρίκους χαλκίνους επί των τεσσάρων γωνιών αυτού. | |
Exod | GreVamva | 27:5 | Και θέλεις θέσει αυτήν υπό την περιοχήν του θυσιαστηρίου κάτωθεν, ώστε το δίκτυον να ήναι μέχρι του μέσου του θυσιαστηρίου. | |
Exod | GreVamva | 27:6 | Και θέλεις κάμει μοχλούς διά το θυσιαστήριον, μοχλούς εκ ξύλου σιττίμ, και θέλεις περικαλύψει αυτούς με χαλκόν· | |
Exod | GreVamva | 27:7 | και οι μοχλοί θέλουσι τεθή εντός των κρίκων και θέλουσιν είσθαι οι μοχλοί επί των δύο πλευρών του θυσιαστηρίου, διά να βαστάζωσιν αυτό. | |
Exod | GreVamva | 27:8 | Κοίλον σανιδωτόν θέλεις κάμει αυτό, καθώς εδείχθη εις σε επί του όρους· ούτω θέλουσι κάμει. | |
Exod | GreVamva | 27:9 | Και θέλεις κάμει την αυλήν της σκηνής· από το νότιον μέρος προς μεσημβρίαν θέλουσιν είσθαι παραπετάσματα διά την αυλήν εκ βύσσου κεκλωσμένης, το μήκος εκατόν πηχών διά το εν πλευρόν. | |
Exod | GreVamva | 27:10 | Και οι είκοσι στύλοι αυτής και τα είκοσι υποβάσια τούτων θέλουσιν είσθαι χάλκινα· τα άγκιστρα των στύλων και αι ζώναι αυτών αργυρά. | |
Exod | GreVamva | 27:11 | Και ομοίως κατά το βόρειον πλευρόν κατά μήκος θέλουσιν είσθαι παραπετάσματα, μήκος εκατόν πηχών, και οι είκοσι στύλοι αυτών και τα είκοσι αυτών χάλκινα υποβάσια· τα δε άγκιστρα των στύλων και αι ζώναι αυτών αργυρά. | |
Exod | GreVamva | 27:12 | Και διά το πλάτος της αυλής κατά το δυτικόν πλευρόν θέλουσιν είσθαι παραπετάσματα πεντήκοντα πηχών· στύλοι αυτών δέκα και υποβάσια αυτών δέκα. | |
Exod | GreVamva | 27:13 | Και το πλάτος της αυλής κατά το ανατολικόν πλευρόν το προς ανατολάς θέλει είσθαι πεντήκοντα πηχών. | |
Exod | GreVamva | 27:14 | Και τα παραπετάσματα του ενός μέρους της πύλης θέλουσιν είσθαι δεκαπέντε πηχών· στύλοι αυτών τρεις και υποβάσια αυτών τρία. | |
Exod | GreVamva | 27:15 | Και εις το άλλο μέρος θέλουσιν είσθαι παραπετάσματα δεκαπέντε πηχών· στύλοι αυτών τρεις και υποβάσια αυτών τρία. | |
Exod | GreVamva | 27:16 | Διά δε την πύλην της αυλής θέλει είσθαι καταπέτασμα είκοσι πηχών, εκ κυανού και πορφυρού και κοκκίνου και βύσσου κεκλωσμένης, κατεσκευασμένον με εργασίαν κεντητού· στύλοι αυτών τέσσαρες και υποβάσια τούτων τέσσαρα. | |
Exod | GreVamva | 27:17 | Πάντες οι στύλοι κύκλω της αυλής θέλουσιν είσθαι εζωσμένοι με άργυρον, τα άγκιστρα αυτών αργυρά και τα υποβάσια αυτών χάλκινα. | |
Exod | GreVamva | 27:18 | Το μήκος της αυλής θέλει είσθαι εκατόν πηχών και το πλάτος εκατέρωθεν πεντήκοντα και το ύψος πέντε πηχών, εκ βύσσου κεκλωσμένης, και τα υποβάσια αυτών χάλκινα. | |
Exod | GreVamva | 27:19 | Πάντα τα σκεύη της σκηνής διά πάσαν την υπηρεσίαν αυτής και πάντες οι πάσσαλοι αυτής και πάντες οι πάσσαλοι της αυλής θέλουσιν είσθαι χάλκινοι. | |
Exod | GreVamva | 27:20 | Και συ πρόσταξον τους υιούς Ισραήλ να φέρωσι προς σε καθαρόν έλαιον από ελαίας κοπανισμένας διά το φως, διά να καίη πάντοτε ο λύχνος. | |
Chapter 28
Exod | GreVamva | 28:1 | Και συ προσάγαγε προς σεαυτόν Ααρών τον αδελφόν σου και τους υιούς αυτού μετ' αυτού, εκ μέσου των υιών Ισραήλ, διά να ιερατεύωσιν εις εμέ, Ααρών, Ναδάβ και Αβιούδ, Ελεάζαρ και Ιθάμαρ, τους υιούς του Ααρών. | |
Exod | GreVamva | 28:2 | Και θέλεις κάμει στολήν αγίαν εις τον Ααρών τον αδελφόν σου προς δόξαν και τιμήν. | |
Exod | GreVamva | 28:3 | Και συ λάλησον προς πάντας τους σοφούς την καρδίαν, τους οποίους εγώ ενέπλησα από πνεύματος σοφίας, να κάμωσι την στολήν του Ααρών, διά να καθιερώσης αυτόν, ώστε να ιερατεύη εις εμέ. | |
Exod | GreVamva | 28:4 | Και αύτη είναι η στολή την οποίαν θέλουσι κάμει· περιστήθιον και εφόδ και ποδήρης και χιτών κεντητός, μίτρα και ζώνη· και θέλουσι κάμει στολάς αγίας εις τον Ααρών τον αδελφόν σου, και εις τους υιούς αυτού, διά να ιερατεύωσιν εις εμέ. | |
Exod | GreVamva | 28:5 | Και αυτοί θέλουσι λάβει το χρυσίον και το κυανούν και το πορφυρούν και το κόκκινον και την βύσσον. | |
Exod | GreVamva | 28:6 | Και θέλουσι κάμει το εφόδ εκ χρυσίου, εκ κυανού και πορφυρού, εκ κοκκίνου και βύσσου κεκλωσμένης, εντέχνου εργασίας· | |
Exod | GreVamva | 28:7 | θέλει έχει τας δύο επωμίδας αυτού συναπτάς κατά τα δύο άκρα αυτού, ώστε να συνάπτωνται. | |
Exod | GreVamva | 28:8 | Και η κεντητή ζώνη του εφόδ, η επ' αυτό, θέλει είσθαι εκ του αυτού, κατά την εργασίαν αυτού· εκ χρυσίου, εκ κυανού και πορφυρού και κοκκίνου και βύσσου κεκλωσμένης. | |
Exod | GreVamva | 28:9 | Και θέλεις λάβει δύο ονυχίτας λίθους, και θέλεις εγχαράξει επ' αυτούς τα ονόματα των υιών Ισραήλ· | |
Exod | GreVamva | 28:10 | εξ εκ των ονομάτων αυτών επί του ενός λίθου και τα λοιπά εξ ονόματα επί του άλλου λίθου, κατά τας γενέσεις αυτών· | |
Exod | GreVamva | 28:11 | με εργασίαν λιθογλύφου κατά την γλυφήν της σφραγίδος, θέλεις εγχαράξει τους δύο λίθους με τα ονόματα των υιών Ισραήλ· θέλεις εναρμόσει αυτούς εις χρυσούς οικίσκους. | |
Exod | GreVamva | 28:12 | Και θέλεις θέσει τους δύο λίθους επί των επωμίδων του εφόδ, λίθους μνημοσύνης εις τους υιούς Ισραήλ· και ο Ααρών θέλει βαστάζει τα ονόματα αυτών ενώπιον του Κυρίου επί των δύο ώμων αυτού εις μνημόσυνον. | |
Exod | GreVamva | 28:14 | και δύο αλύσεις εκ καθαρού χρυσίου επί των άκρων· εργασίαν πλεκτήν θέλεις κάμει αυτάς, και θέλεις συνάψει τας πλεκτάς αλύσεις με τους οικίσκους. | |
Exod | GreVamva | 28:15 | Και θέλεις κάμει το περιστήθιον της κρίσεως εντέχνου εργασίας· κατά την εργασίαν του εφόδ θέλεις κάμει αυτό· εκ χρυσίου, κυανού, και πορφυρού και κοκκίνου και βύσσου κεκλωσμένης θέλεις κάμει αυτό· | |
Exod | GreVamva | 28:16 | τετράγωνον θέλει είσθαι διπλούν· μιας σπιθαμής το μήκος αυτού και μιας σπιθαμής το πλάτος αυτού. | |
Exod | GreVamva | 28:17 | Και θέλεις εναρμόσει εις αυτό λίθους, τέσσαρας σειράς λίθων· σειρά σαρδίου, τοπαζίου και σμαράγδου θέλει είσθαι πρώτη σειρά· | |
Exod | GreVamva | 28:20 | και η τετάρτη σειρά, βηρύλλιον και όνυξ και ίασπις· ενηρμοσμένοι θέλουσιν είσθαι εις τους χρυσούς οικίσκους αυτών· | |
Exod | GreVamva | 28:21 | και οι λίθοι θέλουσιν είσθαι με τα ονόματα των υιών Ισραήλ, δώδεκα, κατά τα ονόματα αυτών, κατά την γλυφήν της σφραγίδος· έκαστος με το όνομα αυτού θέλουσιν είσθαι κατά τας δώδεκα φυλάς | |
Exod | GreVamva | 28:22 | Και θέλεις κάμει επί το περιστήθιον αλύσεις κατά τα άκρα, πλεκτής εργασίας εκ χρυσίου καθαρού. | |
Exod | GreVamva | 28:23 | Και θέλεις κάμει επί το περιστήθιον δύο κρίκους χρυσούς, και θέλεις περάσει τους δύο κρίκους εις τα δύο άκρα του περιστηθίου. | |
Exod | GreVamva | 28:24 | Και θέλεις περάσει τας δύο πλεκτάς αλύσεις χρυσάς εις τους δύο κρίκους, τους εις τα άκρα του περιστηθίου. | |
Exod | GreVamva | 28:25 | Και τα άλλα δύο άκρα των δύο πλεκτών αλύσεων θέλεις συνάψει με τους δύο οικίσκους και θέλεις βάλει αυτούς εις τας επωμίδας του εφόδ έμπροσθεν αυτού. | |
Exod | GreVamva | 28:26 | Και θέλεις κάμει δύο κρίκους χρυσούς και θέλεις βάλει αυτούς επί των δύο άκρων του περιστηθίου εις το χείλος αυτού, το οποίον είναι κατά το μέρος του εφόδ έσωθεν· | |
Exod | GreVamva | 28:27 | και θέλεις κάμει δύο άλλους κρίκους χρυσούς, και θέλεις βάλει αυτούς εις τα δύο πλάγια του εφόδ κάτωθεν, προς το εμπροσθινόν μέρος αυτού, αντικρύ της άλλης ενώσεως αυτού, άνωθεν της κεντητής ζώνης του εφόδ. | |
Exod | GreVamva | 28:28 | Και θέλουσι δένει το περιστήθιον διά των κρίκων αυτού εις τους κρίκους του εφόδ με ταινίαν εκ κυανού, διά να ήναι άνωθεν της κεντητής ζώνης του εφόδ και διά να μη ήναι το περιστήθιον κεχωρισμένον από του εφόδ. | |
Exod | GreVamva | 28:29 | Και ο Ααρών θέλει βαστάζει τα ονόματα των υιών Ισραήλ εν τω περιστηθίω της κρίσεως επί της καρδίας αυτού, όταν εισέρχηται εις το άγιον, εις μνημόσυνον ενώπιον του Κυρίου διαπαντός. | |
Exod | GreVamva | 28:30 | Και θέλεις βάλει εις το περιστήθιον της κρίσεως το Ουρίμ και το Θουμμίμ, και θέλουσιν είσθαι επί της καρδίας του Ααρών, όταν εισέρχηται ενώπιον του Κυρίου· και ο Ααρών θέλει βαστάζει την κρίσιν των υιών Ισραήλ επί της καρδίας αυτού ενώπιον του Κυρίου διαπαντός. | |
Exod | GreVamva | 28:32 | Και θέλει είσθαι εις την κορυφήν αυτού άνοιγμα κατά το μέσον αυτού· θέλει έχει ταινίαν υφαντήν κύκλω του ανοίγματος αυτού, καθώς είναι το άνοιγμα του θώρακος, διά να μη σχίζηται. | |
Exod | GreVamva | 28:33 | Και θέλεις κάμει επί των κρασπέδων αυτού ρόδια εκ κυανού και πορφυρού και κοκκίνου επί των κρασπέδων αυτού κύκλω· και κώδωνας χρυσούς μεταξύ αυτών κύκλω· | |
Exod | GreVamva | 28:34 | χρυσούν κώδωνα και ρόδιον, χρυσούν κώδωνα και ρόδιον, επί των κρασπέδων του ποδήρους κύκλω. | |
Exod | GreVamva | 28:35 | Και θέλει είσθαι επί του Ααρών διά να λειτουργή· και ο ήχος αυτού θέλει είσθαι ακουστός, όταν εισέρχηται εις το άγιον ενώπιον του Κυρίου και όταν εξέρχηται, διά να μη αποθάνη. | |
Exod | GreVamva | 28:36 | Και θέλεις κάμει πέταλον εκ χρυσίου καθαρού και θέλεις εγχαράξει επ' αυτό, ως χάραγμα σφραγίδος, ΑΓΙΑΣΜΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ. | |
Exod | GreVamva | 28:37 | Και θέλεις βάλει αυτό επί κυανής ταινίας, διά να ήναι επί της μίτρας· εις το έμπροσθεν μέρος της μίτρας θέλει είσθαι. | |
Exod | GreVamva | 28:38 | Και θέλει είσθαι επί του μετώπου του Ααρών, διά να σηκόνη ο Ααρών την ανομίαν των αγίων πραγμάτων, τα οποία οι υιοί του Ισραήλ θέλουσιν αγιάζει εις πάσας αυτών τας αγίας προσφοράς· και θέλει είσθαι διαπαντός επί του μετώπου αυτού, διά να ήναι δεκταί ενώπιον του Κυρίου. | |
Exod | GreVamva | 28:39 | Και θέλεις υφάνει τον χιτώνα εκ βύσσου και θέλεις κάμει μίτραν εκ βύσσου και θέλεις κάμει ζώνην εργασίας κεντητού. | |
Exod | GreVamva | 28:40 | Και διά τους υιούς του Ααρών θέλεις κάμει χιτώνας και θέλεις κάμει δι' αυτούς ζώνας και μιτρίδια θέλεις κάμει δι' αυτούς προς δόξαν και τιμήν. | |
Exod | GreVamva | 28:41 | Και θέλεις ενδύσει αυτά τον Ααρών τον αδελφόν σου και τους υιούς αυτού μετ' αυτού, και θέλεις χρίσει αυτούς και θέλεις καθιερώσει αυτούς και αγιάσει αυτούς, διά να ιερατεύωσιν εις εμέ. | |
Exod | GreVamva | 28:42 | Και θέλεις κάμει εις αυτούς λινά περισκελή, διά να σκεπάζωσι την γύμνωσιν της σαρκός αυτών· από της οσφύος μέχρι των μηρών θέλουσι φθάνει· | |
Exod | GreVamva | 28:43 | και θέλουσιν είσθαι επί του Ααρών και επί των υιών αυτού, όταν εισέρχωνται εις την σκηνήν του μαρτυρίου ή όταν πλησιάζωσιν εις το θυσιαστήριον διά να λειτουργήσωσιν εν τω αγίω, διά να μη φέρωσιν εφ' εαυτούς ανομίαν και αποθάνωσι τούτο θέλει είσθαι νόμος παντοτεινός εις αυτόν και εις το σπέρμα αυτού μετ' αυτόν. | |
Chapter 29
Exod | GreVamva | 29:1 | Και τούτο είναι το πράγμα, το οποίον θέλεις κάμει εις αυτούς διά να αγιάσης αυτούς, ώστε να ιερατεύωσιν εις εμέ. Λάβε εν μοσχάριον βοός και δύο κριούς αμώμους, | |
Exod | GreVamva | 29:2 | και άζυμον άρτον και πήττας αζύμους εζυμωμένας με έλαιον και λάγανα άζυμα κεχρισμένα με έλαιον· εκ σεμιδάλεως σίτου θέλεις κάμει αυτά. | |
Exod | GreVamva | 29:3 | Και θέλεις βάλει αυτά εις εν κάνιστρον και θέλεις φέρει αυτά εν τω κανίστρω μετά του μοσχαρίου και των δύο κριών. | |
Exod | GreVamva | 29:4 | Και τον Ααρών και τους υιούς αυτού θέλεις προσαγάγει εις την θύραν της σκηνής του μαρτυρίου και θέλεις λούσει αυτούς εν ύδατι. | |
Exod | GreVamva | 29:5 | Και θέλεις λάβει τας στολάς και θέλεις ενδύσει τον Ααρών τον χιτώνα και τον ποδήρη του εφόδ και το εφόδ και το περιστήθιον, και θέλεις ζώσει αυτόν με την κεντητήν ζώνην του εφόδ. | |
Exod | GreVamva | 29:6 | Και θέλεις βάλει την μίτραν επί την κεφαλήν αυτού και θέλεις βάλει το άγιον διάδημα επί την μίτραν. | |
Exod | GreVamva | 29:7 | Τότε θέλεις λάβει το έλαιον του χρίσματος και θέλεις χύσει εξ αυτού επί την κεφαλήν αυτού και θέλεις χρίσει αυτόν. | |
Exod | GreVamva | 29:9 | και θέλεις ζώσει αυτούς με ζώνας, τον Ααρών και τους υιούς αυτού, και θέλεις περιθέσει εις αυτούς μιτρίδια, και η ιερατεία θέλει είσθαι εις αυτούς κατά νόμον παντοτεινόν· και θέλεις καθιερώσει τον Ααρών και τους υιούς αυτού. | |
Exod | GreVamva | 29:10 | Και θέλεις προσαγάγει το μοσχάριον έμπροσθεν της σκηνής του μαρτυρίου, και ο Ααρών και οι υιοί αυτού θέλουσιν επιθέσει τας χείρας αυτών επί την κεφαλήν του μοσχαρίου· | |
Exod | GreVamva | 29:11 | και θέλεις σφάξει το μοσχάριον ενώπιον Κυρίου παρά την θύραν της σκηνής του μαρτυρίου. | |
Exod | GreVamva | 29:12 | Και θέλεις λάβει εκ του αίματος του μοσχαρίου και θέσει επί των κεράτων του θυσιαστηρίου με τον δάκτυλόν σου· και θέλεις χύσει όλον το αίμα παρά την βάσιν του θυσιαστηρίου. | |
Exod | GreVamva | 29:13 | Και θέλεις λάβει όλον το στέαρ το περικαλύπτον τα εντόσθια και τον επάνω λοβόν του ήπατος και τους δύο νεφρούς και το στέαρ το επ' αυτών και θέλεις καύσει αυτά επί του θυσιαστηρίου. | |
Exod | GreVamva | 29:14 | Το δε κρέας του μοσχαρίου και το δέρμα αυτού και την κόπρον αυτού θέλεις καύσει εν πυρί έξω του στρατοπέδου· τούτο είναι θυσία περί αμαρτίας. | |
Exod | GreVamva | 29:15 | Και τον κριόν τον ένα θέλεις λάβει, και θέλουσιν επιθέσει ο Ααρών και οι υιοί αυτού τας χείρας αυτών επί την κεφαλήν του κριού· | |
Exod | GreVamva | 29:16 | και θέλεις σφάξει τον κριόν και θέλεις λάβει το αίμα αυτού και ραντίσει επί το θυσιαστήριον κύκλω· | |
Exod | GreVamva | 29:17 | και θέλεις διαμελίσει τον κριόν εις τμήματα και θέλεις πλύνει τα εντόσθια αυτού και τους πόδας αυτού, και βάλει αυτά μετά των τμημάτων αυτού και μετά της κεφαλής αυτού· | |
Exod | GreVamva | 29:18 | και θέλεις καύσει όλον τον κριόν επί του θυσιαστηρίου· τούτο είναι ολοκαύτωμα εις τον Κύριον· είναι οσμή ευωδίας, θυσία γινομένη διά πυρός εις τον Κύριον. | |
Exod | GreVamva | 29:19 | Και θέλεις λάβει τον δεύτερον κριόν· και θέλουσιν επιθέσει ο Ααρών και οι υιοί αυτού τας χείρας αυτών επί την κεφαλήν του κριού· | |
Exod | GreVamva | 29:20 | τότε θέλεις σφάξει τον κριόν και θέλεις λάβει εκ του αίματος αυτού και θέσει επί τον λοβόν του δεξιού ωτίου του Ααρών, και επί τον λοβόν του δεξιού ωτίου των υιών αυτού, και επί τον αντίχειρα της δεξιάς χειρός αυτών, και επί τον μεγάλον δάκτυλον του δεξιού ποδός αυτών, και θέλεις ραντίσει το αίμα επί το θυσιαστήριον κύκλω. | |
Exod | GreVamva | 29:21 | Και θέλεις λάβει εκ του αίματος, του επί του θυσιαστηρίου, και εκ του ελαίου του χρίσματος, και θέλεις ραντίσει επί τον Ααρών, και επί τας στολάς αυτού και επί τους υιούς αυτού και επί τας στολάς των υιών αυτού μετ' αυτού· και θέλουσιν αγιασθή, αυτός, και αι στολαί αυτού, και οι υιοί αυτού, και αι στολαί των υιών αυτού μετ' αυτού. | |
Exod | GreVamva | 29:22 | Και θέλεις λάβει εκ του κριού το στέαρ και την ουράν και το στέαρ το περικαλύπτον τα εντόσθια και τον επάνω λοβόν του ήπατος και τους δύο νεφρούς, και το στέαρ το επ' αυτών και τον δεξιόν βραχίονα, διότι είναι κριός καθιερώσεως, | |
Exod | GreVamva | 29:23 | και ένα ψωμόν, και μίαν πήτταν ελαιωμένην, και εν λάγανον εκ του κανίστρου των αζύμων των προτεθειμένων ενώπιον Κυρίου· | |
Exod | GreVamva | 29:24 | και θέλεις επιθέσει τα πάντα εις τας χείρας του Ααρών και εις τας χείρας των υιών αυτού· και θέλεις κινήσει αυτά εις κινητήν προσφοράν ενώπιον Κυρίου. | |
Exod | GreVamva | 29:25 | Και θέλεις λάβει αυτά εκ των χειρών αυτών και καύσει επί του θυσιαστηρίου επάνω του ολοκαυτώματος εις οσμήν ευωδίας ενώπιον Κυρίου· τούτο είναι θυσία γινομένη διά πυρός εις τον Κύριον, | |
Exod | GreVamva | 29:26 | Και θέλεις λάβει το στήθος εκ του κριού της καθιερώσεως, όστις είναι διά τον Ααρών, και θέλεις κινήσει αυτό εις κινητήν προσφοράν ενώπιον Κυρίου και θέλει είσθαι μερίδιόν σου. | |
Exod | GreVamva | 29:27 | Και θέλεις αγιάσει το στήθος της κινητής προσφοράς και τον βραχίονα της προσφοράς της υψώσεως, ήτις εκινήθη και ήτις υψώθη, εκ του κριού της καθιερώσεως, εξ εκείνου όστις είναι διά τον Ααρών, και εξ εκείνου όστις είναι διά τους υιούς αυτού· | |
Exod | GreVamva | 29:28 | και θέλει είσθαι του Ααρών και των υιών αυτού κατά νόμον παντοτεινόν παρά των υιών Ισραήλ· διότι είναι προσφορά υψώσεως· και θέλει είσθαι προσφορά υψώσεως παρά των υιών Ισραήλ εκ των ειρηνικών θυσιών αυτών, η υψουμένη προσφορά αυτών προς τον Κύριον. | |
Exod | GreVamva | 29:29 | Και η αγία στολή του Ααρών θέλει είσθαι των υιών αυτού μετ' αυτόν, διά να χρισθώσιν εν αυτή και να καθιερωθώσιν εν αυτή. | |
Exod | GreVamva | 29:30 | Επτά ημέρας θέλει ενδύεσθαι αυτήν ο ιερεύς, ο αντ' αυτού εκ των υιών αυτού, όστις εισέρχεται εις την σκηνήν του μαρτυρίου διά να λειτουργήση εν τω αγίω. | |
Exod | GreVamva | 29:31 | Και θέλεις λάβει τον κριόν της καθιερώσεως και βράσει το κρέας αυτού εν τόπω αγίω. | |
Exod | GreVamva | 29:32 | Και θέλουσι φάγει ο Ααρών και οι υιοί αυτού το κρέας του κριού και τον άρτον τον εν τω κανίστρω παρά την θύραν της σκηνής του μαρτυρίου. | |
Exod | GreVamva | 29:33 | Και θέλουσι φάγει εκείνα, διά των οποίων έγεινεν η εξιλέωσις, προς καθιέρωσιν και αγιασμόν αυτών· ξένος όμως δεν θέλει φάγει, διότι είναι άγια· | |
Exod | GreVamva | 29:34 | και αν μείνη τι εκ του κρέατος των καθιερώσεων ή εκ του άρτου έως πρωΐ, τότε θέλεις καύσει το εναπολειφθέν εν πυρί· δεν θέλει φαγωθή, διότι είναι άγιον. | |
Exod | GreVamva | 29:35 | Και ούτω θέλεις κάμει εις τον Ααρών και εις τους υιούς αυτού κατά πάντα όσα προσέταξα εις σέ· επτά ημέρας θέλεις καθιερώσει αυτούς· | |
Exod | GreVamva | 29:36 | και θέλεις προσφέρει πάσαν ημέραν εν μοσχάριον εις προσφοράν περί αμαρτίας διά εξιλέωσιν. Και θέλεις καθαρίζει το θυσιαστήριον, κάμνων εξιλέωσιν υπέρ αυτού, και θέλεις χρίσει αυτό διά να αγιάσης αυτό. | |
Exod | GreVamva | 29:37 | Επτά ημέρας θέλεις κάμνει εξιλέωσιν υπέρ του θυσιαστηρίου και θέλεις αγιάζει αυτό· και θέλει είσθαι θυσιαστήριον αγιώτατον· παν το εγγίζον το θυσιαστήριον θέλει είσθαι άγιον. | |
Exod | GreVamva | 29:38 | Τούτο δε είναι εκείνο, το οποίον θέλεις προσφέρει επί του θυσιαστηρίου· δύο αρνία ενιαύσια την ημέραν διαπαντός. | |
Exod | GreVamva | 29:39 | το εν αρνίον θέλεις προσφέρει το πρωΐ, και το άλλο αρνίον θέλεις προσφέρει το δειλινόν· | |
Exod | GreVamva | 29:40 | και μετά του ενός αρνίου εν δέκατον σεμιδάλεως εζυμωμένης με το τέταρτον ενός ιν ελαίου κοπανισμένου· και το τέταρτον ενός ιν οίνου διά σπονδήν. | |
Exod | GreVamva | 29:41 | και το δεύτερον αρνίον θέλεις προσφέρει το δειλινόν· κατά την προσφοράν της πρωΐας, και κατά την σπονδήν αυτής, θέλεις κάμει εις αυτό, εις οσμήν ευωδίας, θυσίαν γινομένην διά πυρός προς τον Κύριον. | |
Exod | GreVamva | 29:42 | τούτο θέλει είσθαι παντοτεινόν ολοκαύτωμα εις τας γενεάς σας παρά την θύραν της σκηνής του μαρτυρίου ενώπιον Κυρίου· όπου θέλω εμφανίζεσθαι εις σας, διά να λαλώ εκεί προς σε. | |
Exod | GreVamva | 29:43 | Και εκεί θέλει εμφανίζεσθαι εις τους υιούς Ισραήλ, και η σκηνή θέλει αγιάζεσθαι με την δόξαν μου. | |
Exod | GreVamva | 29:44 | Και θέλω αγιάζει την σκηνήν του μαρτυρίου και το θυσιαστήριον· θέλω αγιάζει και τον Ααρών και τους υιούς αυτού, διά να ιερατεύωσιν εις εμέ. | |
Chapter 30
Exod | GreVamva | 30:1 | Και θέλεις κάμει θυσιαστήριον διά να θυμιάζης θυμίαμα· εκ ξύλου σιττίμ θέλεις κάμει αυτό. | |
Exod | GreVamva | 30:2 | μιας πήχης το μήκος αυτού και μιας πήχης το πλάτος αυτού τετράγωνον θέλει είσθαι και δύο πηχών το ύψος αυτού τα κέρατα αυτού εκ του αυτού. | |
Exod | GreVamva | 30:3 | Και θέλεις περικαλύψει αυτό με χρυσίον καθαρόν, την κορυφήν αυτού και τα πλάγια αυτού κύκλω και τα κέρατα αυτού και θέλεις κάμει εις αυτό στεφάνην χρυσήν κύκλω. | |
Exod | GreVamva | 30:4 | Και δύο χρυσούς κρίκους θέλεις κάμει εις αυτό υπό την στεφάνην αυτού· πλησίον των δύο γωνιών αυτού επί τα δύο πλάγια αυτού θέλεις κάμει αυτούς, και θέλουσιν είσθαι θήκαι των μοχλών, ώστε να βαστάζωσιν αυτό δι' αυτών. | |
Exod | GreVamva | 30:5 | Και θέλεις κάμει τους μοχλούς εκ ξύλου σιττίμ, και θέλεις περικαλύψει αυτούς με χρυσίον. | |
Exod | GreVamva | 30:6 | Και θέλεις βάλει αυτό απέναντι του καταπετάσματος του ενώπιον της κιβωτού του μαρτυρίου, αντικρύ του ιλαστηρίου του επί του μαρτυρίου, όπου θέλω εμφανίζεσθαι εις σε. | |
Exod | GreVamva | 30:7 | Και θέλει θυμιάζει ο Ααρών επ' αυτού θυμίαμα ευώδες καθ' εκάστην πρωΐαν· όταν ετοιμάζη τους λύχνους, θέλει θυμιάζει επ' αυτού. | |
Exod | GreVamva | 30:8 | Και όταν ανάπτη ο Ααρών τους λύχνους το εσπέρας, θέλει θυμιάζει επ' αυτού, θυμίαμα παντοτεινόν ενώπιον του Κυρίου εις τας γενεάς σας. | |
Exod | GreVamva | 30:9 | δεν θέλετε προσφέρει επ' αυτού ξένον θυμίαμα ουδέ ολοκαύτωμα ουδέ προσφοράν εξ αλφίτων ουδέ θέλετε χύσει επ' αυτού σπονδήν. | |
Exod | GreVamva | 30:10 | Και θέλει κάμνει ο Ααρών εξιλέωσιν επί των κεράτων αυτού άπαξ του ενιαυτού με το αίμα της περί αμαρτίας προσφοράς της εξιλεώσεως· άπαξ του ενιαυτού θέλει κάμνει εξιλέωσιν επ' αυτού εις τας γενεάς σας· τούτο είναι αγιώτατον προς τον Κύριον. | |
Exod | GreVamva | 30:12 | Όταν λαμβάνης το κεφάλαιον των υιών Ισραήλ κατά την απαρίθμησιν αυτών, τότε θέλουσι δώσει πας άνθρωπος λύτρον διά την ψυχήν αυτού προς τον Κύριον, όταν απαριθμής αυτούς, διά να μη επέλθη πληγή επ' αυτούς, όταν απαριθμής αυτούς· | |
Exod | GreVamva | 30:13 | τούτο θέλουσι δίδει πας όστις περνά εις την απαρίθμησιν, ήμισυ του σίκλου κατά τον σίκλον του αγίου· ο σίκλος είναι είκοσι γερά· ήμισυ του σίκλου θέλει είσθαι η προσφορά του Κυρίου. | |
Exod | GreVamva | 30:14 | πας όστις περνά εις την απαρίθμησιν, από είκοσι ετών ηλικίας και επάνω, θέλει δώσει προσφοράν εις τον Κύριον. | |
Exod | GreVamva | 30:15 | Ο πλούσιος δεν θέλει δώσει πλειότερον, και ο πτωχός δεν θέλει δώσει ολιγώτερον ημίσεος σίκλου, όταν δίδωσι την προσφοράν εις τον Κύριον διά να κάμωσιν εξιλέωσιν υπέρ των ψυχών υμών. | |
Exod | GreVamva | 30:16 | Και θέλεις λάβει το αργύριον της εξιλεώσεως παρά των υιών Ισραήλ, και θέλεις μεταχειρισθή αυτό εις την υπηρεσίαν της σκηνής του μαρτυρίου, και θέλει είσθαι εις τους υιούς Ισραήλ εις μνημόσυνον ενώπιον του Κυρίου, διά να γείνη εξιλέωσις υπέρ των ψυχών υμών. | |
Exod | GreVamva | 30:18 | Και θέλεις κάμει νιπτήρα χάλκινον και την βάσιν αυτού χαλκίνην, διά να νίπτωνται και θέλεις θέσει αυτόν μεταξύ της σκηνής του μαρτυρίου και του θυσιαστηρίου και θέλεις βάλει ύδωρ εις αυτόν· | |
Exod | GreVamva | 30:19 | και θέλουσι νίπτει ο Ααρών και οι υιοί αυτού τας χείρας αυτών και τους πόδας αυτών εξ αυτού· | |
Exod | GreVamva | 30:20 | Όταν εισέρχωνται εις την σκηνήν του μαρτυρίου, θέλουσι νίπτεσθαι με ύδωρ, διά να μη αποθάνωσιν· ή όταν πλησιάζωσιν εις το θυσιαστήριον διά να λειτουργήσωσι, διά να καύσωσι θυσίαν γινομένην διά πυρός εις τον Κύριον· | |
Exod | GreVamva | 30:21 | τότε θέλουσι νίπτει τας χείρας αυτών και τους πόδας αυτών, διά να μη αποθάνωσι και τούτο θέλει είσθαι νόμος παντοτεινός εις αυτούς, εις αυτόν και εις το σπέρμα αυτού εις τας γενεάς αυτών. | |
Exod | GreVamva | 30:23 | Και συ λάβε εις σεαυτόν εκλεκτά αρώματα, καθαράς σμύρνης πεντακοσίους σίκλους και ευώδους κινναμώμου ήμισυ αυτής, διακοσίους πεντήκοντα, και ευώδους καλάμου διακοσίους πεντήκοντα, | |
Exod | GreVamva | 30:25 | και θέλεις κάμει αυτό έλαιον αγίου χρίσματος, χρίσμα μυρεψικόν κατά την τέχνην του μυρεψού· άγιον χριστήριον έλαιον θέλει είσθαι. | |
Exod | GreVamva | 30:26 | Και θέλεις χρίσει με αυτό την σκηνήν του μαρτυρίου και την κιβωτόν του μαρτυρίου, | |
Exod | GreVamva | 30:27 | και την τράπεζαν και πάντα τα σκεύη αυτής και την λυχνίαν και τα σκεύη αυτής και το θυσιαστήριον του θυμιάματος, | |
Exod | GreVamva | 30:28 | και το θυσιαστήριον του ολοκαυτώματος μετά πάντων των σκευών αυτού και τον νιπτήρα και την βάσιν αυτού. | |
Exod | GreVamva | 30:29 | Και θέλεις αγιάσει αυτά, διά να ήναι αγιώτατα· παν το εγγίζον αυτά θέλει είσθαι άγιον. | |
Exod | GreVamva | 30:30 | Και τον Ααρών και τους υιούς αυτού θέλεις χρίσει και θέλεις αγιάσει αυτούς, διά να ιερατεύωσιν εις εμέ. | |
Exod | GreVamva | 30:31 | Και θέλεις λαλήσει προς τους υιούς Ισραήλ, λέγων, τούτο θέλει είσθαι εις εμέ άγιον χριστήριον έλαιον εις τας γενεάς σας· | |
Exod | GreVamva | 30:32 | επί σάρκα ανθρώπου δεν θέλει χυθή ουδέ θέλετε κάμει όμοιον αυτού κατά την σύνθεσιν αυτού· τούτο είναι άγιον και άγιον θέλει είσθαι εις εσάς· | |
Exod | GreVamva | 30:33 | όστις συνθέση όμοιον αυτού ή όστις βάλη εξ αυτού επί αλλογενή, θέλει εξολοθρευθή εκ του λαού αυτού. | |
Exod | GreVamva | 30:34 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Λάβε εις σεαυτόν ευώδη αρώματα, στακτήν και όνυχα και χαλβάνην, ταύτα τα ευώδη αρώματα μετά καθαρού λιβανίου· ίσου βάρους θέλει είσθαι έκαστον. | |
Exod | GreVamva | 30:35 | Και θέλεις κάμει τούτο θυμίαμα, σύνθεσιν κατά την τέχνην του μυρεψού μεμιγμένον, καθαρόν, άγιον· | |
Exod | GreVamva | 30:36 | και θέλεις κοπανίσει μέρος εκ τούτου πολλά λεπτόν, και θέλεις βάλει εξ αυτού έμπροσθεν του μαρτυρίου εν τη σκηνή του μαρτυρίου, όπου θέλω εμφανίζεσθαι εις σέ· τούτο θέλει είσθαι εις εσάς αγιώτατον. | |
Exod | GreVamva | 30:37 | Κατά δε την σύνθεσιν του θυμιάματος τούτου, το οποίον θέλεις κάμει, σεις δεν θέλετε κάμει εις εαυτούς· άγιον θέλει είσθαι εις σε διά τον Κύριον· | |
Chapter 31
Exod | GreVamva | 31:2 | Ιδέ, εγώ εκάλεσα εξ ονόματος Βεσελεήλ τον υιόν του Ουρί, υιού του Ωρ, εκ της φυλής του Ιούδα· | |
Exod | GreVamva | 31:3 | και ενέπλησα αυτόν πνεύματος θείου, σοφίας και συνέσεως και επιστήμης και πάσης καλλιτεχνίας, | |
Exod | GreVamva | 31:4 | διά να επινοή έντεχνα έργα, ώστε να εργάζηται εις χρυσόν και εις άργυρον και εις χαλκόν, | |
Exod | GreVamva | 31:5 | και να γλύφη λίθους ενθέσεως, και να σκαλίζη ξύλα δι' εργασίαν εις πάσαν καλλιτεχνίαν. | |
Exod | GreVamva | 31:6 | Και εγώ, ιδού, έδωκα εις αυτόν Ελιάβ τον υιόν του Αχισαμάχ, εκ της φυλής του Δάν· και εις πάντα συνετόν την καρδίαν έδωκα σοφίαν, διά να κάμωσι πάντα όσα προσέταξα εις σέ· | |
Exod | GreVamva | 31:7 | την σκηνήν του μαρτυρίου, και την κιβωτόν του μαρτυρίου και το ιλαστήριον το επάνωθεν αυτής και πάντα τα σκεύη της σκηνής, | |
Exod | GreVamva | 31:8 | και την τράπεζαν και τα σκεύη αυτής και την καθαράν λυχνίαν μετά πάντων των σκευών αυτής και το θυσιαστήριον του θυμιάματος, | |
Exod | GreVamva | 31:9 | και το θυσιαστήριον του ολοκαυτώματος μετά των σκευών αυτού και τον νιπτήρα και την βάσιν αυτού, | |
Exod | GreVamva | 31:10 | και τας στολάς τας λειτουργικάς, και τας αγίας στολάς του Ααρών του ιερέως, και τας στολάς των υιών αυτού, διά να ιερατεύωσι, | |
Exod | GreVamva | 31:11 | και το χριστήριον έλαιον, και το ευώδες θυμίαμα διά το άγιον· κατά πάντα όσα προσέταξα εις σε θέλουσι κάμει. | |
Exod | GreVamva | 31:13 | Και συ λάλησον προς τους υιούς Ισραήλ, λέγων, Προσέχετε να φυλάττητε τα σάββατά μου· διότι τούτο είναι σημείον μεταξύ εμού και υμών εις τας γενεάς υμών, διά να γνωρίζητε ότι εγώ είμαι Κύριος, ο αγιάζων υμάς· | |
Exod | GreVamva | 31:14 | και θέλετε φυλάττει το σάββατον, διότι είναι άγιον εις εσάς· όστις βεβηλώση αυτό, θέλει εξάπαντος θανατωθή· διότι πας όστις κάμη εργασίαν εν αυτώ, η ψυχή εκείνη θέλει εξολοθρευθή εκ μέσου του λαού αυτής. | |
Exod | GreVamva | 31:15 | Εξ ημέρας θέλει γίνεσθαι εργασία· εν δε τη εβδόμη ημέρα σάββατον θέλει είσθαι, ανάπαυσις αγία εις τον Κύριον· και όστις κάμη εργασίαν εν τη ημέρα του σαββάτου θέλει εξάπαντος θανατωθή. | |
Exod | GreVamva | 31:16 | Και θέλουσι φυλάττει οι υιοί Ισραήλ το σάββατον, διά να εορτάζωσιν αυτό εις τας γενεάς αυτών εις διαθήκην αιώνιον. | |
Exod | GreVamva | 31:17 | Τούτο είναι σημείον μεταξύ εμού και των υιών Ισραήλ διαπαντός· διότι εις εξ ημέρας εποίησεν ο Κύριος τον ουρανόν και την γην, εν δε τη εβδόμη ημέρα κατέπαυσε και ανεπαύθη. | |
Chapter 32
Exod | GreVamva | 32:1 | Και ιδών ο λαός ότι εβράδυνεν ο Μωϋσής να καταβή εκ του όρους, συνήχθη ο λαός επί τον Ααρών και έλεγον προς αυτόν, Σηκώθητι, κάμε εις ημάς θεούς, οίτινες να προπορεύωνται ημών· διότι ούτος ο Μωϋσής, ο άνθρωπος όστις εξήγαγεν ημάς εκ γης Αιγύπτου, δεν εξεύρομεν τι απέγεινεν αυτός. | |
Exod | GreVamva | 32:2 | Και είπε προς αυτούς ο Ααρών, Αφαιρέσατε τα χρυσά ενώτια, τα οποία είναι εις τα ώτα των γυναικών σας, των υιών σας και των θυγατέρων σας, και φέρετε προς εμέ. | |
Exod | GreVamva | 32:3 | Και αφήρεσε πας ο λαός τα χρυσά ενώτια, τα οποία ήσαν εις τα ώτα αυτών, και έφεραν προς τον Ααρών. | |
Exod | GreVamva | 32:4 | Και λαβών εκ των χειρών αυτών, διεμόρφωσεν αυτό με εργαλείον εγχαρακτικόν, και έκαμεν αυτό μόσχον χωνευτόν· οι δε είπον, Ούτοι είναι οι θεοί σου, Ισραήλ, οίτινες σε ανεβίβασαν εκ γης Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 32:5 | Και ότε είδε τούτο ο Ααρών, ωκοδόμησε θυσιαστήριον έμπροσθεν αυτού· και εκήρυξεν ο Ααρών, λέγων, Αύριον είναι εορτή εις τον Κύριον. | |
Exod | GreVamva | 32:6 | Και σηκωθέντες ενωρίς την επαύριον, προσέφεραν ολοκαυτώματα και έφεραν ειρηνικάς προσφοράς· και εκάθισεν ο λαός να φάγη και να πίη, και εσηκώθησαν να παίζωσι. | |
Exod | GreVamva | 32:7 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Ύπαγε, κατάβηθι διότι ηνόμησεν ο λαός σου, τον οποίον εξήγαγες εκ γης Αιγύπτου· | |
Exod | GreVamva | 32:8 | εξετράπησαν ταχέως εκ της οδού την οποίαν προσέταξα εις αυτούς· έκαμαν εις εαυτούς μόσχον χωνευτόν και προσεκύνησαν αυτόν και εθυσίασαν εις αυτόν και είπον, Ούτοι είναι οι θεοί σου, Ισραήλ, οίτινες σε ανεβίβασαν εκ γης Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 32:9 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, είδον τον λαόν τούτον, και ιδού, είναι λαός σκληροτράχηλος· | |
Exod | GreVamva | 32:10 | τώρα λοιπόν, άφες με, και θέλει εξαφθή η οργή μου εναντίον αυτών και θέλω εξολοθρεύσει αυτούς· και θέλω σε καταστήσει έθνος μέγα. | |
Exod | GreVamva | 32:11 | Και ικέτευσεν ο Μωϋσής Κύριον τον Θεόν αυτού και είπε, Διά τι, Κύριε, εξάπτεται η οργή σου εναντίον του λαού σου, τον οποίον εξήγαγες εκ γης Αιγύπτου μετά μεγάλης δυνάμεως και κραταιάς χειρός; | |
Exod | GreVamva | 32:12 | διά τι να είπωσιν οι Αιγύπτιοι, λέγοντες, Με πονηρίαν εξήγαγεν αυτούς, διά να θανατώση αυτούς εις τα όρη και να εξολοθρεύση αυτούς από προσώπου της γης; επίστρεψον από της εξάψεως της οργής σου και μεταμελήθητι περί του κακού του προς τον λαόν σου· | |
Exod | GreVamva | 32:13 | ενθυμήθητι τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ισραήλ, τους δούλους σου, προς τους οποίους ώμοσας επί σεαυτόν και είπας προς αυτούς, Θέλω πληθύνει το σπέρμα σας ως τα άστρα του ουρανού· και πάσαν την γην ταύτην περί της οποίας ελάλησα, θέλω δώσει εις το σπέρμα σας, και θέλουσι κληρονομήσει αυτήν διαπαντός. | |
Exod | GreVamva | 32:14 | Και μετεμελήθη ο Κύριος περί του κακού, το οποίον είπε να κάμη κατά του λαού αυτού. | |
Exod | GreVamva | 32:15 | Και στραφείς ο Μωϋσής κατέβη εκ του όρους, και αι δύο πλάκες του μαρτυρίου ήσαν εν ταις χερσίν αυτού· πλάκες γεγραμμέναι εξ αμφοτέρων των μερών· εκ του ενός μέρους και εκ του άλλου ήσαν γεγραμμέναι. | |
Exod | GreVamva | 32:16 | Και αι πλάκες ήσαν έργον Θεού και η γραφή ήτο γραφή Θεού εγκεχαραγμένη επί τας πλάκας. | |
Exod | GreVamva | 32:17 | Και ακούσας ο Ιησούς τον θόρυβον του λαού αλαλάζοντος, είπε προς τον Μωϋσήν, Θόρυβος πολέμου είναι εν τω στρατοπέδω. | |
Exod | GreVamva | 32:18 | Ο δε είπε, Δεν είναι φωνή αλαλαζόντων διά νίκην ουδέ φωνή βοώντων διά ήτταν· φωνήν αδόντων εγώ ακούω. | |
Exod | GreVamva | 32:19 | Καθώς δε επλησίασεν εις το στρατόπεδον, είδε τον μόσχον και χορούς· και εξήφθη ο θυμός του Μωϋσέως, και έρριψε τας πλάκας από των χειρών αυτού και συνέτριψεν αυτάς υπό το όρος· | |
Exod | GreVamva | 32:20 | και λαβών τον μόσχον, τον οποίον είχον κάμει, κατέκαυσεν εν πυρί, και συντρίψας εωσού ελεπτύνθη, έσπειρεν επί το ύδωρ και επότισε τους υιούς Ισραήλ. | |
Exod | GreVamva | 32:21 | Και είπεν ο Μωϋσής προς τον Ααρών, Τι έκαμεν εις σε ο λαός ούτος, ώστε επέφερες επ' αυτούς αμαρτίαν μεγάλην; | |
Exod | GreVamva | 32:22 | Και είπεν ο Ααρών, Ας μη εξάπτηται ο θυμός του κυρίου μου· συ γνωρίζεις τον λαόν, ότι έγκειται εις την κακίαν· | |
Exod | GreVamva | 32:23 | διότι είπον προς εμέ, Κάμε εις ημάς θεούς, οίτινες να προπορεύωνται ημών· διότι ούτος ο Μωϋσής, ο άνθρωπος όστις εξήγαγεν ημάς εκ γης Αιγύπτου, δεν εξεύρομεν τι απέγεινεν αυτός· | |
Exod | GreVamva | 32:24 | και είπα προς αυτούς, Όστις έχει χρυσίον, ας αφαιρέσωσιν αυτό· και έδωκαν εις εμέ· τότε έρριψα αυτό εις το πυρ, και εξήλθεν ο μόσχος ούτος. | |
Exod | GreVamva | 32:25 | Και ιδών ο Μωϋσής τον λαόν ότι ήτο αχαλίνωτος, διότι ο Ααρών είχε αφήσει αυτούς αχαλινώτους προς καταισχύνην, μεταξύ των εχθρών αυτών, | |
Exod | GreVamva | 32:26 | εστάθη ο Μωϋσής παρά την πύλην του στρατοπέδου και είπεν, Όστις είναι του Κυρίου, ας έλθη προς εμέ. Και συνήχθησαν προς αυτόν πάντες οι υιοί του Λευΐ. | |
Exod | GreVamva | 32:27 | Και είπε προς αυτούς, Ούτω λέγει Κύριος ο Θεός του Ισραήλ· Ας βάλη έκαστος την ρομφαίαν αυτού επί τον μηρόν αυτού· και διέλθετε και εξέλθετε από πύλης εις πύλην διά του στρατοπέδου, και ας θανατώση έκαστος τον αδελφόν αυτού και έκαστος τον φίλον αυτού και έκαστος τον πλησίον αυτού. | |
Exod | GreVamva | 32:28 | Και έκαμον οι υιοί του Λευΐ κατά τον λόγον του Μωϋσέως· και έπεσαν εκ του λαού εκείνην την ημέραν περίπου τρεις χιλιάδες άνδρες. | |
Exod | GreVamva | 32:29 | διότι είπεν ο Μωϋσής, Καθιερώσατε εαυτούς σήμερον εις τον Κύριον, έκαστος επί τον υιόν αυτού και έκαστος επί τον αδελφόν αυτού, διά να δοθή εις εσάς ευλογία σήμερον. | |
Exod | GreVamva | 32:30 | Και την επαύριον είπεν ο Μωϋσής προς τον λαόν, Σεις ημαρτήσατε αμαρτίαν μεγάλην· και τώρα θέλω αναβή προς τον Κύριον· ίσως κάμω εξιλέωσιν διά την αμαρτίαν σας. | |
Exod | GreVamva | 32:31 | Και επέστρεψεν ο Μωϋσής προς τον Κύριον και είπε, Δέομαι· ούτος ο λαός ημάρτησεν αμαρτίαν μεγάλην και έκαμον εις εαυτούς θεούς χρυσούς· | |
Exod | GreVamva | 32:32 | πλην τώρα, εάν συγχωρήσης την αμαρτίαν αυτών· ει δε μη, εξάλειψόν με, δέομαι, εκ της βίβλου σου, την οποίαν έγραψας. | |
Exod | GreVamva | 32:33 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Όστις ημάρτησεν εναντίον εμού, τούτον θέλω εξαλείψει εκ της βίβλου μου· | |
Exod | GreVamva | 32:34 | όθεν τώρα ύπαγε, οδήγησον τον λαόν εις τον τόπον περί του οποίου σε είπα· ιδού, ο άγγελός μου θέλει προπορεύεσθαι έμπροσθέν σου' αλλ' όμως εν τη ημέρα της ανταποδώσεώς μου θέλω ανταποδώσει την αμαρτίαν αυτών επ' αυτούς. | |
Chapter 33
Exod | GreVamva | 33:1 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Ύπαγε, ανάβηθι εντεύθεν συ και ο λαός τον οποίον εξήγαγες εκ γης Αιγύπτου, εις την γην την οποίαν ώμοσα προς τον Αβραάμ, προς τον Ισαάκ και προς τον Ιακώβ, λέγων, Εις το σπέρμα σου θέλω δώσει αυτήν· | |
Exod | GreVamva | 33:2 | και θέλω αποστείλει άγγελον έμπροσθέν σου και θέλω εκδιώξει τον Χαναναίον, τον Αμορραίον και τον Χετταίον και τον Φερεζαίον τον Ευαίον και τον Ιεβουσαίον· | |
Exod | GreVamva | 33:3 | εις γην ρέουσαν γάλα και μέλι διότι εγώ δεν θέλω αναβή εν τω μέσω σου, επειδή είσαι λαός σκληροτράχηλος, διά να μη σε εξολοθρεύσω καθ' οδόν. | |
Exod | GreVamva | 33:4 | Και ότε ήκουσεν ο λαός τον κακόν τούτον λόγον, κατεπένθησαν και ουδείς έβαλε τον στολισμόν αυτού εφ' εαυτόν. | |
Exod | GreVamva | 33:5 | Διότι ο Κύριος είπε προς τον Μωϋσήν, Ειπέ προς τους υιούς Ισραήλ, Σεις είσθε λαός σκληροτράχηλος· μίαν στιγμήν εάν αναβώ εις το μέσον σου, θέλω σε εξολοθρεύσει· όθεν τώρα εκδύθητι τους στολισμούς σου από σου, διά να γνωρίσω τι θέλω κάμει εις σε. | |
Exod | GreVamva | 33:7 | Και λαβών ο Μωϋσής την σκηνήν, έστησεν αυτήν έξω του στρατοπέδου, μακράν του στρατοπέδου, και ωνόμασεν αυτήν Σκηνήν του μαρτυρίου· και πας ο ζητών τον Κύριον εξήρχετο προς την σκηνήν του μαρτυρίου την έξω του στρατοπέδου. | |
Exod | GreVamva | 33:8 | Και ότε εξήρχετο ο Μωϋσής προς την σκηνήν, πας ο λαός εσηκόνετο και ίστατο έκαστος παρά την θύραν της σκηνής αυτού και έβλεπον κατόπιν του Μωϋσέως, εωσού εισήρχετο εις την σκηνήν. | |
Exod | GreVamva | 33:9 | Και καθώς εισήρχετο ο Μωϋσής εις την σκηνήν, κατέβαινεν ο στύλος της νεφέλης και ίστατο επί των θυρών της σκηνής· και ελάλει ο Κύριος μετά του Μωϋσέως. | |
Exod | GreVamva | 33:10 | Και έβλεπε πας ο λαός τον στύλον της νεφέλης ιστάμενον επί των θυρών της σκηνής· και πας ο λαός ανιστάμενος προσεκύνει, έκαστος από της θύρας της σκηνής αυτού. | |
Exod | GreVamva | 33:11 | Και ελάλει ο Κύριος προς τον Μωϋσήν πρόσωπον προς πρόσωπον, καθώς λαλεί άνθρωπος προς τον φίλον αυτού. Και επέστρεφεν εις το στρατόπεδον· ο δε θεράπων αυτού νέος, Ιησούς ο υιός του Ναυή, δεν ανεχώρει από της σκηνής. | |
Exod | GreVamva | 33:12 | Και είπεν ο Μωϋσής προς τον Κύριον, Ιδέ, συ μοι λέγεις, Ανάγαγε τον λαόν τούτον· και συ δεν με εφανέρωσας ποίον θέλεις αποστείλει μετ' εμού· και συ είπας, σε γνωρίζω κατ' όνομα, και μάλιστα εύρηκας χάριν έμπροσθέν μου· | |
Exod | GreVamva | 33:13 | τώρα λοιπόν, εάν εύρηκα χάριν έμπροσθέν σου, δείξόν μοι, δέομαι, την οδόν σου, διά να σε γνωρίσω, διά να εύρω χάριν ενώπιόν σου· και ιδέ ότι τούτο το έθνος είναι ο λαός σου. | |
Exod | GreVamva | 33:15 | Ο δε είπε προς αυτόν, Εάν η παρουσία σου δεν έλθη μετ' εμού, μη αναγάγης ημάς εντεύθεν· | |
Exod | GreVamva | 33:16 | διότι πως θέλει γνωρισθή τώρα, ότι εύρηκα χάριν ενώπιόν σου εγώ και ο λαός σου; ουχί διά της ελεύσεώς σου μεθ' ημών; ούτω θέλομεν διακριθή, εγώ και ο λαός σου, από παντός λαού, του επί προσώπου της γης. | |
Exod | GreVamva | 33:17 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Και τούτο το πράγμα το οποίον είπας, θέλω κάμει διότι εύρηκας χάριν ενώπιόν μου και σε γνωρίζω κατ' όνομα. | |
Exod | GreVamva | 33:19 | Ο δε είπεν, Εγώ θέλω κάμει να περάση έμπροσθέν σου όλη η αγαθότης μου και θέλω κηρύξει το όνομα του Κυρίου έμπροσθέν σου και θέλω ελεήσει όντινα ελεώ και θέλω οικτειρήσει όντινα οικτείρω. | |
Exod | GreVamva | 33:20 | Και είπε, δεν δύνασαι να ίδης το πρόσωπόν μου· διότι άνθρωπος δεν θέλει με ιδεί και ζήσει. | |
Exod | GreVamva | 33:22 | και όταν η δόξα μου διαβαίνη, θέλω σε βάλει εις το σχίσμα της πέτρας και θέλω σε σκεπάσει με την χείρα μου, εωσού παρέλθω· | |
Chapter 34
Exod | GreVamva | 34:1 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Κόψον εις σεαυτόν δύο πλάκας λιθίνας καθώς τας πρώτας· και θέλω γράψει επί των πλακών τους λόγους, οίτινες ήσαν επί των πρώτων πλακών, τας οποίας συνέτριψας· | |
Exod | GreVamva | 34:2 | και γίνου έτοιμος το πρωΐ, και ανάβηθι το πρωΐ επί το όρος Σινά, και παράστηθι εκεί ενώπιόν μου επί της κορυφής του όρους· | |
Exod | GreVamva | 34:3 | και ουδείς θέλει αναβή μετά σου ουδέ θέλει φανή τις καθ' όλον το όρος· και τα ποίμνια και αι αγέλαι δεν θέλουσι βοσκηθή έμπροσθεν του όρους εκείνου. | |
Exod | GreVamva | 34:4 | Και έκοψε δύο πλάκας λιθίνας καθώς τας πρώτας· και σηκωθείς ο Μωϋσής ενωρίς το πρωΐ, ανέβη επί το όρος Σινά, καθώς προσέταξεν εις αυτόν ο Κύριος, και έλαβεν εις τας χείρας αυτού τας δύο πλάκας τας λιθίνας. | |
Exod | GreVamva | 34:5 | Και κατέβη ο Κύριος εν νεφέλη και εστάθη μετ' αυτού εκεί και εκήρυξε το όνομα του Κυρίου. | |
Exod | GreVamva | 34:6 | Και παρήλθε Κύριος έμπροσθεν αυτού και εκήρυξε, Κύριος, Κύριος ο Θεός, οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και πολυέλεος, και αληθινός, | |
Exod | GreVamva | 34:7 | φυλάττων έλεος εις χιλιάδας, συγχωρών ανομίαν και παράβασιν και αμαρτίαν και ουδόλως αθωόνων τον ένοχον· ανταποδίδων την ανομίαν των πατέρων επί τα τέκνα και επί τα τέκνα των τέκνων, έως τρίτης και τετάρτης γενεάς. | |
Exod | GreVamva | 34:9 | και είπεν, Εάν τώρα εύρηκα χάριν ενώπιόν σου, Κύριε, ας έλθη, δέομαι, ο Κύριός μου εν τω μέσω ημών· διότι ο λαός ούτος είναι σκληροτράχηλος· και συγχώρησον την ανομίαν ημών και την αμαρτίαν ημών και λάβε ημάς εις κληρονομίαν σου. | |
Exod | GreVamva | 34:10 | Και είπεν, Ιδού, εγώ κάμνω διαθήκην· έμπροσθεν παντός του λαού σου θέλω κάμει θαυμάσια, οποία δεν έγειναν καθ' όλην την γην και εις ουδέν έθνος· και πας ο λαός, εν μέσω του οποίου είσαι, θέλει ιδεί το έργον του Κυρίου· διότι φοβερόν είναι εκείνο, το οποίον εγώ θέλω κάμει μετά σου. | |
Exod | GreVamva | 34:11 | Φύλαξον εκείνο, το οποίον εγώ σε προστάζω σήμερον· ιδού, εγώ εκβάλλω απ' έμπροσθέν σου τον Αμορραίον και τον Χαναναίον και τον Χετταίον και τον Φερεζαίον και τον Ευαίον και τον Ιεβουσαίον. | |
Exod | GreVamva | 34:12 | Προσέχε εις σεαυτόν, μη κάμης συνθήκην μετά των κατοίκων της γης εις την οποίαν υπάγεις, μήποτε γείνη παγίς εν τω μέσω σου· | |
Exod | GreVamva | 34:13 | αλλά τους βωμούς αυτών θέλεις καταστρέψει και τα είδωλα αυτών θέλεις συντρίψει και τα άλση αυτών θέλεις κατακόψει. | |
Exod | GreVamva | 34:14 | Διότι δεν θέλεις προσκυνήσει άλλον θεόν· επειδή ο Κύριος, του οποίου το όνομα είναι Ζηλότυπος, είναι Θεός ζηλότυπος· | |
Exod | GreVamva | 34:15 | μήποτε κάμης συνθήκην μετά των κατοίκων της γης, και όταν πορνεύσωσι κατόπιν των θεών αυτών και θυσιάσωσι προς τους θεούς αυτών, σε προσκαλέση τις και φάγης από της θυσίας αυτού· | |
Exod | GreVamva | 34:16 | και μήποτε λάβης εκ των θυγατέρων αυτού εις τους υιούς σου, και όταν αι θυγατέρες αυτού πορνεύσωσι κατόπιν των θεών αυτών, κάμωσι τους υιούς σου να πορνεύσωσι κατόπιν των θεών αυτών. | |
Exod | GreVamva | 34:18 | Την εορτήν των αζύμων θέλεις φυλάττει. Επτά ημέρας θέλεις τρώγει άζυμα, καθώς προσέταξα εις σε, κατά τον καιρόν του μηνός Αβίβ· διότι κατά τον μήνα Αβίβ εξήλθες εξ Αιγύπτου. | |
Exod | GreVamva | 34:19 | Παν το διανοίγον μήτραν είναι ιδικόν μου· και παν πρωτότοκον αρσενικόν μεταξύ των κτηνών σου, είτε βους είτε πρόβατον. | |
Exod | GreVamva | 34:20 | Το δε πρωτότοκον της όνου θέλεις εξαγοράζει με αρνίον· και εάν δεν εξαγοράσης αυτό, τότε θέλεις λαιμοτομήσει αυτό. Πάντας τους πρωτοτόκους των υιών σου θέλεις εξαγοράζει. Και ουδείς θέλει φανή ενώπιόν μου κενός. | |
Exod | GreVamva | 34:21 | Εξ ημέρας θέλεις εργάζεσθαι την δε εβδόμην ημέραν θέλεις αναπαύεσθαι κατά τον σπορητόν και κατά τον θερισμόν θέλεις αναπαύεσθαι. | |
Exod | GreVamva | 34:22 | Και θέλεις φυλάττει την εορτήν των εβδομάδων, των απαρχών του θερισμού του σίτου, και την εορτήν της συγκομιδής εις την επιστροφήν του ενιαυτού. | |
Exod | GreVamva | 34:23 | Τρίς του ενιαυτού θέλει εμφανίζεσθαι παν αρσενικόν σου ενώπιον Κυρίου, Κυρίου του Θεού του Ισραήλ. | |
Exod | GreVamva | 34:24 | Διότι αφού εκδιώξω τα έθνη απ' έμπροσθέν σου και πλατύνω τα όριά σου, δεν θέλει επιθυμήσει ουδείς την γην σου, όταν αναβαίνης διά να εμφανισθής έμπροσθεν Κυρίου του Θεού σου τρίς του ενιαυτού. | |
Exod | GreVamva | 34:25 | Δεν θέλεις προσφέρει το αίμα της θυσίας μου με ένζυμα· και η θυσία της εορτής του πάσχα δεν θέλει μείνει έως το πρωΐ. | |
Exod | GreVamva | 34:26 | Τα πρωτογεννήματα της γης σου θέλεις φέρει εις τον οίκον Κυρίου του Θεού σου. Δεν θέλεις ψήσει ερίφιον εν τω γάλακτι της μητρός αυτού. | |
Exod | GreVamva | 34:27 | Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Γράψον εις σεαυτόν τους λόγους τούτους· διότι κατά τους λόγους τούτους έκαμα διαθήκην προς σε και προς τον Ισραήλ, | |
Exod | GreVamva | 34:28 | Και ήτο εκεί μετά του Κυρίου τεσσαράκοντα ημέρας και τεσσαράκοντα νύκτας· άρτον δεν έφαγε και ύδωρ δεν έπιε. Και έγραψεν επί των πλακών τους λόγους της διαθήκης, τας δέκα εντολάς. | |
Exod | GreVamva | 34:29 | Και ότε κατέβαινεν ο Μωϋσής από του όρους Σινά, και αι δύο πλάκες του μαρτυρίου ήσαν εις την χείρα του Μωϋσέως, ότε κατέβαινεν από του όρους, ο Μωϋσής δεν ήξευρεν ότι το δέρμα του προσώπου αυτού έγεινε λαμπρόν ενώ ελάλει μετ' αυτού. | |
Exod | GreVamva | 34:30 | Και είδεν ο Ααρών και πάντες οι υιοί Ισραήλ τον Μωϋσήν, και ιδού, το δέρμα του προσώπου αυτού έλαμπε· και εφοβήθησαν να πλησιάσωσιν εις αυτόν. | |
Exod | GreVamva | 34:31 | Και εκάλεσεν αυτούς ο Μωϋσής· και επεστράφησαν προς αυτόν ο Ααρών και πάντες οι άρχοντες της συναγωγής, και ελάλησε προς αυτούς ο Μωϋσής. | |
Exod | GreVamva | 34:32 | Και μετά ταύτα πάντες οι υιοί Ισραήλ προσήλθον· και προσέταξεν εις αυτούς πάντα όσα ελάλησεν ο Κύριος προς αυτόν επί του όρους Σινά. | |
Exod | GreVamva | 34:33 | Και ετελείωσεν ο Μωϋσής λαλών προς αυτούς· είχε δε κάλυμμα επί το πρόσωπον αυτού. | |
Exod | GreVamva | 34:34 | Και ότε εισήρχετο ο Μωϋσής ενώπιον του Κυρίου διά να λαλήση μετ' αυτού, εσήκονε το κάλυμμα, εωσού εξέλθη. Και εξήρχετο και ελάλει προς τους υιούς Ισραήλ ό,τι ήτο προστεταγμένος. | |
Chapter 35
Exod | GreVamva | 35:1 | Και συνήθροισεν ο Μωϋσής πάσαν την συναγωγήν των υιών Ισραήλ, και είπε προς αυτούς, Ούτοι είναι οι λόγοι, τους οποίους προσέταξεν ο Κύριος, διά να κάμνητε αυτούς. | |
Exod | GreVamva | 35:2 | Εξ ημέρας θέλει γίνεσθαι εργασία· η δε εβδόμη ημέρα θέλει είσθαι εις εσάς αγία, σάββατον αναπαύσεως εις τον Κύριον· πας όστις κάμη εν αυτή εργασίαν θέλει θανατωθή· | |
Exod | GreVamva | 35:4 | Και ελάλησεν ο Μωϋσής προς πάσαν την συναγωγήν των υιών Ισραήλ, λέγων, τούτο είναι το πράγμα το οποίον ο Κύριος προσέταξε, λέγων, | |
Exod | GreVamva | 35:5 | Λάβετε από ό,τι έχετε προσφοράν εις τον Κύριον· όστις προαιρείται εν τη καρδία αυτού, ας φέρη την προσφοράν του Κυρίου· χρυσίον και αργύριον και χαλκόν, | |
Exod | GreVamva | 35:8 | και έλαιον διά το φως και αρώματα διά το χριστήριον έλαιον και διά το ευώδες θυμίαμα, | |
Exod | GreVamva | 35:9 | και λίθους ονυχίτας και λίθους διά να εντεθώσιν εις το εφόδ και εις το περιστήθιον. | |
Exod | GreVamva | 35:10 | Και πας συνετός την καρδίαν μεταξύ σας θέλει ελθεί και κάμει πάντα όσα προσέταξεν ο Κύριος· | |
Exod | GreVamva | 35:11 | την σκηνήν, το περικάλυμμα αυτής και την σκέπην αυτής, τας περόνας αυτής και τας σανίδας αυτής, τους μοχλούς αυτής, τους στύλους αυτής και τα υποβάσια αυτής, | |
Exod | GreVamva | 35:12 | την κιβωτόν και τους μοχλούς αυτής, το ιλαστήριον και το καλυπτήριον καταπέτασμα, | |
Exod | GreVamva | 35:13 | την τράπεζαν και τους μοχλούς αυτής και πάντα τα σκεύη αυτής και τον άρτον της προθέσεως, | |
Exod | GreVamva | 35:14 | και την λυχνίαν διά το φως και τα σκεύη αυτής και τους λύχνους αυτής και το έλαιον του φωτός, | |
Exod | GreVamva | 35:15 | και το θυσιαστήριον του θυμιάματος, και τους μοχλούς αυτού και το χριστήριον έλαιον και το ευώδες θυμίαμα και τον τάπητα της θύρας της εισόδου της σκηνής, | |
Exod | GreVamva | 35:16 | το θυσιαστήριον του ολοκαυτώματος και την χαλκίνην εσχάραν αυτού τους μοχλούς αυτού και πάντα τα σκεύη αυτού, τον νιπτήρα και την βάσιν αυτού, | |
Exod | GreVamva | 35:17 | τα παραπετάσματα της αυλής, τους στύλους αυτής και τα υποβάσια αυτών και το παραπέτασμα της θύρας της αυλής, | |
Exod | GreVamva | 35:19 | τας λειτουργικάς στολάς διά να λειτουργώσιν εν τω αγίω, τας αγίας στολάς διά τον Ααρών τον ιερέα και τας στολάς των υιών αυτού, διά να ιερατεύωσι. | |
Exod | GreVamva | 35:21 | Και ήλθον, πας άνθρωπος του οποίου η καρδία διήγειρεν αυτόν· και πας τις τον οποίον το πνεύμα αυτού έκαμε πρόθυμον, έφεραν την προσφοράν του Κυρίου διά το έργον της σκηνής του μαρτυρίου και διά πάσαν την υπηρεσίαν αυτής και διά τας αγίας στολάς. | |
Exod | GreVamva | 35:22 | Και ήλθον, άνδρες τε και γυναίκες, όσοι ήσαν προθύμου καρδίας, φέροντες βραχιόλια και ενώτια και δακτυλίδια και περιδέραια, παν σκεύος χρυσούν· και πάντες όσοι προσέφεραν προσφοράν χρυσίον εις τον Κύριον. | |
Exod | GreVamva | 35:23 | Και πας άνθρωπος εις τον οποίον ευρίσκετο κυανούν και πορφυρούν και κόκκινον και βύσσος και τρίχες αιγών και δέρματα κριών κοκκινοβαφή και δέρματα θώων, έφεραν αυτά. | |
Exod | GreVamva | 35:24 | Πας όστις ηδύνατο να κάμη προσφοράν αργυρίου και χαλκού, έφεραν την προσφοράν του Κυρίου· και πας άνθρωπος, εις τον οποίον ευρίσκετο ξύλον σιττίμ διά παν έργον της υπηρεσίας, έφεραν αυτό. | |
Exod | GreVamva | 35:25 | Και πάσα γυνή συνετή την καρδίαν έκλωθον με τας χείρας αυτών και έφερον κεκλωσμένα, το κυανούν και το πορφυρούν, το κόκκινον και την βύσσον. | |
Exod | GreVamva | 35:26 | Και πάσαι αι γυναίκες, των οποίων η καρδία διήγειρεν αυτάς εις ευμηχανίαν, έκλωσαν τας τρίχας των αιγών. | |
Exod | GreVamva | 35:27 | Και οι άρχοντες έφεραν τους λίθους τους ονυχίτας και τους λίθους της ενθέσεως διά το εφόδ και διά το περιστήθιον· | |
Exod | GreVamva | 35:28 | και τα αρώματα, και το έλαιον διά το φως και διά το χριστήριον έλαιον και διά το ευώδες θυμίαμα. | |
Exod | GreVamva | 35:29 | Οι υιοί Ισραήλ έφεραν προαιρετικήν προσφοράν εις τον Κύριον, πας ανήρ και γυνή, των οποίων η καρδία έκαμεν αυτούς προθύμους εις το να φέρωσι διά πάσαν την εργασίαν, την οποίαν προσέταξεν ο Κύριος να γείνη διά χειρός του Μωϋσέως. | |
Exod | GreVamva | 35:30 | Και είπεν ο Μωϋσής προς τους υιούς Ισραήλ, Ιδέτε, ο Κύριος εκάλεσεν εξ ονόματος Βεσελεήλ τον υιόν του Ουρί, υιού του Ωρ, εκ φυλής Ιούδα· | |
Exod | GreVamva | 35:31 | και ενέπλησεν αυτόν πνεύματος θείου, σοφίας συνέσεως και επιστήμης και πάσης καλλιτεχνίας· | |
Exod | GreVamva | 35:32 | και διά να επινοή έντεχνα έργα, ώστε να εργάζηται εις χρυσίον και εις αργύριον και εις χαλκόν· | |
Exod | GreVamva | 35:33 | και να γλύφη λίθους ενθέσεως και να σκαλίζη ξύλα δι' εργασίαν, διά παν έντεχνον έργον. | |
Exod | GreVamva | 35:34 | Και έδωκεν εις την καρδίαν αυτού το να διδάσκη, αυτός και Ελιάβ ο υιός του Αχισαμάχ, εκ φυλής Δαν. | |
Chapter 36
Exod | GreVamva | 36:1 | Και έκαμεν ο Βεσελεήλ και ο Ελιάβ και πας σοφός την καρδίαν, εις τον οποίον ο Κύριος έδωκε σοφίαν και σύνεσιν διά να εξεύρη να εργάζηται παν το έργον της υπηρεσίας του αγιαστηρίου, κατά πάντα όσα προσέταξεν ο Κύριος. | |
Exod | GreVamva | 36:2 | Και εκάλεσεν ο Μωϋσής τον Βεσελεήλ και τον Ελιάβ και πάντα σοφόν την καρδίαν, εις του οποίου την καρδίαν ο Κύριος έδωκε σοφίαν, πάντα άνθρωπον του οποίου η καρδία διήγειρεν αυτόν εις το να έλθη προς το έργον διά να κάμη αυτό. | |
Exod | GreVamva | 36:3 | Και έλαβον απ' έμπροσθεν του Μωϋσέως πάσας τας προσφοράς, τας οποίας έφεραν οι υιοί Ισραήλ διά το έργον της υπηρεσίας του αγιαστηρίου, διά να κάμωσιν αυτό. Και έφερον έτι προς αυτόν αυτοπροαιρέτους προσφοράς καθ' εκάστην πρωΐαν. | |
Exod | GreVamva | 36:4 | Και ήλθον πάντες οι σοφοί οι εργαζόμενοι παν το έργον του αγιαστηρίου, έκαστος από του έργου αυτού, το οποίον έκαμνον· | |
Exod | GreVamva | 36:5 | και είπον προς τον Μωϋσήν, λέγοντες, Ο λαός φέρει πλειότερον παρά το ικανόν διά την υπηρεσίαν του έργον, το οποίον ο Κύριος προσέταξε να γείνη. | |
Exod | GreVamva | 36:6 | Και προσέταξεν ο Μωϋσής και εκήρυξαν εν τω στρατοπέδω, λέγοντες, Μηδείς ανήρ μήτε γυνή, ας μη κάμνη πλέον εργασίαν διά την προσφοράν του αγιαστηρίου. Και ο λαός έπαυσεν από του να φέρη· | |
Exod | GreVamva | 36:7 | διότι η ύλη, την οποίαν είχον, ήτο ικανή δι' όλον το έργον, ώστε να κάμωσιν αυτό, και επερίσσευεν. | |
Exod | GreVamva | 36:8 | Και πας σοφός την καρδίαν εκ των εργαζομένων το έργον της σκηνής έκαμον δέκα παραπετάσματα εκ βύσσου κεκλωσμένης και κυανού και πορφυρού και κοκκίνου· με χερουβείμ εντέχνου εργασίας έκαμον αυτά· | |
Exod | GreVamva | 36:9 | το μήκος του ενός παραπετάσματος εικοσιοκτώ πηχών και το πλάτος του ενός παραπετάσματος τεσσάρων πηχών· πάντα τα παραπετάσματα του αυτού μέτρου· | |
Exod | GreVamva | 36:10 | και συνήψε τα πέντε παραπετάσματα το εν μετά του άλλου· και τα άλλα πέντε παραπετάσματα συνήψε το εν μετά του άλλου. | |
Exod | GreVamva | 36:11 | Και έκαμε θυλειάς κυανά επί της άκρας του ενός παραπετάσματος κατά το πλάγιον όπου έγεινεν η ένωσις· ομοίως έκαμεν επί της τελευταίας άκρας του δευτέρου παραπετάσματος, όπου έγεινεν η ένωσις του δευτέρου· | |
Exod | GreVamva | 36:12 | πεντήκοντα θυλειάς έκαμεν εις το εν παραπέτασμα και πεντήκοντα θυλειάς έκαμεν επί της άκρας του παραπετάσματος, όπου έγεινεν η ένωσις του δευτέρου, διά να αντικρύζωσι αι θυλειαί προς άλληλα. | |
Exod | GreVamva | 36:13 | Και έκαμε πεντήκοντα περόνας χρυσάς και συνήψε τα παραπετάσματα προς άλληλα με τας περόνας. και έγεινεν η σκηνή μία. | |
Exod | GreVamva | 36:14 | Και έκαμε παραπετάσματα εκ τριχών αιγών διά να ήναι κάλυμμα επί της σκηνής· ένδεκα παραπετάσματα έκαμεν αυτά· | |
Exod | GreVamva | 36:15 | το μήκος του ενός παραπετάσματος τριάκοντα πηχών και το πλάτος του ενός παραπετάσματος τεσσάρων πηχών· τα ένδεκα παραπετάσματα του αυτού μέτρου· | |
Exod | GreVamva | 36:17 | Και έκαμε πεντήκοντα θυλειάς επί της τελευταίας άκρας του παραπετάσματος κατά την ένωσιν, και πεντήκοντα θυλειάς έκαμεν επί της άκρας του παραπετάσματος, κατά την ένωσιν του δευτέρου. | |
Exod | GreVamva | 36:18 | Έκαμεν έτι πεντήκοντα περόνας χαλκίνας, διά να συνάψη την σκηνήν, ώστε να ήναι μία. | |
Exod | GreVamva | 36:19 | Και έκαμε επικάλυμμα διά την σκηνήν εκ δερμάτων κριών κοκκινοβαφών, και επικάλυμμα υπεράνωθεν εκ δερμάτων θώων. | |
Exod | GreVamva | 36:21 | το μήκος της μιας σανίδος δέκα πηχών, και το πλάτος της μιας σανίδος μιας πήχης και ημισείας· | |
Exod | GreVamva | 36:22 | μία σανίς είχε δύο αγκωνίσκους αντικρύζοντας προς αλλήλους· ούτως έκαμε δι' όλας τας σανίδας της σκηνής. | |
Exod | GreVamva | 36:23 | Και έκαμε τας σανίδας διά την σκηνήν, είκοσι σανίδας από του νοτίου μέρους προς τα δεξιά. | |
Exod | GreVamva | 36:24 | Και τεσσαράκοντα υποβάσια αργυρά έκαμεν υποκάτω των είκοσι σανίδων· δύο υποβάσια υποκάτω της μιας σανίδος διά τους δύο αγκωνίσκους αυτής και δύο υποβάσια υποκάτω της άλλης σανίδος διά τους δύο αγκωνίσκους αυτής. | |
Exod | GreVamva | 36:26 | και τα τεσσαράκοντα αυτών υποβάσια αργυρά· δύο υποβάσια υποκάτω της μιας σανίδος και δύο υποβάσια υποκάτω της άλλης σανίδος. | |
Exod | GreVamva | 36:29 | και ηνώθησαν κάτωθεν και ηνώθησαν ομού άνωθεν διά του ενός κρίκου· ούτως έκαμε δι' αυτάς αμφοτέρας διά τας δύο γωνίας. | |
Exod | GreVamva | 36:30 | Και ήσαν οκτώ σανίδες· και τα υποβάσια αυτών δεκαέξ υποβάσια αργυρά, ανά δύο υποβάσια υποκάτω εκάστης σανίδος. | |
Exod | GreVamva | 36:31 | Και έκαμε τους μοχλούς εκ ξύλου σιττίμ· πέντε διά τας σανίδας του ενός μέρους της σκηνής, | |
Exod | GreVamva | 36:32 | και πέντε μοχλούς διά τας σανίδας του άλλου μέρους της σκηνής και πέντε μοχλούς διά τας σανίδας της σκηνής, διά τα όπισθεν μέρη τα προς δυσμάς· | |
Exod | GreVamva | 36:34 | Και περιεκάλυψε τας σανίδας με χρυσίον και έκαμε τους κρίκους αυτών χρυσούς διά να ήναι θήκαι των μοχλών, και περιεκάλυψε τους μοχλούς με χρυσίον. | |
Exod | GreVamva | 36:35 | Και έκαμε το καταπέτασμα εκ κυανού και πορφυρού και κοκκίνου και βύσσου κεκλωσμένης· εντέχνου εργασίας έκαμεν αυτό με χερουβείμ. | |
Exod | GreVamva | 36:36 | Και έκαμεν εις αυτό τους τέσσαρας στύλους εκ ξύλου σιττίμ και περιεκάλυψεν αυτούς με χρυσίον· τα άγκιστρα αυτών χρυσά· και έχυσε δι' αυτούς τέσσαρα υποβάσια αργυρά. | |
Exod | GreVamva | 36:37 | Και έκαμε τον τάπητα διά την θύραν της σκηνής εκ κυανού και πορφυρού και κοκκίνου και βύσσου κεκλωσμένης, εργασίας κεντητού· | |
Chapter 37
Exod | GreVamva | 37:1 | Και έκαμεν ο Βεσελεήλ την κιβωτόν εκ ξύλου σιττίμ· δύο πηχών και ημισείας το μήκος αυτής και μιας πήχης και ημισείας το πλάτος αυτής και μιας πήχης και ημισείας το ύψος αυτής· | |
Exod | GreVamva | 37:2 | και περιεκάλυψεν αυτήν με καθαρόν χρυσίον έσωθεν και έξωθεν και έκαμεν εις αυτήν στεφάνην χρυσήν κύκλω. | |
Exod | GreVamva | 37:3 | Και έχυσε δι' αυτήν τέσσαρας κρίκους χρυσούς διά τας τέσσαρας γωνίας αυτής· δύο μεν κρίκους εις το εν πλάγιον αυτής δύο δε κρίκους εις το άλλο πλάγιον αυτής. | |
Exod | GreVamva | 37:5 | και εισήγαγε τους μοχλούς εις τους κρίκους κατά τα πλάγια της κιβωτού, διά να βαστάζωσι την κιβωτόν. | |
Exod | GreVamva | 37:6 | Και έκαμε το ιλαστήριον εκ χρυσίου καθαρού· δύο πηχών και ημισείας το μήκος αυτού και μιας πήχης και ημισείας το πλάτος αυτού. | |
Exod | GreVamva | 37:7 | Και έκαμε δύο χερουβείμ εκ χρυσίου· σφυρήλατα έκαμεν αυτά, επί των δύο άκρων του ιλαστηρίου· | |
Exod | GreVamva | 37:8 | εν χερούβ επί του ενός άκρου, και εν χερούβ επί του άλλου άκρου· επί του ιλαστηρίου έκαμε τα χερουβείμ επί των δύο άκρων αυτού· | |
Exod | GreVamva | 37:9 | και τα χερουβείμ εξέτεινον τας πτέρυγας άνωθεν, επικαλύπτοντα με τας πτέρυγας αυτών το ιλαστήριον και τα πρόσωπα αυτών έβλεπον το εν προς το άλλο· προς το ιλαστήριον ήσαν τα πρόσωπα των χερουβείμ. | |
Exod | GreVamva | 37:10 | Και έκαμε την τράπεζαν εκ ξύλου σιττίμ· δύο πηχών το μήκος αυτής και μιας πήχης το πλάτος αυτής, το δε ύψος αυτής μιας πήχης και ημισείας· | |
Exod | GreVamva | 37:11 | και περιεκάλυψεν αυτήν με χρυσίον καθαρόν, και έκαμεν εις αυτήν στεφάνην χρυσήν κύκλω. | |
Exod | GreVamva | 37:12 | Έκαμεν έτι εις αυτήν χείλος κύκλω, μιας παλάμης το πλάτος· και επί το χείλος αυτής κύκλω έκαμε στεφάνην χρυσήν. | |
Exod | GreVamva | 37:13 | Και έχυσε δι' αυτήν τέσσαρας κρίκους χρυσούς, και έβαλε τους κρίκους επί τας τέσσαρας γωνίας, τας επί των τεσσάρων ποδών αυτής. | |
Exod | GreVamva | 37:15 | και έκαμε τους μοχλούς εκ ξύλου σιττίμ, και περιεκάλυψεν αυτούς με χρυσίον, διά να βαστάζωσι την τράπεζαν. | |
Exod | GreVamva | 37:16 | και έκαμε τα σκεύη τα επί της τραπέζης, τους δίσκους αυτής και τους θυμιαματοδόχους αυτής και τας λεκάνας αυτής και τα σπονδεία, διά να γίνωνται δι' αυτών αι σπονδαί, εκ χρυσίου καθαρού. | |
Exod | GreVamva | 37:17 | και έκαμε την λυχνίαν εκ χρυσίου καθαρού· σφυρήλατον έκαμε την λυχνίαν· ο κορμός αυτής και οι κλάδοι αυτής, αι λεκάναι αυτής, οι κόμβοι αυτής και τα άνθη αυτής ήσαν εν σώμα μετ' αυτής. | |
Exod | GreVamva | 37:18 | και εξ κλάδοι εξήρχοντο εκ των πλαγίων αυτής· τρεις κλάδοι της λυχνίας εκ του ενός πλαγίου αυτής και τρεις κλάδοι της λυχνίας εκ του άλλου πλαγίου αυτής· | |
Exod | GreVamva | 37:19 | τρεις λεκάναι αμυγδαλοειδείς εις τον ένα κλάδον, εις κόμβος και εν άνθος· και τρεις λεκάναι αμυγδαλοειδείς εις τον άλλον κλάδον, εις κόμβος και εν άνθος· ούτως έκαμεν εις τους εξ κλάδους τους εξερχομένους εκ της λυχνίας. | |
Exod | GreVamva | 37:20 | Και εις την λυχνίαν ήσαν τέσσαρες λεκάναι αμυγδαλοειδείς, οι κόμβοι αυτών και τα άνθη αυτών. | |
Exod | GreVamva | 37:21 | Και εις κόμβος υπό τους δύο κλάδους εξ αυτής και εις κόμβος υπό τους δύο κλάδους εξ αυτής και εις κόμβος υπό τους δύο κλάδους εξ αυτής, εις τους εξ κλάδους τους εξερχομένους εξ αυτής. | |
Exod | GreVamva | 37:22 | Οι κόμβοι αυτών και οι κλάδοι αυτών ήσαν εν σώμα μετ' αυτής· το όλον αυτής εν σφυρήλατον εκ χρυσίου καθαρού. | |
Exod | GreVamva | 37:23 | Και έκαμε τους επτά λύχνους αυτής, και τα λυχνοψάλιδα αυτής και τα υποθέματα αυτής εκ χρυσίου καθαρού. | |
Exod | GreVamva | 37:25 | Και έκαμε το θυσιαστήριον του θυμιάματος εκ ξύλου σιττίμ· το μήκος αυτού μιας πήχης και το πλάτος αυτού μιας πήχης, τετράγωνον· και δύο πηχών το ύψος αυτού· τα κέρατα αυτού ήσαν εκ του αυτού. | |
Exod | GreVamva | 37:26 | Και περιεκάλυψεν αυτό με χρυσίον καθαρόν, την κορυφήν αυτού και τα πλάγια αυτού κύκλω και τα κέρατα αυτού· και έκαμεν εις αυτό στεφάνην χρυσήν κύκλω. | |
Exod | GreVamva | 37:27 | Και δύο κρίκους χρυσούς έκαμε δι' αυτό υπό την στεφάνην αυτού πλησίον των δύο γωνιών αυτού επί τα δύο πλάγια αυτού, διά να ήναι θήκαι των μοχλών, ώστε να βαστάζωσιν αυτό δι' αυτών. | |
Chapter 38
Exod | GreVamva | 38:1 | Και έκαμε το θυσιαστήριον του ολοκαυτώματος εκ ξύλου σιττίμ· πέντε πηχών το μήκος αυτού και πέντε πηχών το πλάτος αυτού, τετράγωνον· και το ύψος αυτού τριών πηχών· | |
Exod | GreVamva | 38:2 | και έκαμε τα κέρατα αυτού επί των τεσσάρων γωνιών αυτού· τα κέρατα αυτού ήσαν εκ του αυτού· και περιεκάλυψεν αυτό χαλκόν. | |
Exod | GreVamva | 38:3 | Και έκαμε πάντα τα σκεύη του θυσιαστηρίου, τους λέβητας και τα πτυάρια και τας λεκάνας, τας κρεάγρας και τα πυροδόχα· πάντα τα σκεύη αυτού έκαμε χάλκινα. | |
Exod | GreVamva | 38:4 | Και έκαμε διά το θυσιαστήριον χαλκίνην εσχάραν δικτυωτής εργασίας υπό την περιοχήν αυτού κάτωθεν έως του μέσου αυτού. | |
Exod | GreVamva | 38:5 | Και έχυσε τέσσαρας κρίκους διά τα τέσσαρα άκρα της χαλκίνης εσχάρας, διά να ήναι θήκαι των μοχλών. | |
Exod | GreVamva | 38:7 | Και εισήξε τους μοχλούς εις τους κρίκους κατά τα πλάγια του θυσιαστηρίου, διά να βαστάζωσιν αυτό δι' αυτών· κοίλον σανιδωτόν έκαμεν αυτό. | |
Exod | GreVamva | 38:8 | Και έκαμε τον νιπτήρα χάλκινον και την βάσιν αυτού χαλκίνην εκ των κατόπτρων των συναθροιζομένων γυναικών, αίτινες συνηθροίζοντο παρά την θύραν της σκηνής του μαρτυρίου. | |
Exod | GreVamva | 38:9 | Και έκαμε την αυλήν· κατά το πλευρόν το προς μεσημβρίαν τα παραπετάσματα της αυλής ήσαν εκ βύσσου κεκλωσμένης, εκατόν πηχών. | |
Exod | GreVamva | 38:10 | Οι στύλοι αυτών ήσαν είκοσι και τα χάλκινα αυτών υποβάσια είκοσι τα άγκιστρα των στύλων και αι ζώναι αυτών αργυρά. | |
Exod | GreVamva | 38:11 | Και κατά το βόρειον πλευρόν τα παραπετάσματα ήσαν εκατόν πηχών· οι στύλοι αυτών είκοσι και τα χάλκινα υποβάσια αυτών είκοσι τα άγκιστρα των στύλων και αι ζώναι αυτών αργυρά. | |
Exod | GreVamva | 38:12 | Και κατά το δυτικόν πλευρόν ήσαν παραπετάσματα πεντήκοντα πηχών· οι στύλοι αυτών δέκα και τα υποβάσια αυτών δέκα· τα άγκιστρα των στύλων και αι ζώναι αυτών αργυρά. | |
Exod | GreVamva | 38:14 | Τα παραπετάσματα του ενός μέρους της πύλης ήσαν δεκαπέντε πηχών· οι στύλοι αυτών τρεις και τα υποβάσια αυτών τρία. | |
Exod | GreVamva | 38:15 | Και εις το άλλο μέρος της πύλης της αυλής εκατέρωθεν ήσαν παραπετάσματα δεκαπέντε πηχών· οι στύλοι αυτών τρεις και τα υποβάσια αυτών τρία. | |
Exod | GreVamva | 38:17 | Και τα υποβάσια διά τους στύλους ήσαν χάλκινα· τα άγκιστρα των στύλων και αι ζώναι αυτών αργυρά· και τα κιονόκρανα αυτών ήσαν περικεκαλυμμένα με αργύριον· και πάντες οι στύλοι της αυλής ήσαν εζωσμένοι με αργύριον. | |
Exod | GreVamva | 38:18 | Και το καταπέτασμα διά την πύλην της αυλής ήτο εργασίας κεντητού εκ κυανού και πορφυρού και κοκκίνου και βύσσου κεκλωσμένης· και ήτο είκοσι πηχών το μήκος και το ύψος εις το πλάτος πέντε πηχών, καθώς εις τα παραπετάσματα της αυλής. | |
Exod | GreVamva | 38:19 | Και οι στύλοι αυτών τέσσαρες και τα χάλκινα υποβάσια αυτών τέσσαρα· τα άγκιστρα αυτών αργυρά, και τα κιονόκρανα αυτών περικεκαλυμμένα με αργύριον και αι ζώναι αυτών αργυραί. | |
Exod | GreVamva | 38:21 | Αύτη είναι η απαρίθμησις των πραγμάτων της σκηνής, της σκηνής του μαρτυρίου, καθώς ηριθμήθησαν κατά την προσταγήν του Μωϋσέως, διά την υπηρεσίαν των Λευϊτών διά χειρός του Ιθάμαρ, υιού του Ααρών του ιερέως. | |
Exod | GreVamva | 38:22 | Και ο Βεσελεήλ ο υιός του Ουρί, υιού του Ωρ, εκ φυλής Ιούδα, έκαμε πάντα όσα προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν. | |
Exod | GreVamva | 38:23 | Και ήτο μετ' αυτού Ελιάβ, ο υιός του Αχισαμάχ, εκ φυλής Δαν, εγχαράκτης και ευμήχανος τεχνίτης και κεντητής εις κυανούν και εις πορφυρούν και εις κόκκινον και εις βύσσον. | |
Exod | GreVamva | 38:24 | Παν το χρυσίον το δαπανηθέν διά την εργασίαν εις όλον το έργον του αγιαστηρίου, το χρυσίον της προσφοράς, ήτο εικοσιεννέα τάλαντα και επτακόσιοι τριάκοντα σίκλοι, κατά τον σίκλον του αγιαστηρίου. | |
Exod | GreVamva | 38:25 | Και το αργύριον των απαριθμηθέντων εκ της συναγωγής εκατόν τάλαντα, και χίλιοι επτακόσιοι και εβδομήκοντα πέντε σίκλοι, κατά τον σίκλον του αγιαστηρίου· | |
Exod | GreVamva | 38:26 | εν βεκάχ κατά κεφαλήν, το ήμισυ του σίκλου, κατά τον σίκλον του αγιαστηρίου, διά πάντα περνώντα εις την απαρίθμησιν, από είκοσι ετών ηλικίας και επάνω, διά εξακοσίας και τρεις χιλιάδας και πεντακοσίους και πεντήκοντα ανθρώπους. | |
Exod | GreVamva | 38:27 | Και εκ του αργυρίου των εκατόν ταλάντων εχύθησαν τα υποβάσια του αγιαστηρίου και τα υποβάσια του καταπετάσματος· εκατόν υποβάσια από εκατόν ταλάντων, εν τάλαντον δι' εν υποβάσιον. | |
Exod | GreVamva | 38:28 | Και από των χιλίων επτακοσίων εβδομήκοντα πέντε σίκλων έκαμεν άγκιστρα διά τους στύλους και περιεκάλυψε τα κιονόκρανα αυτών και έζωσεν αυτούς. | |
Exod | GreVamva | 38:29 | Και ο χαλκός της προσφοράς ήτο εβδομήκοντα τάλαντα και δύο χιλιάδες και τετρακόσιοι σίκλοι. | |
Exod | GreVamva | 38:30 | Και εκ τούτου έκαμε τα υποβάσια εις την θύραν της σκηνής του μαρτυρίου και το χάλκινον θυσιαστήριον και την χαλκίνην εσχάραν δι' αυτό, και πάντα τα σκεύη του θυσιαστηρίου, | |
Chapter 39
Exod | GreVamva | 39:1 | Και εκ του κυανού και πορφυρού και κοκκίνου έκαμον στολάς λειτουργικάς διά να λειτουργώσιν εν τω αγίω, και έκαμον τας αγίας στολάς διά τον Ααρών, καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν. | |
Exod | GreVamva | 39:2 | Και έκαμε το εφόδ εκ χρυσίου, εκ κυανού και πορφυρού και κοκκίνου και βύσσου κεκλωσμένης. | |
Exod | GreVamva | 39:3 | Και εσφυρηλάτησαν το χρυσίον εις λεπτάς πλάκας και έκοψαν αυτό εις σύρματα, διά να εργασθώσιν αυτό εις το κυανούν και εις το πορφυρούν και εις το κόκκινον και εις την βύσσον με έντεχνον εργασίαν. | |
Exod | GreVamva | 39:5 | Και η κεντητή ζώνη του εφόδ επ' αυτό ήτο εκ του αυτού κατά την εργασίαν αυτού· εκ χρυσίου, εκ κυανού και πορφυρού και κοκκίνου και βύσσου κεκλωσμένης, καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν. | |
Exod | GreVamva | 39:6 | Και ειργάσθησαν τους ονυχίτας λίθους ενηρμοσμένους εν οικίσκοις χρυσοίς, εγκεχαραγμένους, καθώς εγχαράττονται αι σφραγίδες, με τα ονόματα των υιών Ισραήλ. | |
Exod | GreVamva | 39:7 | Και έθεσεν αυτούς επί των επωμίδων του εφόδ, λίθους μνημοσύνου εις τους υιούς Ισραήλ, καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν. | |
Exod | GreVamva | 39:8 | Και έκαμε το περιστήθιον εντέχνου εργασίας, κατά την εργασίαν του εφόδ, εκ χρυσίου, εκ κυανού και πορφυρού και κοκκίνου και βύσσου κεκλωσμένης. | |
Exod | GreVamva | 39:9 | Τετράγωνον ήτο· διπλούν έκαμον το περιστήθιον· μιας σπιθαμής το μήκος αυτού και μιας σπιθαμής το πλάτος αυτού, διπλού. | |
Exod | GreVamva | 39:10 | Και ενήρμοσαν εις αυτό τέσσαρας σειράς λίθων· σειρά σαρδίου, τοπαζίου και σμαράγδου ήτο η σειρά η πρώτη. | |
Exod | GreVamva | 39:13 | Και η τετάρτη σειρά, βηρύλλιον, όνυξ και ίασπις· ούτοι ήσαν ενηρμοσμένοι εν οικίσκοις χρυσοίς εις τα περικλείσματα αυτών. | |
Exod | GreVamva | 39:14 | Και οι λίθοι ήσαν κατά τα ονόματα των υιών Ισραήλ, δώδεκα, κατά τα ονόματα αυτών, κατά την γλυφήν της σφραγίδος, έκαστος με το όνομα αυτού κατά τας δώδεκα φυλάς. | |
Exod | GreVamva | 39:15 | Και έκαμον επί το περιστήθιον αλύσεις κατά τα άκρα, πλεκτής εργασίας εκ χρυσίου καθαρού. | |
Exod | GreVamva | 39:16 | Και έκαμον δύο οικίσκους χρυσούς και δύο κρίκους χρυσούς και επέρασαν τους δύο κρίκους εις τα δύο άκρα του περιστηθίου. | |
Exod | GreVamva | 39:17 | Και επέρασαν τας δύο πλεκτάς χρυσάς αλύσεις εις τους δύο κρίκους τους εις τα άκρα του περιστηθίου. | |
Exod | GreVamva | 39:18 | Και τα δύο άκρα των δύο πλεκτών αλύσεων συνήψαν με τους δύο οικίσκους και έβαλον αυτούς επί των επωμίδων του εφόδ, εις το έμπροσθεν μέρος αυτού. | |
Exod | GreVamva | 39:19 | Και έκαμον δύο κρίκους χρυσούς και έβαλον αυτούς επί των δύο άκρων του περιστηθίου, εις το χείλος αυτού, το οποίον ήτο κατά το μέρος του εφόδ έσωθεν. | |
Exod | GreVamva | 39:20 | Και έκαμον δύο άλλους κρίκους χρυσούς και έβαλον αυτούς εις τα δύο πλάγια του εφόδ κάτωθεν, προς το εμπροσθινόν μέρος αυτού αντικρύ της άλλης ενώσεως αυτού άνωθεν της κεντητής ζώνης του εφόδ. | |
Exod | GreVamva | 39:21 | Και έδεσαν το περιστήθιον διά των κρίκων αυτού εις τους κρίκους του εφόδ με ταινίαν εκ κυανού, διά να ήναι άνωθεν της κεντητής ζώνης του εφόδ, και διά να μη ήναι το περιστήθιον κεχωρισμένον από του εφόδ· καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν. | |
Exod | GreVamva | 39:23 | Και ήτο άνοιγμα εν τω μέσω του ποδήρους, ως άνοιγμα θώρακος, με ταινίαν κύκλω του ανοίγματος, διά να μη σχίζηται. | |
Exod | GreVamva | 39:24 | Και έκαμον επί των κρασπέδων του ποδήρους ρόδια εκ κυανού και πορφυρού και κοκκίνου και βύσσου κεκλωσμένης. | |
Exod | GreVamva | 39:25 | Και έκαμον κώδωνας εκ χρυσίου καθαρού και έβαλον τους κώδωνας μεταξύ των ροδίων επί του κρασπέδου του ποδήρους κύκλω μεταξύ των ροδίων· | |
Exod | GreVamva | 39:26 | κώδωνα και ρόδιον, κώδωνα και ρόδιον, επί των κρασπέδων του ποδήρους του λειτουργικού κύκλω καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν. | |
Exod | GreVamva | 39:27 | Και έκαμον τους χιτώνας εκ βύσσου υφαντής εργασίας, διά τον Ααρών και διά τους υιούς αυτού, | |
Exod | GreVamva | 39:28 | και την μίτραν εκ βύσσου και τα μιτρίδια κεκοσμημένα εκ βύσσου και τα λινά περισκελή εκ βύσσου κεκλωσμένης, | |
Exod | GreVamva | 39:29 | και την ζώνην εκ βύσσου κεκλωσμένης και κυανού και πορφυρού και κοκκίνου, κεντητής εργασίας· καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν. | |
Exod | GreVamva | 39:30 | Και έκαμον το πέταλον του ιερού στέμματος εκ χρυσίου καθαρού και ενεχάραξαν επ' αυτό γράμματα ως χάραγμα σφραγίδος, ΑΓΙΑΣΜΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ. | |
Exod | GreVamva | 39:31 | Και έδεσαν εις αυτό ταινίαν κυανήν, διά να συνάψωσιν αυτό άνωθεν επί της μίτρας· καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν. | |
Exod | GreVamva | 39:32 | Ούτως ετελειώθη άπαν το έργον της σκηνής του μαρτυρίου· και έκαμον οι υιοί Ισραήλ κατά πάντα όσα προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν· ούτως έκαμον. | |
Exod | GreVamva | 39:33 | Και έφεραν την σκηνήν προς τον Μωϋσήν· την σκηνήν, και πάντα τα σκεύη αυτής, τας περόνας αυτής, τας σανίδας αυτής, τους μοχλούς αυτής και τους στύλους αυτής, και τα υποβάσια αυτής, | |
Exod | GreVamva | 39:34 | και το επικάλυμμα το εκ δερμάτων κριών κοκκινοβαφών και το επικάλυμμα το εκ δερμάτων θώων και το καλυπτήριον καταπέτασμα, | |
Exod | GreVamva | 39:37 | την καθαράν λυχνίαν, τους λύχνους αυτής, τους λύχνους κατά την διάταξιν αυτών και πάντα τα σκεύη αυτής και το έλαιον του φωτός, | |
Exod | GreVamva | 39:38 | και το χρυσούν θυσιαστήριον και το χριστήριον έλαιον και το ευώδες θυμίαμα και τον τάπητα διά την θύραν της σκηνής, | |
Exod | GreVamva | 39:39 | το χάλκινον θυσιαστήριον και την χαλκίνην εσχάραν αυτού, τους μοχλούς αυτού και πάντα τα σκεύη αυτού, τον νιπτήρα και την βάσιν αυτού, | |
Exod | GreVamva | 39:40 | τα παραπετάσματα της αυλής, τους στύλους αυτής και τα υποβάσια αυτής και το καταπέτασμα διά την πύλην της αυλής, τα σχοινία αυτής και τους πασσάλους αυτής και πάντα τα σκεύη της υπηρεσίας της σκηνής διά την σκηνήν του μαρτυρίου, | |
Exod | GreVamva | 39:41 | τας λειτουργικάς στολάς, διά να λειτουργώσιν εν τω αγίω, και τας αγίας στολάς διά τον Ααρών τον ιερέα και τας στολάς των υιών αυτού, διά να ιερατεύωσι. | |
Exod | GreVamva | 39:42 | Κατά πάντα όσα προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν, ούτως έκαμον οι υιοί Ισραήλ άπαν το έργον. | |
Chapter 40
Exod | GreVamva | 40:2 | Την πρώτην ημέραν του πρώτου μηνός θέλεις στήσει την σκηνήν, την σκηνήν του μαρτυρίου. | |
Exod | GreVamva | 40:3 | Και θέλεις θέσει εκεί την κιβωτόν του μαρτυρίου, και σκεπάσει την κιβωτόν με το καταπέτασμα. | |
Exod | GreVamva | 40:4 | Και θέλεις εισάξει την τράπεζαν και διατάξει τα διατακτέα επ' αυτής· και θέλεις εισάξει την λυχνίαν και ανάψει τους λύχνους αυτής. | |
Exod | GreVamva | 40:5 | Και θέλεις θέσει το χρυσούν θυσιαστήριον του θυμιάματος έμπροσθεν της κιβωτού του μαρτυρίου και επιβάλει τον τάπητα της θύρας εις την σκηνήν. | |
Exod | GreVamva | 40:6 | Και θέλεις θέσει το θυσιαστήριον του ολοκαυτώματος έμπροσθεν της θύρας της σκηνής, της σκηνής του μαρτυρίου. | |
Exod | GreVamva | 40:7 | Και θέλεις θέσει τον νιπτήρα μεταξύ της σκηνής του μαρτυρίου και του θυσιαστηρίου και βάλει ύδωρ εν αυτώ. | |
Exod | GreVamva | 40:8 | Και θέλεις στήσει την αυλήν κύκλω και κρεμάσει το καταπέτασμα της πύλης της αυλής. | |
Exod | GreVamva | 40:9 | Και θέλεις λάβει το χριστήριον έλαιον και χρίσει την σκηνήν και πάντα τα εν αυτή, και θέλεις αγιάσει αυτήν και πάντα τα σκεύη αυτής και θέλει είσθαι αγία. | |
Exod | GreVamva | 40:10 | Και θέλεις χρίσει το θυσιαστήριον του ολοκαυτώματος και πάντα τα σκεύη αυτού και θέλεις αγιάσει το θυσιαστήριον· και θέλει είσθαι θυσιαστήριον αγιώτατον. | |
Exod | GreVamva | 40:12 | Και θέλεις προσαγάγει τον Ααρών και τους υιούς αυτού εις την θύραν της σκηνής του μαρτυρίου και νίψει αυτούς με ύδωρ. | |
Exod | GreVamva | 40:13 | Και θέλεις ενδύσει τον Ααρών τας αγίας στολάς και θέλεις χρίσει αυτόν, και αγιάσει αυτόν, και θέλει ιερατεύει εις εμέ. | |
Exod | GreVamva | 40:15 | Και θέλεις χρίσει αυτούς, καθώς έχρισας τον πατέρα αυτών, και θέλουσιν ιερατεύει εις εμέ· και θέλει είσθαι εις αυτούς το χρίσμα αυτών προς παντοτεινήν ιερατείαν εις τας γενεάς αυτών. | |
Exod | GreVamva | 40:18 | Και έστησεν ο Μωϋσής την σκηνήν και έβαλε τα υποβάσια αυτής και έστησε τας σανίδας αυτής και έβαλε τους μοχλούς αυτής και έστησε τους στύλους αυτής. | |
Exod | GreVamva | 40:19 | Και εξήπλωσε τα παραπετάσματα επί την σκηνήν, και έβαλε το επικάλυμμα της σκηνής επ' αυτήν άνωθεν· καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν. | |
Exod | GreVamva | 40:20 | Και λαβών το μαρτύριον έθεσεν εν τη κιβωτώ, και έβαλε τους μοχλούς εις την κιβωτόν, και έβαλε το ιλαστήριον επί την κιβωτόν άνωθεν, | |
Exod | GreVamva | 40:21 | και έφερε την κιβωτόν εις την σκηνήν, και επέθηκε το καλυπτήριον καταπέτασμα και εσκέπασε την κιβωτόν του μαρτυρίου· καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν. | |
Exod | GreVamva | 40:22 | Και έθεσε την τράπεζαν εν τη σκηνή του μαρτυρίου κατά το μέρος της σκηνής το προς βορράν έξωθεν του καταπετάσματος, | |
Exod | GreVamva | 40:23 | και διέταξεν επ' αυτής τους άρτους τους διατεταγμένους, ενώπιον Κυρίου· καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν. | |
Exod | GreVamva | 40:24 | Και έθεσε την λυχνίαν εν τη σκηνή του μαρτυρίου απέναντι της τραπέζης κατά το μέρος της σκηνής το προς μεσημβρίαν, | |
Exod | GreVamva | 40:25 | και ανήψε τους λύχνους ενώπιον Κυρίου· καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν. | |
Exod | GreVamva | 40:26 | Και έθεσε το χρυσούν θυσιαστήριον εν τη σκηνή του μαρτυρίου απέναντι του καταπετάσματος, | |
Exod | GreVamva | 40:27 | και εθυμίασεν επ' αυτού ευώδες θυμίαμα· καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν. | |
Exod | GreVamva | 40:29 | Και το θυσιαστήριον του ολοκαυτώματος έθεσε παρά την θύραν της σκηνής, της σκηνής του μαρτυρίου, και προσέφερεν επ' αυτού το ολοκαύτωμα και την εξ αλφίτων προσφοράν· καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν. | |
Exod | GreVamva | 40:30 | Και έθεσε τον νιπτήρα μεταξύ της σκηνής του μαρτυρίου και του θυσιαστηρίου και έβαλεν εν αυτώ, ύδωρ, διά να νίπτωνται· | |
Exod | GreVamva | 40:31 | και ένιπτον εξ αυτού ο Μωϋσής και ο Ααρών και οι υιοί αυτού τας χείρας αυτών και τους πόδας αυτών. | |
Exod | GreVamva | 40:32 | Ότε εισήρχοντο εις την σκηνήν του μαρτυρίου και ότε προσήρχοντο εις το θυσιαστήριον, ενίπτοντο καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν. | |
Exod | GreVamva | 40:33 | Και έστησε την αυλήν κύκλω της σκηνής και του θυσιαστηρίου και εκρέμασε τον τάπητα της πύλης της αυλής. Και συνετέλεσεν ο Μωϋσής το έργον. | |
Exod | GreVamva | 40:34 | Τότε εκάλυψεν η νεφέλη την σκηνήν του μαρτυρίου και δόξα Κυρίου ενέπλησε την σκηνήν. | |
Exod | GreVamva | 40:35 | Και δεν ηδυνήθη ο Μωϋσής να εισέλθη εις την σκηνήν του μαρτυρίου· διότι η νεφέλη εκάθητο επ' αυτήν, και δόξα Κυρίου ενέπλησε την σκηνήν. | |
Exod | GreVamva | 40:36 | Και ότε η νεφέλη ανέβαινεν επάνωθεν της σκηνής, οι υιοί Ισραήλ εσηκόνοντο καθ' όλας αυτών τας οδοιπορίας· | |
Exod | GreVamva | 40:37 | αν όμως η νεφέλη δεν ανέβαινε, τότε δεν εσηκόνοντο μέχρι της ημέρας της αναβάσεως αυτής. | |